©ΧΡΗΜΑ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ – ΣΠΥΡΟΣ ΔΙΒΑΝΗΣ: Θα ξεπεράσουµε φέτος τα επίπεδα του 2022 | Στον ελληνικό Τουρισµό, ο Θεός έβαλε το 70% του κεφαλαίου κι εµείς προσπαθούµε να βάλουµε το άλλο 30%!

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

-Η Κοινωνία ξέρει ότι ο Τουρισµός έσωσε την Ελλάδα. Δεν είµαστε τα γκαρσόνια της Ευρώπης!
-Να µην αναµένουµε µέτρα για την βραχυχρόνια σε προεκλογική περίοδο
-Δεν αρκούν οι εξαγγελίες για την επιµήκυνση της σεζόν
-Τραγικό λάθος η υποβάθµιση των Δηµόσιων Τουριστικών Σχολών
-Αρκετοί στον κλάδο δεν «µετράνε» σωστά, ασχολούµενοι µόνο µε πληρότητες
-Η παρακαταθήκη του Αριστοτέλη Διβάνη στον Τουρισµό

Υπηρετώντας τον Τουρισµό εδώ και περίπου τέσσερις δεκαετίες, απ’ όταν ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στα ξενοδοχεία του Οµίλου Divani, µετά τις σπουδές του, ο Σπύρος Διβάνης δεν είναι απλά άξιος συνεχιστής του έργου του αείµνηστου Αριστοτέλη Διβάνη, αλλά πολλά περισσότερα.

Δυναµικός επιχειρηµατίας, αγχίνους, µε κριτική σκέψη κι οραµατιστής και ο ίδιος, όπως ο πατέρας του, ο Σπύρος Διβάνης έχει αναλάβει µε εξαιρετική επιτυχία τα ηνία του Οµίλου, εδώ και πολλά χρόνια, µε ταχύτατο «βηµατισµό».

Σε µια εκ βαθέων συνέντευξη στο ΧΡΗΜΑ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ, στο εμβληματικό τεύχος Ιανουαρίου, που συμμετέχει στην μεγάλη έκθεση HORECA 2023, ο Σπύρος Διβάνης µιλάει για όλα και για όλους, χωρίς υπεκφυγές, αλλά µε πάθος και ειλικρίνεια, όπως συνηθίζει άλλωστε.

Στην ατζέντα της συζήτησης «πρωταγωνιστούν» θέµατα όπως η τουριστική σεζόν του 2022 και οι προβλέψεις για το 2023, ο ελληνικός Τουρισµός ως «πολύφερνη νύφη», οι βραχυχρόνιες µισθώσεις, οι εκλογές –συνδικαλιστικές κι εθνικές-, ο αφελληνισµός των ξενοδοχείων, ο νέος αναπτυξιακός, ο ΦΠΑ, και πολλά ακόµη «καυτά» ζητήµατα που απασχολούν την ελληνική, ξενοδοχειακή αγορά.

Από αυτή την τόσο ενδιαφέρουσα συζήτηση, φυσικά δεν θα µπορούσε να απουσιάζει η αναφορά στον αείµνηστο Αριστοτέλη Διβάνη, εκ των θεµελιωτών του ελληνικού Τουρισµού, που έφυγε από τη ζωή πριν από ένα µήνα.

Η συνέντευξη

Η συνέντευξη του Σπύρου Διβάνη στον εκδότη του ΧΡΗΜΑ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Κωνσταντίνο Στ. Δεριζιώτη, έχει ως εξής:

Κ.Δ. Δεδομένου ότι βρισκόμαστε στην αρχή του καινούργιου χρόνου, η πρώτη ερώτηση είναι πως έκλεισε το 2022 για τα δωδεκάμηνης λειτουργίας ξενοδοχεία πόλης, αλλά και εν γένει η τουριστική σεζόν, και πως ξεκίνησε το 2023, ποια είναι τα πρώτα μηνύματα;

Σ.Δ. Όπως γνωρίζετε πολύ καλά, το πρώτο 4μηνο του 2022 χάθηκε λόγω της πανδημίας και αυτό μας έκανε να είμαστε αρκετά συντηρητικοί στις εκτιμήσεις μας για το πώς θα εξελιχθεί η υπόλοιπη χρονιά. Ωστόσο, η επιθυμία του κόσμου να ταξιδέψει μας διέψευσε και τελικά η χρονιά εξελίχθηκε πάρα πολύ καλά.

Εμείς ως όμιλος ενώ είχαμε θέσει σαν στόχο 15 με 20% λιγότερα έσοδα από το 2019, τελικά όχι μόνο επιτύχαμε αυτό τον στόχο, αλλά τον ξεπεράσαμε κατά ένα διψήφιο ποσοστό της τάξης του 10-12%.

Η αγορά έχει αλλάξει αρκετά, βλέπουμε πάρα πολύ κόσμο να κά- νει κρατήσεις την τελευταία στιγμή και όχι μόνο σε επίπεδο μεμονωμένων ταξιδιών, αλλά και σε μικρά meetings, ταξίδια συνεδρίων και εκδηλώσεων.

