ΙΟΒΕ: -6,6% το 2012, συμβάλει σημαντικά ο Τουρισμός

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ
– Πολύ σημαντικός πυλώνας ο Τουρισμός
 

Ύφεση 6,6% για το 2012 εκτιμά το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην τελευταία τριμηνιαία οικονομική έκθεσή του για την ελληνική οικονομία που παρουσιάστηκε χθες, έναντι παλαιότερης πρόβλεψης 6,9% σε προηγούμενη έκθεση. Η εκτίμηση για την ανεργία διαμορφώνεται στο 24,2% για το 2012, από 23,6% στην προηγούμενη έκθεση, ενώ το Ινστιτούτο εκτιμά ότι η χώρα μας μπορεί να είναι σε θέση να εξυπηρετήσει το χρέος της γύρω στο τέλος της δεκαετίας, χωρίς περαιτέρω βοήθεια από τους πιστωτές της, πέρα από κάποιες συνήθεις σε παρόμοιες καταστάσεις διευκολύνσεις.
Παράλληλα σημειώνει για μια ακόμη φορά την σημασία του Τουρισμού στην ελληνική οικονομία, ενώ παραθέτει μια σειρά τομέων στους οποίους έχει συντελεστεί σημαντική πρόοδος:

– Έχει επιτευχθεί μείωση του ελλείμματος από 36,1δισ. στο τέλος του 2009 σε 19,4 δισ. στο τέλος του 2011 και στόχο 13,7 δισ. στο τέλος του 2012. Σημειώνουμε ότι σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, αυτή είναι η μεγαλύτερη μείωση ελλείμματος που επιτεύχθηκε ποτέ σε χώρα της Ευρωζώνης.
– Το έλλειμμα ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών από 34,8 δισ. το 2008 περιορίστηκε σε 21,1 δισ. το 2011.
– Το πρωτογενές έλλειμμα από 10,4 % του ΑΕΠ το 2009 στο 1,4% φέτος. Υπογραμμίζουμε ότι, πάλι σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, ο ρυθμός δημοσιονομικής σταθεροποίησης κατά 4% περίπου ετησίως, είναι ο μεγαλύτερος που έχει επιτευχθεί σε οποιαδήποτε χώρα του αναπτυγμένου κόσμου τις τελευταίες δεκαετίες.
– Γενικά, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Προόδου στις Προσαρμογές  (Euro Plus Monitor) η Ελλάδα είναι μετά την Εσθονία η δεύτερη σε πρόοδο προσαρμογών χώρα στην Ευρωζώνη, ενώ με βάση τον αντίστοιχο δείκτη του ΟΟΣΑ είναι πρώτη.
Και συνεχίζει : “Αλλά και για τα χιλιόμετρα της μαραθώνιας διαδρομής που απομένουν να διανυθούν, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι, παρ’ όλο το βραχυπρόθεσμα υφεσιακό τους αποτέλεσμα, τα δημοσιονομικά μέτρα μπορούν να συμβάλουν στην δημιουργία αναπτυξιακών προοπτικών, αφού με αυτά εξομαλύνεται η μελλοντική χρηματοδότηση της χώρας, βελτιώνονται οι δυνατότητες περαιτέρω πολιτικών διαπραγματεύσεων για μελλοντικές εξελίξεις, αλλά κυρίως διασφαλίζεται το βασικό ζητούμενο της σταθεροποιητικής πολιτικής που είναι η ταχύτερη επίτευξη δηλαδή πρωτογενούς πλεονάσματος. Σε μεγάλο βαθμό τέλος, εκλείπει η στρατηγική αβεβαιότητα για τη θέση της χώρας στο διεθνές περιβάλλον, η διασφάλιση δηλαδή της παραμονής της στο Ευρώ.
