iosifidis

Ελληνικός Τουρισµός: Τάσεις, Προοπτικές και Χρηµατοδοτικά Εργαλεία για Επενδύσεις

ΓΝΩΜΗ

του Τάσου Ιωσηφίδη (*)

Ο Τουρισµός αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονοµίας, ο οποίος, επιδρά σε µια σειρά κλάδων της οικονοµίας, συνεισφέροντας (άµεσα και έµµεσα) περίπου στο ένα τέταρτο του ΑΕΠ και στο ένα τρίτο των θέσεων εργασίας της χώρας. Δεδοµένης της διασποράς των τουριστικών προορισµών ανά τη χώρα, ο τουρισµός παίζει καταλυτικό ρόλο στη διαµόρφωση του εισοδήµατος σε πολλές περιφέρειες της επικράτειας – µάλιστα, σε µερικές από αυτές αποτελεί την κύρια οικονοµική δραστηριότητα.

Κατά τη διάρκεια της κρίσης δημοσίου χρέους, η τουριστική βιομηχανία αποτέλεσε σημαντικό ανάχωμα έναντι της οικονομικής ύφεσης και της ανεργίας, και συνέβαλε σημαντικά στην επιστροφή της χώρας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Η έξαρση της πανδημίας ανέκοψε τη δυναμική του κλάδου, ο οποίος υπέστη σημαντικό πλήγμα το 2020. Παρόλα αυτά, το 2021 ο ελληνικός τουρισμός κατάφερε να ανακτήσει μέρος του χαμένου εδάφους, ενώ τα προσωρινά στοιχεία για το 2022 δείχνουν ότι ο κλάδος έχει σχεδόν ανακάμψει πλήρως, προσεγγίζοντας τα υψηλά επίπεδα του 2019. Ιδιαίτερα ενθαρρυντικό είναι και το γεγονός ότι η τάση ανάκαμψης παρατηρήθηκε και σε μήνες εκτός περιόδου αιχμής, όπως ο Σεπτέμβριος και ο Οκτώβριος.

Οι επενδύσεις σε νέες σύγχρονες μονάδες, καθώς και οι εξαγορές και συγχωνεύσεις ξενοδοχειακών μονάδων που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια, επιβεβαιώνουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην ανθεκτικότητα της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας, καθώς και στις προοπτικές ανάπτυξής της.

Ωστόσο, έχει διαμορφωθεί μια σειρά παγκόσμιων τάσεων που φαίνεται να επιδρούν άμεσα στην τουριστική συμπεριφορά και την προσωπική εμπειρία, καθώς και στα επιχειρηματικά μοντέλα των μονάδων του κλάδου και στη χάραξη της δημόσιας πολιτικής. Συγκεκριμένα, τάσεις που παρατηρούνται είναι οι εντεινόμενες περιβαλλοντικές ανησυχίες, οι δημογραφικές αλλαγές (αύξηση του πληθυσμού και μεταβολές στην ηλικιακή σύσταση), η ανάδειξη νέων προορισμών, η έμφαση στην υγεία και δημόσια ασφάλεια, η ανάγκη για προσωποποιημένες εμπειρίες, αλλά και η προσέλκυση επισκεπτών από νέες τουριστικές αγορές. Ταυτόχρονα, παρουσιάζονται νέες προκλήσεις, που χρήζουν ολοκληρωμένης αντιμετώπισης, όπως φαινόμενα υπερτουρισμού, η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, κ.α.

Συνεπώς, ο στρατηγικός σχεδιασμός για την προσαρμογή στις νέες τάσεις και την αντιμετώπιση των προκλήσεων, με απώτερο σκοπό την ανθεκτικότητα σε οικονομικές αναταράξεις, τη μελλοντική ανάπτυξη και βιωσιμότητα της τουριστικής βιομηχανίας, θα πρέπει να εστιάζει σε επιμέρους τομείς, όπως:

  • Ο ψηφιακός μετασχηματισμός των τουριστικών μονάδων και ο περιορισμός του περιβαλλοντικού αποτυπώματος
  • Η επένδυση σε σύγχρονες τουριστικές υποδομές, ή ο εκσυγχρονισμός υφιστάμενων μονάδων
  • Η προσέλκυση, επανεκπαίδευση και εξειδίκευση του εργατικού δυναμικού βάσει των αναγκών της αγοράς, με τεχνικές γνώσεις, αλλά και διοικητικές δεξιότητες
  • Η ανάδειξη νέων τουριστικών προορισμών, για την αντιμετώπιση φαινομένων υπερτουρισμού
  • Η επέκταση της τουριστικής περιόδου και η ανάδειξη άλλων πτυχών τουρισμού, με σκοπό τη διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος (π.χ. αγροτουρισμός, θεματικός τουρισμός, ανάδειξη χειμερινών προορισμών), στοχεύοντας στην κατανομή των τουριστικών ροών σε περισσότερες περιφέρειες, με μεγαλύτερη χρονική διασπορά κατά τη διάρκεια του έτους
  • Η παροχή υπηρεσιών προσωποποιημένης εμπειρίας, κάνοντας μεγαλύτερη χρήση των διασυνδεδεμένων κλάδων και των πόρων της εγχώριας οικονομίας
  • Το άνοιγμα σε νέες αγορές και η προσέλκυση τουριστών που θα αφήνουν υψηλότερη προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία
  • Η αξιοποίηση εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων.