Μοναδική «παραφωνία» πέρυσι ήταν τα οργανωμένα groups. Ίσως υπήρχε στο υποσυνείδητο των ανθρώπων να μην θέλουν να ταξιδεύουν σε ομάδες, κατάλοιπο της πανδημίας του κορωνοϊού.

Κ.Δ. Ωστόσο, η κατάσταση που περιγράφετε δεν ισχύει για όλη τη χώρα, δηλαδή σίγουρα υπήρξαν κάποιες περιοχές, οι οποίες κινήθηκαν εξαιρετικά καλά και καλύτερα από το 2019, αλλά υπήρξαν και κάποιες περιοχές οι οποίες παρουσίασαν υστέρηση. Τελικά, το ισοζύγιο της περυσινής χρονιάς για τον Ελληνικό Tουρισμό ποιο ήταν;

Σ.Δ. Είναι σίγουρο, όπως προ-είπα, ότι ο τομέας των οργανωμένων groups δεν εξελίχθηκε τόσο καλά. Αρκετές περιοχές του κλασσικού γύρου, αυτού που λέμε Δελφοί, Αμαλία, Μετέωρα, δεν λειτούργησαν παρά μετά τον Σεπτέμβριο του 2022 στο τελευταίο τεταρτημόριο της σεζόν, συνεπώς δεν μπόρεσαν να καλύψουν τόσους

χαμένους μήνες. Το θέμα είναι ότι επιχειρήσεις οι οποίες απευθύνονται σε υψηλού επιπέδου πελατεία είχαν καλά αποτελέσματα, γιατί αυτοί οι μεμονωμένοι πελάτες μόλις τους δόθηκε η ευκαιρία ξεκίνησαν και πάλι να ταξιδεύουν, «δείγμα γραφής» που έδωσαν, ήδη, από το 2021.

Έτσι, λοιπόν, έχουμε από τη μία τις ξενοδοχειακές μονάδες, οι οποίες κατάφεραν να έχουν μία καλή χρονιά, ακριβώς λόγω του υψηλού εισοδηματικού επιπέδου πελατειακού τους κοινού κι από την άλλη τα ξενοδοχεία τα οποία δουλεύουν με οργανωμένα groups, και τα οποία είχαν δώσει χαμηλές τιμές -εξαιτίας των δύο προηγούμενων χρόνων- που δεν τους επέτρεψαν να κάνουν τη «διαφορά».

Κ.Δ. Είστε αισιόδοξος για το 2023; Θα κάνω την κλασική ερώτηση, θα πάμε σε χρονιά ρεκόρ;

Σ.Δ. Αυτό που βλέπουμε, γιατί δεν αποτελούμε μία χώρα που είναι ανεξάρτητη από τον υπόλοιπο κόσμο, σε αντιδιαστολή με ότι ακούμε όσον αφορά το θέμα του πληθωρισμού, του ενεργειακού κόστους, της ακρίβειας, είναι ότι η τάση για τα ταξίδια παραμένει ανοδική, σε παγκόσμιο επίπεδο. Και τα μηνύματα που έχουμε από το εξωτερικό είναι ότι σε όλα τα μέρη του κόσμου παρουσιάζεται μία αύξηση στη ζήτηση για ταξίδια. Βλέπετε ότι οι περισσότερες αεροπορικές εταιρίες έχουν επανέλθει σε πλήρη λειτουργία…

Κ.Δ. Και με πολύ αυξημένες τιμές.

Σ.Δ. Πράγματι. Κι εδώ είναι που ο πελάτης πολύ εύκολα καταλαβαίνει την αύξηση της τιμής του εισιτηρίου, εξακολουθεί όμως να αντιστέκεται σε ανάλογη αύξηση των ξενοδοχειακών τιμών, που κι αυτές επηρεάζονται από τις ίδιες συνθήκες, όπως το ενεργειακό κόστος, οι αυξήσεις στο εργατικό δυναμικό, κ.λπ..

Συνεπώς, για να το προσδιορίσω περισσότερο στην ελληνική αγορά, ναι βλέπουμε μία έντονη ζήτηση και μπορούμε να πούμε, συγκρίνοντας την αντίστοιχη περίοδο του 2018, για το 2019, που ήταν μια κανονική χρονιά, με τη φετινή, φέτος βρισκόμαστε πιο ψηλά. Βέβαια, ξέρετε ότι ο Τουρισμός είναι ένας τομέας ιδιαίτερα ευαίσθητος, οπότε έχουμε πολύ καιρό ακόμη μπροστά μας κι ευελπιστούμε ότι δεν θα συμβεί κάποιο απρόοπτο, που θα μπορούσε να ανατρέψει αυτή την πορεία.