Επίσης, οι εκτιμήσεις (σενάρια) για την μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας δεν είναι αποκαρδιωτικές. Το ΙΟΒΕ δεν υιοθετεί καμία συγκεκριμένη εκτίμηση για την πιθανότερη μελλοντική πορεία του ελληνικού δημόσιου χρέους και αυτό επειδή η εκτίμηση αυτή περιβάλλεται από σημαντικές αβεβαιότητες που συνδέονται με τις γενικότερες μακροοικονομικές εξελίξεις. Η προσέγγιση που ακολούθησε το ΙΟΒΕ είναι αυτή των εναλλακτικών προσομοιώσεων που διενεργήθηκαν με τη βοήθεια ενός δυναμικού μακροοικονομικού υποδείγματος που διατηρούμε στο ΙΟΒΕ. Το πλεονέκτημα αυτής της προσέγγισης είναι ότι λαμβάνεται πλήρως υπόψη η αλληλεπίδραση δημοσιονομικής πολιτικής και οικονομικής δραστηριότητας. Κατά συνέπεια τυχόν καλύτερες αναπτυξιακές επιδόσεις αντανακλώνται άμεσα στο έλλειμμα και έχουν ενδογενώς ευνοϊκές επιπτώσεις στη διαδρομή του χρέους”.
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον εύρημα εδώ είναι ότι ακόμα και μια μέτρια αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων από το 2013 οδηγεί σε σημαντικούς ρυθμούς μεγέθυνσης του ΑΕΠ. Ειδικότερα, μια σταδιακή ενίσχυση των επιχειρηματικών επενδύσεων,  ώστε ο μέσος όρος στην περίοδο 2013-2020 ως ποσοστό του ΑΕΠ να διαμορφωθεί στο 13%, (οριακά υψηλότερος του αντίστοιχου μέσου όρου την περίοδο 2002-2008 που ήταν 12,7%), οδηγεί σε μια άνοδο του ρυθμού ανόδου του πραγματικού ΑΕΠ που υπερβαίνει το ρυθμό ανόδου στην προσομοίωση αναφοράς κατά 0,5 της ποσοστιαίας μονάδας για όλα τα χρόνια της περιόδου 2013-2020 (αν για παράδειγμα ο ρυθμός ανόδου του ΑΕΠ πριν την άνοδο των επενδύσεων για μια χρονιά ήταν 3% τώρα γίνεται 3,5%), άνοδος  που μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2020 μπορεί να έχει αναπληρώσει σχεδόν ολοκληρωτικά της απώλειες της περιόδου της ύφεσης.
Αλλά πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι σε όλα τα σενάρια η πορεία του δημοσίου χρέους είναι πτωτική μετά το 2013.

 Ο Τουρισμός
Σε ειδικό κεφάλαιο για τον τουρισμό αναφέρονται τα εξής:
“Για την ελληνική οικονομία, ο τουρισμός αποτελεί κεντρικό πυλώνα ανάπτυξης με σημαντική συνεισφορά στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, στην απασχόληση και στις επενδύσεις. Η πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, η εκτεταμένη ακτογραμμή και το φυσικό περιβάλλον είναι ορισμένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που καθιστούν τη χώρα από τους σημαντικότερους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως.
Για το σκοπό αυτό η σημασία του τουρισμού για την Ελλάδα πρέπει να αναλυθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να συμπεριλάβει όχι μόνο συνήθη μεγέθη για την απεικόνιση της τουριστικής ζήτησης, αλλά και την ευρύτερη επίδρασή του στην ελληνική οικονομία. Η ανάδειξη των διακλαδικών σχέσεων του τουριστικού τομέα αποτελεί ένα εργαλείο κατανόησης της πολύπλευρης συνεισφοράς του τουρισμού, το οποίο μπορεί να ενταχθεί στο ευρύτερο πλαίσιο πολιτικής για τη βελτίωση του τουριστικού προϊόντος της χώρας.

