Τα περιφερειακά ταξίδια αυξάνονται, νέες αγορές “δεξαμενές” ταξιδιωτών αναπτύσσονται και ένα νέο σύνολο προορισμών τροφοδοτούν τις τουριστικές δαπάνες, ενώ τα παγκόσμια ταξίδια συνεχίζουν να παρουσιάζουν μεγάλη ζήτηση, σύμφωνα με έρευνα της McKinsey.
Αφού μειώθηκαν κατά 75% το 2020, τα ταξίδια θα ανακάμψουν πλήρως μέχρι το τέλος του 2024. Τα εγχώρια ταξίδια αναμένεται να αυξηθούν κατά 3% ετησίως και να φθάσουν τα 19 δισεκατομμύρια διανυκτερεύσεις ανά έτος έως το 2030. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, τα διεθνή ταξίδια θα πρέπει ομοίως να αυξηθούν στον ιστορικό μέσο όρο των 9 δισεκατομμυρίων διανυκτερεύσεων. Οι δαπάνες για ταξίδια αναμένεται να ακολουθήσουν παρόμοια πορεία, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο για 8,6 τρισ. δολάρια το 2024, που αντιστοιχούν περίπου στο 9% του παγκόσμιου ΑΕΠ του τρέχοντος έτους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι άνθρωποι εξακολουθούν να αγαπούν τα ταξίδια και θα συνεχίσουν να αναζητούν νέες εμπειρίες, σε νέα μέρη. Αλλά από πού θα έρχονται οι ταξιδιώτες και πού θα πηγαίνουν; Η ανάλυσή της McKinsey εντοπίζει τρία σημαντικά θέματα, που πρέπει να εξετάσουν οι ενδιαφερόμενοι του κλάδου:
– Το μεγαλύτερο μέρος των ταξιδιωτικών δαπανών πραγματοποιείται κοντά στην έδρα του ταξιδιώτη. Οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι θα εκμεταλλευτούν πλήρως το δυναμικό των εγχώριων ταξιδιών πριν στρέψουν την προσοχή τους στους διεθνείς ταξιδιώτες. Και θα πρέπει να ξεκινήσουν με τους διεθνείς ταξιδιώτες που επισκέπτονται κοντινές χώρες, καθώς τα ενδοπεριφερειακά ταξίδια αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ταξιδιωτικό τμήμα, μετά τα εγχώρια ταξίδια.
– Οι αγορές προέλευσης ταξιδιωτών μετατοπίζονται. Παρόλο που οι καθιερωμένες αγορές “πηγές” εξερχόμενων τουριστών εξακολουθούν να αποτελούν την έδρα των παγκόσμιων ταξιδιών, η Ανατολική Ευρώπη, η Ινδία και η Νοτιοανατολική Ασία εξελίσσονται σε ταχέως αναπτυσσόμενες “πηγές” εξερχόμενου τουρισμού.
– Οι προορισμοί του μέλλοντος μπορεί να μην είναι αυτοί που πιστεύουμε. Παράλληλα με τους διαχρονικά αγαπημένους προορισμούς, μέρη που δεν ήταν στους ταξιδιωτικούς εφευρίσκουν έξυπνους τρόπους να προσελκύσουν διεθνείς ταξιδιώτες και να καθιερωθούν ως επιθυμητοί προορισμοί.
Το μεγαλύτερο μέρος των ταξιδιωτικών δαπανών πραγματοποιείται κοντά στην έδρα του ταξιδιώτη
Τα διεθνή ταξίδια μπορεί να μοιάζουν πιο λαμπερά, αλλά οι φορείς του τουρισμού δεν πρέπει να ξεχνούν ότι τα εγχώρια ταξίδια εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς, αντιπροσωπεύοντας το 75% των παγκόσμιων ταξιδιωτικών δαπανών.
Τα εγχώρια ταξίδια ανέκαμψαν από την πανδημία COVID-19 ταχύτερα από ό,τι τα διεθνή ταξίδια, όπως είναι σύνηθες για την έξοδο από την ύφεση. Και παρόλο που υπήρξε μια πρόσφατη έκρηξη στα “ταξίδια εκδίκησης”, με τους ταξιδιώτες να δίνουν προτεραιότητα στα διεθνή ταξίδια που καθυστέρησαν λόγω της πανδημίας, αναμένεται επιστροφή στα προ-πανδημικά πρότυπα, όπου τα εγχώρια ταξίδια αντιστοιχούν στο 70% των δαπανών, μέχρι το 2030.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μεγαλύτερη εγχώρια ταξιδιωτική αγορά στον κόσμο με ετήσια δαπάνη 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων. Το εξήντα οκτώ τοις εκατό όλων των ταξιδιών που ξεκινούν στις Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν εντός των συνόρων τους.
Η εγχώρια ταξιδιωτική αγορά των 744 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Κίνας, είναι αυτή τη στιγμή η δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο, ενώ αναμένεται να αυξάνεται κατά 12% ετησίως, να ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και να γίνει η μεγαλύτερη στον κόσμο μέχρι το 2030.
Η Ινδία, επί του παρόντος η έκτη μεγαλύτερη εγχώρια ταξιδιωτική αγορά στον κόσμο από άποψη δαπανών, είναι μια ακόμη ακμάζουσα περιοχή για εγχώρια ταξίδια. Με την αυξανόμενη μεσαία τάξη της υποηπείρου να τροφοδοτεί την αύξηση των ταξιδιωτικών δαπανών κατά περίπου 9% ετησίως, η εγχώρια αγορά της Ινδίας θα μπορούσε να ξεπεράσει την Ιαπωνία και το Μεξικό και να γίνει η τέταρτη μεγαλύτερη στον κόσμο έως το 2030.