Κ.Δ. Η Ελλάδα έχει γίνει τόπος επενδύσεων πολλών μεγάλων, διεθνών ξενοδοχειακών αλυσίδων. Είναι τελικά τόσο «πολύφερνη νύφη» ο ελληνικός τουρισμός και ειδικά στην Αθήνα ή μήπως οι ξενοδόχοι, όπως λένε κάποιοι διαχρονικά, είστε γκρινιάρηδες και ζητάτε πολλά για να πάρετε λιγότερα; Τι από τα δύο συμβαίνει;

Σ.Δ. Η Ελλάδα είναι ένας προορισμός ο οποίος επί πολλά χρόνια και λόγω του ότι και η Πολιτεία ενίσχυσε και οι επενδυτές προώθησαν σημαντικά το μοντέλο «ήλιος – θάλασσα», είχε ταυτιστεί στη συνείδηση των διεθνών αγορών ότι είναι ένας κλασικός τουριστικός προορισμός για καλοκαιρινές διακοπές. Επειδή η Πολιτεία δεν είχε τη δυνατότητα να δαπανά χρήματα για να προβάλλει την πολυποικιλότητα που έχει το τουριστικό προϊόν της χώρας, αλλά ενίσχυε κατά βάση αυτό το μοντέλο, το οποίο απέδιδε, δεν μπορούσαν εύκολα να προωθηθούν οι υπόλοιπες μορφές Τουρισμού. Το θέμα είναι ότι η αλλαγή και η μεταστροφή που βλέπουμε, έγινε λόγω της ανάπτυξης των social media, όπου πολύς κόσμος ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα, μετέφερε την πραγματική εικόνα, χωρίς να είναι από διαφήμιση, αλλά την εικόνα την οποία εισέπραττε και αυτή αναμεταδόθηκε σε εκατομμύρια άλ- λους ανθρώπους. Γι’ αυτό κι αρχίσαμε να βλέπουμε από το 2017 και μετά την σημαντική άνοδο της αγοράς.

Τώρα στο διά ταύτα, η Αθήνα, σε σχέση με τις υπόλοιπες πρωτεύουσες της Ευρώπης, παρουσίαζε σημαντική υστέρηση. Οι τιμές ήταν πολύ πιο χαμηλά και υπήρξε μεγάλη δυσφήμιση από διάφορα γεγονότα τα οποία είχαν συμβεί. Η ωρίμανση, όμως, τα τελευταία χρόνια των έργων υποδομής -ξεκινώντας από τη λειτουργία του καινούργιου αεροδρομίου, από το σύγχρονο ΜΕΤΡΟ, από τις τε- χνολογίες, όπου επενδύθηκαν πάρα πολλά χρήματα και υπάρχει ένα γρήγορο internet με οπτικές ίνες, το καινούργιο Μουσείο της Ακρόπολης και πολλά άλλα, τα οποία κάθε χρόνο προσδίδουν καινούργιες δυνατότητες στο τουριστικό προϊόν, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο κόσμος το πληροφορείτο αυτό, συνέβαλε ώστε η Αθήνα να αρχίσει να επανέρχεται και να προσπαθεί να κερδίσει μία αντίστοιχη θέση, σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.Divani

Κ.Δ. Το θέμα των βραχυχρόνιων μισθώσεων εξακολουθεί και ταλαιπωρεί τον κλάδο, καθώς δεν υπάρχει καμία ρύθμιση μέχρι στιγμής σε επίπεδο χώρας, ενώ υπάρχουν αρκετές εξελίξεις σε επίπεδο Ευρώπης: Μόλις πρόσφατα η HOTREC απάντησε στο σχέδιο της Κομισιόν, ωστόσο από ελληνικής πλευράς δεν υπάρχει καμία απολύτως πρωτοβουλία αν και παρατηρείται μια κινητικότητα. Τι πρέπει να γίνει και πιστεύετε ότι θα γίνει κάτι σύντομα;

Σ.Δ. Να σας απαντήσω από το τέλος, από τη στιγμή που η χώρα έχει μπει σε μία προεκλογική περίοδο δεν θα πρέπει να περιμένετε κάτι άμεσα, αλλά αφότου διεξαχθούν οι εκλογές. Εγώ όπως ξέρετε ανέκαθεν, ήμουν ο άνθρωπος ο οποίος απελευθέρωσα τον κορεσμό των ξενοδοχείων στην Αθήνα, που λόγω της κρίσης είχε επιβληθεί, όπου είχε φτάσει η Πολιτεία κάποια στιγμή για να προστατεύσει τα εναπομείναντα ξενοδοχεία να δημιουργήσει αυτό το καθεστώς κορεσμού.

Εγώ πιστεύω στις συνθήκες της ελεύθερης αγοράς, υπό την προϋπόθεση βέβαια, ότι όλοι είμαστε μέρος του νομικού μας συστήματος, ενός καθεστώτος κι επιφορτίζομαστε με τα ίδια βάρη. Δυστυχώς, το καθεστώς λειτουργίας των βραχυχρόνιων μισθώσεων, δεν είναι απλώς ανταγωνιστικό ως προς την ξενοδοχία, αλλά διαφεύγει πάρα πολλών επιβαρύνσεων και φόρων, φτάνοντας στα όρια του αθέμιτου ανταγωνισμού.

Νομίζω ότι και η ελληνική Πολιτεία, με καθυστέρηση, αρχίζει να το αντιλαμβάνεται αυτό κι ευελπιστώ ότι κάποια στιγμή θα λάβει τα κατάλληλα μέτρα, διότι θα αναλογιστεί τις επενδύσεις που γίνονται σε καθαρά ξενοδοχειακά έργα, ότι είναι πολλαπλάσιες των επενδύσεων της «γυψοσανίδας» -όπως συνηθίζω να αποκαλώ τις βραχυχρόνιες μισθώσεις. Ένας τομέας που δεν δημιουργεί τις θέσεις εργασίας τις οποίες δημιουργούν οι αμιγώς ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.

Κ.Δ. Ο αείμνηστος Αριστοτέλης Διβάνης δεν «μάσαγε τα λόγια του», έλεγε τα πράγματα ακριβώς όπως τα αντιλαμβανόταν, και νομίζω ότι αυτό το χαρακτηριστικό έχει περάσει σε ένα μεγάλο βαθμό και σε σας. Επειδή, λοιπόν, πηγαίνουμε και σε συνδικαλιστικές εκλογές εντός του 2023 σε όλους τους μεγάλους τουριστικούς φορείς, θα ήθελα να μου πείτε ποια είναι η εικόνα που έχετε για τη συνδικαλιστική εκπροσώπηση του κλάδου. Είναι αντάξια της σημασίας του κλάδου για την ελληνική οικονομία;

Σ.Δ. Όπως γνωρίζετε, ότι έχω σταματήσει πάρα πολλά χρόνια να ασχολούμαι με αυτά τα θέματα…Divani

Κ.Δ. Και κάποιοι σας καλούν να επανέλθετε…

Σ.Δ. Ναι, αλλά ξέρετε ότι πλέον τα χρόνια περνάνε και δεν έχουμε ούτε τον ίδιο χρόνο ούτε την ίδια όρεξη που είχαμε όταν είμασταν νεότεροι. Το θέμα είναι ότι ο κλάδος είναι πολύ μεγάλος και η βαρύτητα στο κομμάτι της εκπροσώπησής του είναι διαφορετική. Θεωρώ ότι όλα τα χρόνια έχουν υπάρξει σοβαροί εκπρόσωποι στον κλάδο και νομίζω ότι όλοι τους είχαν καλή πρόθεση και θέληση να λύσουν κάποια θέματα. Από εκεί και πέρα είναι και θέμα ιδιοσυγκρασίας και θέμα στρατηγικής για το πώς θέλει ο καθένας να περάσει τις γραμμές του. Η ουσία είναι ότι, αυτό που πλέον νομίζω πως και ο τελευταίος πολίτης αυτής της χώρας έχει αντιληφθεί, δεν είμαστε τα γκαρσόνια της Ευρώπης, αλλά ένας σοβαρός, παραγωγικός κλάδος ο οποίος έχει λειτουργία ως «σωτήρια λέμβος» για τη χώρα αρκετές φορές.

Ο κλάδος στήριξε σημαντικά την εθνική οικονομία, τόσο κατά την περίοδο της οικονομικής, όσο και της πρόσφατης υγειονομικής κρίσης, κάτι που θεωρώ ότι και ο πιο κακόπιστος το έχει αντιληφθεί.

Κ.Δ. Τι είναι αυτό που θυμάστε, που έχετε κρατήσει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο από τον αείμνηστο Αριστοτέλη Διβάνη, που, δυστυχώς, έφυγε πολύ πρόσφατα.

Σ.Δ. Ο Αριστοτέλης Διβάνης, ενώ ήταν ένας δυναμικός άνθρωπος, δεν του άρεσε να συγκρούεται με ο,τιδήποτε τον κρατούσε πίσω. Γι’ αυτό η συμβουλή του ήταν «οτιδήποτε σε στενοχωρεί δεν πρέπει να εμπλέκεσαι, δεν πρέπει να ασχολείσαι, δεν πρέπει να φθείρεσαι, πρέπει να το προσπερνάς και να πηγαίνεις παρακάτω χωρίς να βρίσκεται σε μία μόνιμη διαμάχη, η οποία το μόνο που κάνει είναι κακό σε σένα». Για εκείνον ήταν πολύ σημαντικό, σε σημείο που έλεγε ότι ακόμη και για κάποιον ο οποίος σου έκανε μια δουλειά που κάθε άλλο παρά τα προβλεπόμενα αποτελέσματα είχε, πλήρωσέ τον και μην τον ξαναχρησιμοποιήσεις.

©ΧΡΗΜΑ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Κ.Δ. Ο σοφός Βάσoς Μηναΐδης, όπως μου αρέσει να τον αποκαλώ, έλεγε και λέει ότι τα ελληνικά ξενοδοχεία θα χρεοκοπήσουν γεμάτα. Είπατε πριν για μια αύξηση κόστους -υπήρξε μια μεσοσταθμική αύξηση περίπου 12% από τους tour operators– βγαίνουν τα νούμερα, επειδή εσείς είστε παραδοσιακά μια επιχείρηση που ασχολείται με τα νούμερα, για τον μέσο ξενοδόχο;

Σ.Δ. Το πρόβλημα είναι ότι αυτοί οι οποίοι έχουν επιφορτιστεί με την πώληση του προϊόντος στην πλειοψηφία τους δεν κάνουν σωστούς λογαριασμούς και, δυστυχώς, αυτό περνάει ακόμη και σε στελέχη πολυεθνικών εταιριών, που το μόνο ενδιαφέρον που έχουν είναι να παρουσιάζουν ότι υπάρχει μια υψηλή πληρότητα, αγνοώντας τις συνθήκες που διαμορφώνουν το κόστος.