Κύρια χαρακτηριστικά του ελληνικού τουρισμού

Βασικό χαρακτηριστικό του ελληνικού τουριστικού προϊόντος αποτελεί ο γεωγραφικός προσδιορισμός της ζήτησης από το εξωτερικό, καθώς στο σύνολό της σχεδόν προέρχεται από την Ευρωπαϊκή ήπειρο, με την αναλογία μάλιστα να μην εμφανίζει μεταβολή την τελευταία δεκαετία. Σε επίπεδο χωρών, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν διαχρονικά τις παραδοσιακές αγορές από τις οποίες προέρχεται ο μεγαλύτερος αριθμός ξένων επισκεπτών, αν και το μερίδιο τους βαίνει μειούμενο τα τελευταία χρόνια.
Την τελευταία δεκαετία ωστόσο, αναδείχθηκαν νέες χώρες-αγορές από τις οποίες η Ελλάδα προσελκύει σημαντικό αριθμό επισκεπτών. Οι χώρες αυτές είναι κυρίως η Ρωσία και οι γειτονικές Βαλκανικές με τις αφίξεις να αντισταθμίζουν εν μέρει την κάμψη από άλλες χώρες. Ιδιαίτερα οι αφίξεις από την Ρωσία εμφανίζουν σημαντική αύξηση τα τελευταία χρόνια, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην ενίσχυση των τουριστικών εισπράξεων, καθώς η μέση δαπάνη των επισκεπτών από τη χώρα αυτή κυμαίνεται σε διπλάσιο σχεδόν επίπεδο από τον αντίστοιχο μέσο όρο στο σύνολο των ξένων επισκεπτών (1.099 ευρώ έναντι 640 ευρώ μέση δαπάνη ανά ταξίδι το 2010).
Η συνεισφορά του τουρισμού στην ελληνική οικονομία αποτυπώνεται στις τουριστικές εισπράξεις (τη δαπάνη δηλαδή των ξένων επισκεπτών κατά την επίσκεψή τους στην Ελλάδα) η οποία αποτελεί το 5% (μέσος όρος πενταετίας 2005-2010) του ΑΕΠ, αναλογία που είναι υψηλότερη συγκριτικά με άλλες τουριστικά αναπτυγμένες χώρες της Μεσογείου, όπως η Ισπανία και η Τουρκία.

Μεθοδολογία για την εκτίμηση της επίδρασης του τουρισμού στους εγχώριους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας

Σε αντίθεση με σημαντικούς κλάδους της οικονομίας, όπως η Γεωργία, η Βιομηχανία, το Εμπόριο, οι Κατασκευές, κλπ., η οικονομική δραστηριότητα του τουρισμού δεν αποτυπώνεται σε ένα μεμονωμένο κωδικό στο Σύστημα Εθνικών Λογαριασμών. Η ιδιαιτερότητα του τουρισμού εντοπίζεται στον προσδιορισμό του κλάδου με βάση τη ζήτηση που προέρχεται από συγκεκριμένη κατηγορία καταναλωτών, τους ταξιδιώτες. Ένα άτομο καταναλώνει αγαθά-υπηρεσίες που σχετίζονται με τον τουρισμό όταν πραγματοποιεί ένα ταξίδι (ή μια επίσκεψη) σε μια περιοχή άλλη από εκείνη της μόνιμης κατοικίας του για χρονικό διάστημα μικρότερο του έτους και σκοπό άλλο από εκείνο της εργασίας.
Η σύνδεση ενός προϊόντος με τον τουρισμό καθορίζεται από την ιδιότητα του καταναλωτή ως επισκέπτη σε έναν προορισμό. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιείται ο όρος «τουριστικό χαρακτηριστικό προϊόν», για να περιγράψει αγαθά και υπηρεσίες η ζήτηση των οποίων θα ήταν πολύ μικρή σε μια οικονομία όπου ο τουρισμός δεν θα είχε αναπτυχθεί. Επομένως, οι κατηγορίες προϊόντων που χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της τουριστικής δαπάνης συνδέονται με τις ανάγκες ενός επισκέπτη σε μια περιοχή που δεν αποτελεί τον τόπο μόνιμης κατοικίας του και διακρίνονται στα καταλύματα, στην διατροφή (φαγητό και ποτά), στις μεταφορές, στις υπηρεσίες των ταξιδιωτικών πρακτορείων, στις ψυχαγωγικές-πολιτιστικές δραστηριότητες και στις αγορές αναμνηστικών, αλλά και προϊόντων καθημερινής χρήσης.
Μεθοδολογικά, η εκτίμηση της επίδρασης του τουρισμού στην ελληνική οικονομία έγινε με την χρήση των πινάκων εισροών-εκροών της ελληνικής οικονομίας, προσαρμοσμένων με πρωτογενή στοιχεία από έρευνα στις τουριστικές επιχειρήσεις για τον προσδιορισμό των συντελεστών παραγωγής στους τουριστικούς κλάδους. Θεωρώντας την τουριστική δαπάνη ως μια εξωγενή μεταβολή στην τελική ζήτηση (αντίστοιχα και τις επενδύσεις), υπολογίζονται η συνολική επίδραση στην ελληνική οικονομία με τη χρήση του υποδείγματος εισροών-εκροών του Leontief.
Με τη μέθοδο αυτή στάθηκε δυνατό να εκτιμηθεί η άμεση, η έμμεση, αλλά και η προκαλούμενη επίδραση των δραστηριοτήτων που συνθέτουν τον τουρισμό. Η άμεση επίδραση αντανακλά τις μεταβολές του επιπέδου της παραγωγής λόγω της τουριστικής κατανάλωσης, σε συνδυασμό με την αύξηση των αρχικών εισροών που χρησιμοποιούν οι τουριστικές επιχειρήσεις.
Αντίστοιχα, η έμμεση επίδραση αντιπροσωπεύει τις πρόσθετες θετικές επιπτώσεις στην οικονομία από την πλευρά των παραγωγικών μονάδων που προμηθεύουν τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τουρισμό, ενώ η προκαλούμενη επίδραση περιγράφει τη μεταβολή στη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες στην οικονομία, ως αποτέλεσμα του εισοδήματος που λαμβάνουν τα νοικοκυριά κατά μήκος της αλυσίδας αξίας των τουριστικών προϊόντων και υπηρεσιών.

Η Επίδραση του τουρισμού στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα

Η συνολική επίδραση στην ελληνική οικονομία από την εσωτερική τουριστική δαπάνη (τη δαπάνη δηλαδή από αλλοδαπούς επισκέπτες που επισκέπτονται την Ελλάδα, αλλά και ημεδαπούς επισκέπτες στο εσωτερικό της χώρας) και τις επενδύσεις που σχετίζονται με τον τουρισμό εκτιμάται στα 34,4 δισεκ. ευρώ ή 15,1% του ΑΕΠ  εκ των οποίων τα 15,2 δισεκ. ευρώ αντιπροσωπεύουν την άμεση επίδραση από την ανάπτυξη του τουριστικού προϊόντος στην Ελλάδα. Εξάλλου εκτιμάται ότι για κάθε 1.000 ευρώ τουριστικής δαπάνης το ακαθάριστο προϊόν της ελληνικής οικονομίας αυξάνεται κατά 2.220 ευρώ περίπου.
Ταυτόχρονα, η επίτευξη του στόχου των 20 εκατ. αφίξεων αλλοδαπών επισκεπτών στην Ελλάδα, θα είχε ως αποτέλεσμα οι τουριστικές εισπράξεις από το εξωτερικό να ανέλθουν τουλάχιστον στα 12,8 δισεκ. ευρώ, ενώ σε όρους συνολικής επίδρασης στο ΑΕΠ η επιπλέον επίδραση θα ξεπερνούσε τα 7 δισεκ. ευρώ σε σχέση με το 2010.
Στη διαμόρφωση της άμεσης επίδρασης από την τουριστική δαπάνη, η μεγαλύτερη συνεισφορά προέρχεται από τις υπηρεσίες καταλύματος και δευτερευόντως από την εστίαση, με αποτέλεσμα οι δύο αυτές κατηγορίες να αποτελούν σχεδόν τα 2/3 της άμεσης επίδρασης του τουρισμού από την τουριστική δαπάνη.
Στον τομέα των μεταφορών, η συνεισφορά στο εγχώριο προϊόν λόγω της ανάπτυξης του τουριστικού προϊόντος ξεπερνά τα 3,1 δισεκ. ευρώ (ή 22% της συνολικής άμεσης επίδρασης), με σημαντικότερη εκείνη του κλάδου των θαλάσσιων μεταφορών στον οποίο εντάσσεται ένα εκτεταμένο δίκτυο ακτοπλοϊκών δραστηριοτήτων, όπως επίσης και δραστηριοτήτων σχετικών με τον θαλάσσιο τουρισμό. Αντίστοιχα, η επίδραση από τις οδικές μεταφορές (π.χ. τουριστικά λεωφορεία, ταξί και άλλα μέσα για την μετακίνηση των επισκεπτών σε μια περιοχή) εκτιμάται στο 7% περίπου, ενώ ελαφρώς μικρότερη είναι η συνεισφορά από τον κλάδο των επιβατικών αερομεταφορών (5%).
Στις επιμέρους κατηγορίες που σχετίζονται με την τουριστική κατανάλωση, η συνεισφορά από τις αγορές αγαθών λιανικού εμπορίου εκτιμάται στο 5% της συνολικής άμεσης επίδρασης. Σχεδόν αντίστοιχη, είναι η αναλογία για τις Ψυχαγωγικές-Πολιτιστικές-Αθλητικές Δραστηριότητες και τα Ταξιδιωτικά γραφεία, ενώ στις Ενοικιάσεις αυτοκινήτων το ποσοστό ανέρχεται στο 2%. Η μικρότερη επίδραση καταγράφεται στη Διοργάνωση Εμπορικών Εκθέσεων-Συνεδρίων (1%) γεγονός όμως, που αντανακλά τις θετικές επιπτώσεις -σε όρους δημιουργίας προστιθέμενης αξίας- από την πραγματοποίηση συνεδρίων κυρίως για τα ξενοδοχεία και την εστίαση.
Από την άλλη πλευρά, οι κυριότεροι κλάδοι που (έμμεσα) επωφελούνται από τον ρόλο τους ως προμηθευτές των τουριστικών κλάδων είναι το Εμπόριο, ο κλάδος της διαχείρισης ακίνητης περιουσίας, όπως και οι Χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (δηλαδή τράπεζες και ασφαλιστικές υπηρεσίες όπου η έμμεση επίδραση ξεπερνά τα 570 εκατ. ευρώ). Θετικά επηρεάζεται επίσης η επιχειρηματική δραστηριότητα στις Κατασκευές και τις Τηλεπικοινωνίες, όπως και ο Πρωτογενής τομέας (Γεωργία, Κτηνοτροφία και Αλιεία) αλλά και η εγχώρια βιομηχανική παραγωγή (Βιομηχανία τροφίμων, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κ.ά.,). 
Η επίδραση του τουρισμού στην απασχόληση
ο τουρισμός συμβάλλει στην προώθηση της κοινωνικής συνοχής προσφέροντας αναπτυξιακές και επιχειρηματικές ευκαιρίες ιδιαίτερα σε περιοχές της χώρας, όπως τις νησιωτικές, που χαρακτηρίζονται από πληθυσμιακή συρρίκνωση, ενισχύοντας ταυτόχρονα το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων τους μέσα από τις θέσεις εργασίας που δημιουργεί. Η απασχόληση στον τουριστικό τομέα χαρακτηρίζεται ως εντάσεως εργασίας, καθώς για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών που σχετίζονται με τη ζήτηση από τους επισκέπτες χρησιμοποιείται συγκριτικά περισσότερη εργασία έναντι κεφαλαιουχικού εξοπλισμού.
Η άμεση και έμμεση τουριστική απασχόληση στην Ελλάδα το 2010, εκτιμάται σε 446 χιλ. εργαζόμενους ή 9% του συνόλου των απασχολούμενων της χώρας.
Αντίστοιχα, η προκαλούμενη επίδραση στην απασχόληση ως αποτέλεσμα της καταναλωτικής δαπάνης των απασχολούμενων κατά το μήκος της αλυσίδας αξίας του τουριστικού προϊόντος ανέρχεται στις 295 χιλ. Έτσι, η συνολική επίδραση του τουρισμού στην απασχόληση διαμορφώνεται στις 741 χιλ. ή 16% της συνολικής απασχόλησης της χώρας.
Η επίδραση του τουρισμού στα φορολογικά έσοδα
Εξίσου σημαντική είναι και η συμβολή του τουρισμού στα έσοδα από την έμμεση φορολογία, τους φόρους δηλαδή (ΦΠΑ, φόροι και δασμοί επί των προϊόντων που εισάγονται και Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης) που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις για την αγορά προϊόντων και υπηρεσιών ως εισροές στην παραγωγική τους διαδικασία. Φόροι επί των υπηρεσιών που προσφέρουν οι τουριστικές επιχειρήσεις στους πελάτες τους, όπως για παράδειγμα ο ΦΠΑ που καταβάλλεται από τον καταναλωτή για τη διαμονή του σε ένα ξενοδοχειακό κατάλυμα, δεν αποτυπώνεται σε κλαδικό επίπεδο στο σύστημα των πινάκων εισροών-εκροών.
Η άμεση επίδραση στα φορολογικά έσοδα ανέρχεται σε 762 εκατ. ευρώ, ενώ συμπεριλαμβανομένης και της ιδιωτικής κατανάλωσης η συνεισφορά ενισχύεται κατά 411 εκατ. ευρώ. Σωρευτικά, η συμβολή στα φορολογικά έσοδα εκτιμάται σε 1,4 περίπου δισεκ. ευρώ, επίδοση που αντιστοιχεί στο 5% των συνολικών εσόδων του κράτους το 2010 από την έμμεση φορολογία.
Οι αναπτυξιακές δυνατότητες του τουριστικού προϊόντος
Οι εκτιμήσεις για τη συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία που παρουσιάστηκαν αναδεικνύουν τη δυναμική του στο πλαίσιο της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας τα επόμενα έτη. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να δοθεί έμφαση σε ανεκμετάλλευτους μέχρι σήμερα πόρους-δραστηριότητες που θα ενισχύσουν την τουριστική ζήτηση, όπως και στην ανάδειξη της σχέσης μεταξύ τιμής και ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών από την πλευρά των τουριστικών επιχειρήσεων. Είναι επομένως απαραίτητη, η αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών τουρισμού οι οποίες θα λειτουργήσουν συμπληρωματικά στο υφιστάμενο πρότυπο γύρω από τον ήλιο και τη θάλασσα, που αποτελεί τον πυλώνα ανάπτυξης του εγχώριου τουριστικού προϊόντος. Σε ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπως διαμορφώνεται από τις χώρες της Μεσογείου, αλλά και από νέους αναδυόμενους προορισμούς, μορφές τουρισμού, όπως ο τουρισμός πόλεων (τουλάχιστον στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη), ο συνεδριακός τουρισμός και ο τουρισμός υγείας, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της κρουαζιέρας – ειδικά αυτές που βασίζονται στο home porting – μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά προς την κατεύθυνση αυτή.