Οι αγορές προέλευσης ταξιδιωτών μετατοπίζονται
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Κίνα και η Γαλλία παραμένουν οι πέντε μεγαλύτερες χώρες προέλευσης ταξιδιωτών παγκοσμίως, με αυτή τη σειρά. Αυτές οι χώρες αντιπροσώπευαν συλλογικά το 38% των διεθνών ταξιδιωτικών δαπανών το 2023 και αναμένεται να παραμείνουν οι πέντε κορυφαίες αγορές προέλευσης μέχρι το 2030. Όμως, το ενδιαφέρον για ταξίδια αναπτύσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου – προκαλώντας μια μετατόπιση στην ισορροπία των εξερχόμενων ταξιδιωτικών ροών.
Η ιλιγγιώδης αύξηση του ΑΕΠ της Ινδίας κατά 6% σε ετήσια βάση ενισχύει μια νέα γενιά ταξιδιωτών, με αποτέλεσμα μια προβλεπόμενη ετήσια αύξηση των ταξιδιωτικών δαπανών κατά 9% από τώρα έως το 2030. Η εστίαση της ανάπτυξης έχει απομακρυνθεί από μεγάλες μητροπόλεις όπως η Βομβάη και το Δελχί και προς τις ταχέως αναπτυσσόμενες, μικρότερες πόλεις όπως το Chandigarh και το Hyderabad.
Οι ταξιδιωτικές δαπάνες της Νοτιοανατολικής Ασίας προβλέπεται να αυξηθούν κατά περίπου 7% ετησίως. Θύλακες ιδιαίτερα υψηλής ανάπτυξης υπάρχουν στην Καμπότζη, τη Μαλαισία και τις Φιλιππίνες.
Εν τω μεταξύ, οι ταξιδιωτικές δαπάνες των Ανατολικοευρωπαίων αναμένεται να αυξηθούν κατά 7% ετησίως έως το 2030 -δύο ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερες από τις δαπάνες των Δυτικοευρωπαίων. Οι περιοχές με ιδιαίτερα υψηλή ανάπτυξη περιλαμβάνουν την Τσεχία, την Ουγγαρία και την Πολωνία.
Αν και ο αριθμός των ταξιδιωτών από αυτές τις νέες αγορές προέλευσης αυξάνεται, η αγοραστική τους δύναμη παραμένει σχετικά περιορισμένη. Σε σύγκριση με τους Δυτικοευρωπαίους ταξιδιώτες (που κατά μέσο όρο ξοδεύουν 159 $ ανά διανυκτέρευση στο σύνολο των ταξιδιωτικών δαπανών), οι Νοτιοασιάτες ξοδεύουν 20% λιγότερα, οι Ανατολικοευρωπαίοι ξοδεύουν 40% λιγότερα και οι ταξιδιώτες από Νοτιοανατολή Ασία ξοδεύουν 55% λιγότερα.
Οι προορισμοί του μέλλοντος μπορεί να μην είναι αυτοί που πιστεύουμε
Οι δέκα κορυφαίες χώρες προορισμού του κόσμου (Ηνωμένες Πολιτείες, Ισπανία, Κίνα, Γαλλία, Σαουδική Αραβία, Τουρκία, Ιταλία, Ταϊλάνδη, Ιαπωνία και Ινδία, με αυτή τη σειρά) λαμβάνουν επί του παρόντος το 45% του συνολου των ταξιδιωτικών δαπανών, συμπεριλαμβανομένων των ταξιδιών εσωτερικού. Αλλά μερικές νέες τοποθεσίες κερδίζουν “έδαφος”.
Ένας σημαντικός αριθμός ταξιδιωτών διευρύνει τους ορίζοντές του, κάνοντας κράτηση για ταξίδια σε λιγότερο επισκέψιμες χώρες, που βρίσκονται κοντά σε καθιερωμένους προορισμούς. Για παράδειγμα, το Λάος και η Μαλαισία, που συνορεύουν και οι δύο με την Ταϊλάνδη- ένας καθιερωμένος προορισμός, που φιλοξενεί την Μπανγκόκ, την πόλη με τις περισσότερες επισκέψεις στον κόσμο, παρουσιάζουν αύξηση κατά 20% και 17%, αντίστοιχα, στις διεθνείς ταξιδιωτικές δαπάνες από έτος σε έτος.
Πολλές άλλες χώρες που έχουν αναπτύξει στρατηγικές για τη δημιουργία τουριστικής ζήτησης, όπως το Περού, οι Φιλιππίνες, η Ρουάντα και το Βιετνάμ, αναμένεται επίσης να αποκομίσουν οφέλη τα επόμενα χρόνια.
Το Βιετνάμ σημείωσε μια αξιοσημείωτη αύξηση 40% στις τουριστικές δαπάνες μια πενταετία πριν από την πανδημία. Μετά την πανδημία, έχει ανακάμψει εν μέρει με την άρση των απαιτήσεων βίζας για τους Ευρωπαίους ταξιδιώτες (ενώ δηλώνει πρόθεση να προσφέρει παρόμοιες εξαιρέσεις στο μέλλον για Κινέζους και Ινδούς ταξιδιώτες).
Εν τω μεταξύ, οι Φιλιππίνες έχουν κάνει μια συντονισμένη προσπάθεια να μετατοπίσουν το προϊόν τους από τον ήλιο και την παραλία προς ένα πιο ολοκληρωμένο προϊόν, αντικαθιστώντας το μακροχρόνιο τουριστικό σλόγκαν “It’s more fun in the Philippines” με το “Love the Philippines”.
Το Περού αναδεικνύει τους λιγότερο επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους, ενώ παράλληλα διαφημίζεται ως κορυφαίος γαστρονομικός προορισμός μέσω της προώθησης περουβιανών εστιατορίων στο εξωτερικό.