Θα έχετε ακούσει να λένε ότι πέφτεις έξω με δύο τρόπους, ή ότι έχεις ένα προϊόν που δεν είναι καλό και το προωθείς σε μία τιμή που δεν απορροφάτε ή ότι το πουλάς κάτω του κόστους. Συνεπώς, σήμερα έχουμε εισέλθει σε ένα περιβάλλον όπου όλοι οι συντελεστές κόστους ανεβαίνουν, με πρωταρχικό το ενεργειακό και συμπαρασύρουν κι όλα τα υπόλοιπα, τα αναλώσιμα, το κόστος προσωπικού, κ.λπ.. Γνωρίζετε ότι υπάρχει μείζον πρόβλημα τα τελευταία χρόνια στην εξεύρεση προσωπικού, άρα οι περισσότερες επιχειρήσεις αναγκάζονται για να προσελκύσουν το κατάλληλο προσωπικό να προσφέρουν καλύτερες αμοιβές. Επίσης, για τις επιχειρήσεις οι οποίες έχουν λάβει χρηματοδότηση τα επιτόκια αυξάνονται, δημιουργώντας συνθήκες δύσκολες για το ξενοδοχειακό επιχειρείν.

Κ.Δ. Το παραγωγικό μοντέλο της χώρας βασίζεται ιδιαίτερα στον ελληνικό τουρισμό. Πιστεύετε ότι μπορεί να συνεχίσει η χώρα να βασίζεται τόσο πολύ στον τουρισμό και θεωρείτε ότι ο τουρισμός είναι ένα τομέας ο οποίος τυγχάνει προνομιακής στήριξης, σε σχέση με άλλους τομείς της οικονομίας;

Σ.Δ. Ο τουρισμός έχει στηριχθεί ειδικά στο κομμάτι των ξενοδοχείων Resort με τους διάφορους επενδυτικούς νόμους, τα μεσογειακά προγράμματα ενισχύσεων, τα λεγόμενα ΜΟΠ. Από κει και πέρα όμως μπορούμε να πούμε ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει μια μεταστροφή. Για παράδειγμα γίνονται προσπάθειες στον τομέα των εξαγωγών, αλλά και στον πρωτογενή τομέα.

Εκτός από τον Τουρισμό θα πρέπει να ενισχυθούν κι άλλες δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στον τομέα της παροχής υπηρεσιών, όπου η χώρα έχει μια δυναμική κι ένα ευέλικτο κι εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό. Και αυτός είναι και ο λόγος που με τις πρωτοβουλίες της τωρινής διακυβέρνησης έχουν έρθει επενδύσεις σε logistics, σε info technology που είναι πάρα πολύ σημαντικοί τομείς, ώστε το παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας να έχει κι άλλες εναλλακτικές.

Κ.Δ. Στην Ελλάδα κύριε Διβάνη παρατηρείται υπερτουρισμός, έλλειψη υποδομών, και τα δύο ή τίποτα από τα δύο;

Σ.Δ. Υπερτουρισμός παρατηρείται σε κάποιες περιοχές, όπως η Σαντορίνη και η Μύκονος,  συγκεκριμένους μήνες του έτους. Από εκεί και πέρα όμως υπάρχει η δυνατότητα να έχουμε μία πιο διευρυμένη σεζόν. Όμως για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο δεν είναι αρκετές οι εξαγγελίες. Είναι κάτι πολυσύνθετο που πρέπει όλη η κοινωνία και η οικονομία κάθε περιοχής να το αντιληφθεί και να επενδύσει πάνω σε αυτό. Δεν γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη ή για να ακριβολογούμε σε μία ή δύο σεζόν …

Κ.Δ. Πως ακριβώς μπορεί να επιτευχθεί η πολυπόθητη επιμήκυνση της σεζόν; Μπορούμε να μιλήσουμε βάσιμα για επιμήκυνση της σεζόν τη στιγμή που πριν από 30 χρόνια η σεζόν ξεκίναγε τον Μάρτιο και τώρα πανηγυρίζουμε που ξεκινάει μετά το Πάσχα ή τον Μάιο; Κι, επίσης, ακούγαμε όλο το τελευταίο διάστημα για διαχείμαση Ευρωπαίων πολιτών στην Ελλάδα. Υπάρχει τέτοια περίπτωση;

Σ. Δ. Όταν η σεζόν ξεκίναγε τον Μάρτιο αυτό συνέβαινε γιατί η προσφορά καταλυμάτων δεν ήταν τέτοια ώστε να καλύπτει την αυξημένη ζήτηση που παρατηρείτο σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. Όταν αυτό άλλαξε, οι ταξιδιώτες άρχισαν να έρχονται στη χώρα μας την περίοδο της επιλογής τους, δηλαδή το Καλοκαίρι.