Κάποιες από τις προαναφερθείσες τάσεις έχουν ήδη γίνει αισθητές στην ελληνική αγορά, επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό και τις νέες επενδύσεις στον κλάδο. Όλο και περισσότεροι ταξιδιώτες, κυρίως σε καθιερωμένους προορισμούς, αλλά και στην ευρύτερη Ελλάδα, δείχνουν προτίμηση για καταλύματα με όσο το δυνατόν χαμηλότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Οι περισσότερες νέες μονάδες, σχεδιάζονται με γνώμονα την εφαρμογή πρακτικών αειφόρου ανάπτυξης, ενώ τοποθετούνται στις κατηγορίες 4* και 5*, καθώς παρατηρείται αυξανόμενη ζήτηση για πολυτελή / σύγχρονα καταλύματα και σχετιζόμενες υπηρεσίες υψηλών προδιαγραφών.

Πέραν των ήδη εδραιωμένων τουριστικών προορισμών, παρατηρείται μεγάλη κινητικότητα και στις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας από πλευράς αφίξεων, οι οποίες οδηγούν σε νέες επενδύσεις. Σε αυτό, έχουν συμβάλλει και οι αλλαγές στον τρόπο εργασίας (remote – digital nomads). Συγκεκριμένα, οι αδειοδοτήσεις ξενοδοχείων πόλεων, αφορούν, είτε την αναβάθμιση υφιστάμενων κτιριακών υποδομών, είτε την ανέγερση νέων «πράσινων» και αειφόρων κτιρίων. Για την περίοδο 2017-2022, τα 4* και 5* ξενοδοχεία στον κεντρικό τομέα Αθηνών και Θεσσαλονίκης, αυξήθηκαν με μέσο ρυθμό 15% και 9%, αντιστοίχως.

Επιπλέον, παρατηρείται επενδυτική δραστηριότητα, τόσο σε εδραιωμένους προορισμούς, όπως η Κρήτη, οι Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα, τα Επτάνησα, αλλά και σε νέους, ανερχόμενους προορισμούς, όπως η Εύβοια, η Αργολίδα, η Κορινθία, η Δυτική Ελλάδα και τα νησιά του Βορειανατολικού Αιγαίου, που σχετίζεται με την ανάπτυξη σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων. Οι εν λόγω αναπτύξεις προσφέρουν στους επισκέπτες τη δυνατότητα απόκτησης εξοχικής κατοικίας, αλλά και ενός επενδυτικού προϊόντος εντός των σύνθετων τουριστικών καταλυμάτων, ταυτόχρονα, συνεισφέροντας στην τοπική οικονομία και την επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ μπορούν να διεκδικήσουν προνόμια, όπως η «Golden Visa».

Η αναγνώριση του ελληνικού τουρισμού σε διεθνή φόρουμ (όπως «World Travel Awards», Ομάν, Νοέμβριος 2022), οι υψηλές του επιδόσεις και η διάθεση επικαιροποιημένων και νέων επενδυτικών και χρηματοδοτικών εργαλείων, έχουν συνεισφέρει στη βελτίωση του επενδυτικού προφίλ της χώρας. Χαρακτηριστικά, το 2022, ολοκληρώθηκαν εμβληματικές συναλλαγές, όπως η στρατηγική συνεργασία της Sani/Ikos με την GIC και η απόκτηση των GHotels από την Goldman Sachs Asset Management.

Σήμερα, η δεξαμενή των παραδοσιακών χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως οι δράσεις του ΕΣΠΑ, ο Αναπτυξιακός Νόμος, ή το πλαίσιο των Στρατηγικών Επενδύσεων, έχει ενισχυθεί σημαντικά με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Τ.Α.Α.) που αφορούν σε επιδοτήσεις και δάνεια. Ειδικότερα, οι επιχειρήσεις του τουριστικού κλάδου μπορούν να κάνουν χρήση οριζόντιων επιδοτούμενων προγραμμάτων, όπως π.χ. τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, ή εξειδικευμένων, που αφορούν τον αγροτουρισμό, την αναβάθμιση δεξιοτήτων του προσωπικού, τη δημιουργία ή αναβάθμιση εγκαταστάσεων ιαματικού τουρισμού, κ.α.. Ωστόσο, η χρήση του δανειοδοτικού σκέλους του Τ.Α.Α. παρέχει μεγαλύτερη ευελιξία και πλεονεκτήματα, όπως, ενδεικτικά, την αυτοδίκαιη λήψη δανείου Τ.Α.Α. για το 40% του επιλέξιμου προϋπολογισμού, το οποίο δύναται να αυξηθεί στο μέγιστο 50% με την προσθήκη πράσινων ή ψηφιακών δράσεων, β) την ένταξη (για πρώτη φορά) στον επιλέξιμο προϋπολογισμό δαπανών, όπως η αγορά γης ή χρηματοδότηση κεφαλαίου κίνησης ή ΦΠΑ ή εξόδων προώθησης, και γ) την έλλειψη μέγιστου ορίου επένδυσης, μεταξύ άλλων. Το βασικό πλεονέκτημα, ωστόσο, των δανείων του Τ.Α.Α. εστιάζεται στο ύψος, τη διάρκεια, αλλά και το είδος του επιτοκίου. Ειδικότερα, το επιτόκιο μπορεί να διαμορφωθεί έως 1% για τις μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις και 0,35% για τις μικρές και πολύ μικρές, με διάρκεια έως και 15 έτη, αλλά το πιο σημαντικό όλων είναι ότι είναι τελικό, και παραμένει σταθερό καθόλη τη διάρκεια του δανείου, συμβάλλοντας στην εξοικονόμηση σημαντικών ποσών σε τόκους.

(*) Ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, είναι  Εταίρος και Επικεφαλής του Τμήματος Συμβούλων Εταιρικής Στρατηγικής και Συναλλαγών της EY Ελλάδος

Tagged

1 σχόλιο στο “Ελληνικός Τουρισµός: Τάσεις, Προοπτικές και Χρηµατοδοτικά Εργαλεία για Επενδύσεις

Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *