Σε χαμηλά επίπεδα διαμορφώνονται οι επιδόσεις των ελληνικών ξενοδοχείων ενάμιση χρόνο μετά την εμφάνιση της πανδημίας, με τις διανυκτερεύσεις να διαμορφώνονται τον φετινό Ιούνιο στο 38% των επιπέδων του Ιουνίου του 2019. Ενώ, τα αντίστοιχα ποσοστά για Αθήνα και Θεσσαλονίκη ανέρχονται σε 43% και για τα resort στο 35%. Την ίδια στιγμή τα έσοδα έφτασαν στο 44% των επιδόσεων του Ιουνίου του 2019. Ωστόσο, διαφαίνονται προοπτικές ανάπτυξης, οι οποίες προκύπτουν και από το γεγονός ότι η Ελλάδα αναδεικνύεται σε πόλος έλξης για τουρίστες υψηλών βαλαντίων, όπως προκύπτει στη μηνιαία έρευνα της GBR Consulting.
Μετά το άνοιγμα του τουρισμού στα μέσα Μαΐου 2021, η τουριστική βιομηχανία άρχισε σιγά-σιγά να ανακάμπτει, με τις διεθνείς αφίξεις στα κύρια αεροδρόμια της χώρας τον Ιούνιο του 2021 να ξεπερνούν το 35% των επιπέδων του 2019.
Στην Αθήνα το 87% των ξενοδοχείων ήταν σε λειτουργία τον Ιούνιο, με τη ζήτηση να παρατηρείται αυξημένη.
Τα έσοδα από το δωμάτιο διαμορφώθηκαν τον Ιούνιο του 2021 στο 39% των επιπέδων του 2019. Αντίστοιχα, στη Θεσσαλονίκη λειτούργησαν περίπου το 88% των δωματίων λειτουργούσαν, με τη ζήτηση και στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης να είναι αυξημένη.
Τα έσοδα των δωματίων τον Ιούνιο του 2021 έφτασαν στο 44% της απόδοσης του Ιουνίου 2019, ενώ περίπου το 72% των resort στην Ελλάδα, που συμμετείχαν στη μηνιαία έρευνα της GBR Consulting ήταν σε λειτουργία τον Ιούνιο του 2021, με τα συνολικά έσοδα να ανέρχονται στο 48% του Ιουνίου του 2019.
Υψηλότερες οι δαπάνες στα θέρετρα
Σύμφωνα με τα δεδομένα του Ιουνίου 2021, τα συνολικά έσοδα ανά κατειλημμένο δωμάτιο στα resorts εμφανίζονται σημαντικά υψηλότερα από τον Ιούνιο του 2020 -με πολύ χαμηλή ζήτηση- αλλά και σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2019. Αυτό θα μπορούσε να υποδηλώνει ότι η Ελλάδα προσελκύει έναν πελάτη υψηλότερου προφίλ, ο οποίος είναι πρόθυμος να ξοδέψει περισσότερα, πιθανώς υποστηριζόμενος από τις διαθέσιμες, πλεονάζουσες αποταμιεύσεις, που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Αυξάνονται τα ξενοδοχειακά brands
Την ίδια στιγμή, με βάση την έρευνα της GBR Consulting, το 10% όλων των ξενοδοχείων, δηλαδή 1.022 μονάδες, και το 32% όλων των ξενοδοχειακών δωματίων είναι επώνυμα. Ως ξενοδοχεία επώνυμα ή branded θεωρούνται τα ξενοδοχεία που αποτελούν μέρος μιας διεθνούς αλυσίδας, με παρουσία σε περισσότερες από μία χώρες. Τα εγχώρια ξενοδοχειακά brand είναι μια εθνική μάρκα με παρουσία σε διάφορες γεωγραφικές περιοχές εντός της Ελλάδας, ενώ τοπικό brand είναι μάρκα με παρουσία περισσότερων από ενός ξενοδοχείων σε μία μόνο γεωγραφική περιοχή και οι κοινοπραξίες περιλαμβάνουν ξενοδοχεία που συνεργάζονται για σκοπούς μάρκετινγκ υπό ένα ενιαίο σχήμα.
Οι κοινοπραξίες έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς με 45%, ακολουθούμενες από διεθνείς και εθνικές μάρκες με 19% η κάθε μία και τοπικές μάρκες με 17%. Στην Ελλάδα, επί του παρόντος, υπάρχουν 198brands, εκ των οποίων τα 63 είναι διεθνή.