Υπήρξαν διαστήματα που σημειώθηκε υπερπροσφορά κλινών και ξέρετε πολύ καλά αυτό που βλέπουμε σήμερα πολλά ξενοδοχεία να περνούν στα χέρια ξένων fund, ειδικά σε περιοχές καθαρά τουριστικές όπως είναι η Κρήτη, η Ρόδος, οφείλεται στο γεγονός ότι επί σειρά ετών το ολιγοπώλιο των tour operator κατάφερνε να κλείνει συμβόλαια με χαμηλές τιμές σε καλύτερα ξενοδοχεία, με συνέπεια αυτές οι ξενοδοχειακές μονάδες να μην έχουν τους διαθέσιμους πόρους να επενδύσουν και να μπορέσουν να κρατήσουν το προϊόν τους σε ένα υψηλό επίπεδο. Έτσι, νομοτελειακά, με ένα προϊόν να φθίνει και χωρίς δυνατότητα επενδύσεων, οδηγούνταν στον γκρεμό….

Τώρα βλέπουμε να τους δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία μέσω των funds που τα αγοράζουν σε πολύ χαμηλές τιμές, τα αναβαθμίζουν και τα προωθούν στην αγορά με σκοπό κάποια στιγμή να μπορέσουν να τα πουλήσουν πολύ ακριβότερα από ότι τους έχει στοιχίσει η επανένταξή τους στην αγορά.

Κ.Δ. Φοβάστε, δηλαδή, τον αφελληνισμό των ελληνικών ξενοδοχείων και πόσο έχει σημασία τελικά η ιδιοκτησία;

Σ.Δ. Για μένα δεν έχει. Εγώ πιστεύω στην ελεύθερη αγορά, η οποία προσφέρει τις λύσεις. Όταν κάτι δεν μπορεί να γίνει σε τοπικό επίπεδο κάποιος τρίτος, έξωθεν, θα επιχειρήσει αυτό το οποίο δεν μπορούμε να κάνουμε εμείς.

Η μεγαλύτερη επένδυση στην Ελλάδα είναι ο τόπος. Ο Θεός έβαλε το 70% του κεφαλαίου κι εμείς προσπαθούμε να βάλουμε το άλλο 30%. Συνεπώς, αν δεν μπορούμε να επενδύσουμε το 30% θα το κάνουν κάποιοι άλλοι για εμάς.Divani Palace Acropolis

Κ.Δ. Οι πανηγυρισμοί για την αύξηση της κατά κεφαλήν δαπάνης έχουν κοπάσει γιατί φέτος έχουμε μια πολύ σημαντική μείωση, αν είμαστε πάνω από το επίπεδο του 2019. Τελικά ήταν συγκυριακή αυτή η αύξηση και χρειαζόμαστε λιγότερους και καλούς τουρίστες ή περισσότερους τουρίστες; Τι εν τέλει χρειάζεται η χώρα;

Σ.Δ. Οι αυξήσεις τις οποίες κάποια ξενοδοχεία κατάφεραν να πάρουν ήταν καθαρά και μόνο διότι υπάρχει και μια πληθωριστική πίεση, υπάρχουν και οι πελάτες που είναι της τελευταίας στιγμής, οι οποίοι κινούνται μέσα από το διαδίκτυο, οπότε υπάρχει μια δυνατότητα εκεί να τιμολογήσεις καλύτερα και να μπορέσεις να διεκδικήσεις μία καλύτερη τιμή.  Συνεπώς, εφόσον χρεώνεις περισσότερα θα εισπράξεις και περισσότερα. Αλλά πόσο αυτό είναι θέμα πληθωριστικό ή πόσο είναι θέμα αύξησης κόστους, κανείς πρέπει να κάνει τη μελέτη του.

Κ.Δ. Το 2022 για πρώτη φορά στα χρονικά οι Άγγλοι ξεπέρασαν του Γερμανούς ταξιδιώτες. Βεβαίως, οι Γερμανοί εξακολουθούν να προηγούνται στις δαπάνες. Οι Πολωνοί πάλι, που είναι μια πολλά υποσχόμενη αγορά, καταβαραθρώθηκε σε σχέση με τη μεγάλη αύξηση που είχαμε δει τα προηγούμενα χρόνια, ενώ σημειώθηκε και μία μεγάλη αύξηση των Βαλκάνιων και ειδικά των Ρουμάνων. Γενικά, αν βλέπατε την τοπογεωγραφία των πελατών του ελληνικού τουρισμού ποια είναι η πρόβλεψή σας μεσοπρόθεσμα; Τι πιστεύετε για τις αγορές;

Σ.Δ. Η Ευρώπη και η Αμερική θα εξακολουθούν για πολλά χρόνια ακόμα να είναι αγορές που παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο στην πορεία του ελληνικού τουρισμού. Ωστόσο, εγώ ευελπιστώ και βλέπω πολύ μεγάλη ανάπτυξη και από τις Αραβικές χώρες αλλά και από το Far East το οποίο είναι πληθυσμιακά πολύ μεγάλο με πολύ μεγάλες αγορές όπου εκεί προηγείται έντονα μία αστική τάξη όπου και αυτή δείχνει να επιθυμεί να ξεφύγει από τον μικρόκοσμο της αστικής τάξης, να ταξιδέψει…

Κ.Δ. Εκτός από την Κίνα, ποιους άλλους συμπεριλαμβάνετε σε αυτή την κατηγορία;

Σ.Δ. Άλλες αγορές είναι η Ινδονησία, η Μαλαισία, η Ινδία, που πληθυσμιακά είναι χώρες πολύ ισχυρές και, όπως σας είπα, διαμορφώνεται εκεί μία αστική τάξη για την οποία είναι σημαντικό status να καταφέρει κάποια στιγμή ταξιδέψει. Μην ξεχνάμε ότι η Ευρώπη αποτελεί το «Jurassic Park» του κόσμου. Έχει αυτό το πλεονέκτημα της ιστορίας και για κάποιους λαούς αποτελεί μεγάλη πρόκληση να μπορούν να την επισκεφτούν.

Κ.Δ. Το ένα πρόβλημα που παρατηρείται στην ξενοδοχειακή βιομηχανία της χώρας είναι η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και το άλλο είναι η ελλιπής τουριστική εκπαίδευση, τα οποία, βεβαίως, συνδέονται. Ποια είναι η άποψή σας;

Σ.Δ. Καταρχήν είναι τραγικό λάθος η υποβάθμιση των Δημόσιων Τουριστικών Σχολών, διότι τα ξενοδοχεία δεν χρειάζονται μόνο καλούς manager, αλλά και πληθώρα άλλων ειδικοτήτων. Συνεπώς, θα πρέπει άμεσα να αναβαθμιστούν οι Δημόσιες Σχολές, οι παλιές ΑΣΤΕΡ, από τις οποίες είχαν προωθεί στην αγορά εξαιρετικά στελέχη. Η Πολιτεία θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη έμφαση σε αυτό το σημείο.

Θεωρώ επίσης ότι η Πολιτεία θα μπορούσε να οργανώσει στους χώρους που φιλοξενούνται οι μετανάστες στη χώρα μας κάποιες ταχύρρυθμες σχολές με τουριστικές-ξενοδοχειακές ειδικότητες, προσφέροντας μια ευκαιρία σε αυτούς τους ανθρώπους να ενταχθούν στην κοινωνία, αλλά και «τροφοδοτώντας» την τουριστική-ξενοδοχειακή βιομηχανία της χώρας με ανθρώπινο δυναμικό.

Κ.Δ. Υπάρχει υπερφορολόγηση στον ξενοδοχειακό κλάδο από την πολιτεία; Κι επειδή το είπε και ο υπουργός ότι μέσα στο 2023 λήγει το καθεστώς του μειωμένου ΦΠΑ, τι πρέπει να γίνει με τον ΦΠΑ στο τουριστικό προϊόν;

Σ.Δ. Το ΦΠΑ που είναι ένα μέρος του κοστολογίου μας πρέπει να είναι ανταγωνιστικό. Θα πρέπει να παρακολουθούμε τι κάνουν άλλες χώρες που είναι τουριστικά προηγμένες όπως είναι η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία, και αντίστοιχα να προσαρμοζόμαστε. Διότι όταν η Γαλλία χρεώνει 6% ΦΠΑ δεν μπορούμε να χρεώνουμε εμείς 13%. Πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στον χώρο τον οποίο λειτουργούμε και ανταγωνιζόμαστε. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι δεν είναι ανταποδοτικές οι χρεώσεις, σε μεγάλο βαθμό. Για παράδειγμα τα Δημοτικά τέλη που πληρώνουμε, οι Δήμοι χρεώνουν πολλές φορές ότι θέλουν και νομίζουν, αγνοώντας ακόμη και τους νόμους…

Έγιναν κάποιες αλλαγές κατά την περίοδο των μνημονίων για να καλυφθούν κάποιες… τρύπες, αλλά νομίζω όσο η χώρα ξεμακραίνει από αυτή την περίοδο θα πρέπει να επανέλθουν οι χρεώσεις εκεί που ήταν.