Σύμφωνα με την έρευνα, σε σύγκριση με το 2016, ο αριθμός των επώνυμων ξενοδοχείων αυξήθηκε κατά 65% και των επώνυμων δωματίων κατά 59%. Το συνολικό ποσοστό διείσδυσης των brands στην ελληνική ξενοδοχειακή αγορά το 2021 είναι 10%, από 6% το 2016, ενώ το ποσοστό διείσδυσης των δωματίων το 2021 είναι 32%, έναντι 21% το 2016.
Το 2016 υπήρχαν 137 ξενοδοχειακή brands καταχωρημένες στη βάση δεδομένων της GBR, έναντι 198 σήμερα, σημειώνοντας, αύξηση 45%
Τα ξενοδοχεία που βρίσκονται κάτω από την “ομπρέλα” κάποιας διεθνούς αλυσίδας παρουσίασαν τη μεγαλύτερη αύξηση σε ποσοστό 95% το 2021, σε σύγκριση με το 2016, με τα 5άστερα branded ξενοδοχεία να αυξάνονται από 53% το 2016 σε 73% το 2021, ενώ σε επίπεδο δωματίων το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώθηκε από 65% το 2016 σε 83% το 2021.
Μερικές από τις διεθνείς μάρκες που μπήκαν στην ελληνική αγορά τα τελευταία 5 χρόνια είναι: Marriott International (εισήχθησαν με Autograph Collection Hotels, Marriott Hotels and Moxy), Brown Hotels, Cook & Cook’s Club (και οι δύο πρώην Thomas Cook), Hilton Worldwide (εισήχθη με τη συλλογή Curio), Four Seasons, Wyndham Hotel Group (με Dolce Hotels & Resorts, Ramada, Wyndham Grand και Wyndham Hotels & Resorts), Accor (με Angsana, Ibis Styles and MGallery), Labranda Hotels & Resorts (FTI ), OKU Hotels και Pacha Group.
Όπως προκύπτει με βάση την έρευνα, το 2016 η Αθήνα, το Λασίθι (Κρήτη) και η Ηλεία (δυτική Πελοπόννησος) ήταν οι μοναδικές περιοχές της χώρας, όπου η διείσδυση των brands αφορούσε πάνω από το 40% σε επίπεδο δωματίων. Το 2021 τα Δωδεκάνησα και το Ηράκλειο (Κρήτη) προστέθηκαν στη συγκεκριμένη κατηγορία.
Η περιοχή με τα περισσότερα branded δωμάτια είναι τα Δωδεκάνησα, με σχεδόν 40.000, ακολουθούν το Ηράκλειο στην Κρήτη, με σχεδόν 19.000 δωμάτια και η Χαλκιδική, με περίπου 9.500 δωμάτια.
Εύθραυστες οι προοπτικές
Όπως αποτυπώνεται στην έρευνα:
– Η εναέρια κυκλοφορία παρουσιάζει σημαντικές επιταχύνσεις τις τελευταίες εβδομάδες. Οι Έλληνες ξενοδόχοι είναι αισιόδοξοι για τους επόμενους μήνες, αλλά παραμένουν επιφυλακτικοί καθώς η ζήτηση είναι εύθραυστη υπό την απειλή της εξάπλωσης της μετάλλαξης Δέλτα, η οποία είναι πολύ πιο μεταδοτική από την προηγούμενη μετάλλαξη.
– Η σημαντική αυξημένη ζήτηση που υποστηρίζεται από σημαντική πλεονάζουσα εξοικονόμηση θα καθοδηγήσει σίγουρα τον τουρισμό, αλλά οι κυβερνήσεις εφαρμόζουν συνεχώς νέους περιορισμούς για τους εισερχόμενους τουρίστες, αλλά και για τους τουρίστες που επιστρέφουν. Κάθε χώρα καθορίζει τις δικές της ταξιδιωτικές πολιτικές, επομένως δεν υπάρχει εναρμονισμένο σύνολο, ταξιδιωτικών κανόνων στην ΕΕ.
– Επί του παρόντος (29 Ιουλίου 2021) σύμφωνα με το Our World in Data, το 48% του ελληνικού πληθυσμού έχει εμβολιαστεί πλήρως, ενώ το 54% έχει τουλάχιστον εμβολιαστεί με τη μία δόση του εμβολίου. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται πίσω από τους ανταγωνιστές της, όπως είναι η Ισπανία (57% πλήρως εμβολιασμένο, 67% τουλάχιστον μία δόση εμβολίου), η Πορτογαλία (54% πλήρως εμβολιασμένο, 68% τουλάχιστον μία δόση εμβολίου) και η Ιταλία (50% πλήρως εμβολιασμένο, 62% τουλάχιστον μία δόση εμβολίου). Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η Τουρκία, η οποία είναι πολύ πίσω, με μόλις 30% του πληθυσμού της να είναι πλήρως εμβολιασμένο και το 48% εμβολιασμένο με τη μία δόση του εμβολίου.