Κ.Δ. Σε επίπεδο επενδύσεων, φαίνεται να υπάρχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα με τον αναπτυξιακό νόμο αυτή τη στιγμή με τα κονδύλια και παράλληλα υπάρχει μια πολύ μεγάλη έλλειψη με το θέμα του ειδικού χωροταξικού για τον τουρισμό. Αυτά τα δύο μείζονα θέματα πως τα σχολιάζετε;

Σ.Δ. Είναι τεράστιες οι δυσκολίες που προβλέπονται, παρόλα αυτά νομίζω ότι ο αναπτυξιακός θα πρέπει πλέον να περιοριστεί σε φορολογικά κίνητρα και ιδιαίτερα σε περιοχές που παρουσιάζουν υστέρηση. Από την άλλη οι επιχειρηματίες αυτό που πρέπει να περιμένουν είναι να βελτιώνεται η δημόσια υποδομή και να πηγαίνουν να «κουμπώνουν» πάνω σε αυτήν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Δεν είναι δυνατόν όλη η Ελλάδα, οι τουριστικά ανεπτυγμένες περιοχές να περιμένουν χρήματα για να κάνουν μια ξενοδοχειακή επιχείρηση και μετά να πρέπει να λάβουν και επιδότηση. Το καθήκον του κράτους είναι να δημιουργήσει υποδομές, να βελτιώσει τα λιμάνια, τους δρόμους, τα αεροδρόμια κι από ‘κει και πέρα ο επιχειρηματίας να αναπτύξει τις δραστηριότητές του.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να πω ότι η περιοχή της Αθήνας και της Αττικής έχει από τις πιο υγιείς -θα τολμούσα να πω- ελληνικές, ξενοδοχειακές, τουριστικές επιχειρήσεις κι ο λόγος είναι διότι η περιοχή της Αττικής ουδέποτε επιδοτήθηκε. Αφέθηκε να αντιμετωπίσει μέσα στο οικονομικό περιβάλλον τις όποιες κρίσεις μόνη της. Γι’ αυτό υπήρξαν περίοδοι όπου ξενοδοχεία έκλεισαν και υπήρξαν περίοδοι όπου έγιναν επενδύσεις κι άνοιξαν ξενοδοχεία εκ νέου. Και γι’ αυτό ακριβώς από τις επιχειρήσεις που έχουν παραμείνει υπάρχουν πάρα πολλές που είναι υγιείς οικονομικά επιχειρήσεις, σε αντίθεση με άλλες τουριστικές περιοχές οι οποίες επειδή ακριβώς  στηρίχθηκαν στο καθεστώς των επιδοτήσεων δεν κατάφεραν ποτέ να… σηκώσουν κεφάλι και να δημιουργήσουν βιώσιμες οικονομικά επιχειρήσεις.

Κ.Δ. Σας φοβίζουν οι εκλογές;

Σ.Δ. Οι εθνικές εκλογές στο μόνο που μπορεί να φοβίζουν έναν επιχειρηματία είναι κατά πόσο θα διαταράξουν ένα κλίμα σταθερότητας, το οποίο είναι πάρα πολύ σημαντικό για να μπορεί να λειτουργεί η χώρα, η οικονομία και να μπορούν να προσελκύονται επενδύσεις. Το πρόβλημα μιας χώρας όπως είναι η Ελλάδα, εν αντιθέσει με άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως για παράδειγμα η Ιταλία, είναι ότι εμείς δεν έχουμε μία ισχυρή δημόσια διοίκηση η οποία, ανεξαρτήτως αν υπάρχει και μια δυσκολία στον σχηματισμό μιας κυβέρνησης, εξακολουθεί να λειτουργεί. Κοιτάξτε τι γίνεται στη ή στο Βέλγιο. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν έχουμε αυτό το υπόβαθρο κι αυτό είναι που μας ανησυχεί, εάν δεν υπάρχουν αυτές οι προδιαγραφές που θα δημιουργήσουν μία σταθερότητα.divani

Κ.Δ. Πως θα έπρεπε, ιδανικά για σας, να είναι ο τουρισμός το 2030;

Σ.Δ. Η Ελλάδα τα περισσότερα χρόνια έκανε μία προσπάθεια στο να πριμοδοτεί τους οικονομικά ασθενέστερους τουρίστες. Για μένα η χώρα έχει τις δυνατότητες να προσελκύει τους καλύτερους τουρίστες, οι οποίοι μπορούν να ξοδέψουν τα περισσότερα διότι το προϊόν της είναι μοναδικό, οι κλιματολογικές συνθήκες είναι μοναδικές και νομίζω ότι θα ήθελα πάρα πολύ να δω την Ελλάδα να λειτουργεί κατά τέτοιο τρόπο όπως λειτουργούν άλλοι προορισμοί στην Ευρώπη, οι οποία όσο και να τα ψάχνεις δεν μπορείς να βρεις τα πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα μας.

Κ.Δ. Αν ρισκάρατε μια πρόβλεψη για το 2023 για την Ελλάδα, για τις αφίξεις, για τον τουρισμό τι θα λέγατε;

Σ.Δ. Νομίζω ότι θα είναι πάνω από το 2022.

Κ.Δ. Κλείνοντας, ποια είναι η παρακαταθήκη του Τέλη Διβάνη στον τουρισμό;

Σ.Δ. Η παρακαταθήκη είναι ότι το προϊόν το οποίο δημιουργείς πρέπει να τυγχάνει σεβασμού από αυτούς που το καταναλώνουν, από αυτούς που εργάζονται για να το δημιουργήσουν και στο τέλος να αφήνει κι ένα αποτέλεσμα γι’ αυτούς που το δημιούργησαν. Αλλιώς δεν έχει νόημα.

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *