ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΕΤΣΟΣ : Πολλά τα «αγκάθια» στον κλάδο, και στο … “βάθος” οι εκλογές στον ΣΕΤΕ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

«Γέννηµα – θρέµµα» του Τουρισµού, ο Γιάννης Ρέτσος, είναι το πλέον κατάλληλο πρόσωπο να αναλύσει τα δεδοµένα στην τουριστική-ξενοδοχειακή βιοµηχανία της χώρας.

Μιλώντας χωρίς περιστροφές για τον ρόλο της Πολιτείας στη στήριξη της «βαριάς» µας βιοµηχανίας, για το «παιχνίδι» των τραπεζών στο θέµα των «κόκκινων» δανείων, για το «αγκάθι» του επενδυτικού νόµου και την απώλεια επενδύσεων, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Οµοσπονδίας Ξενοδόχων (Π.Ο.Ξ.), επιχειρεί να ερµηνεύσει την αρνητική εξέλιξη στα έσοδα από τον Τουρισµό, αλλά και το γεγονός ότι η Ελλάδα πήρε το µικρότερο κοµµάτι τουριστών από τις απώλειες της Τουρκίας, κάνοντας, παράλληλα, τις προβλέψεις του για τις αναπτυξιακές προοπτικές του κλάδου.

money&tourismΟ κ. Ρέτσος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και προειδοποιεί για δυναµικό rebound της Τουρκίας, δεν «ανοίγει» τα χαρτιά του για το εάν θα θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία
του Σ.Ε.Τ.Ε., χωρίς ωστόσο να το αποκλείει, ενώ τις όποιες γκρίνιες στο εσωτερικό του κλάδου τις αποδίδει στη µακροχρόνια υφεσιακή κατάσταση της Οικονοµίας και της χώρας, εν γένει.

Σε µια συζήτηση που δεν θα µείνει ασχολίαστη, σε µια ειλικρινή κουβέντα, ο Γιάννης Ρέτσος µιλάει για όλα…


Δείτε τη συνέντευξη σε έντυπη μορφή εδώ


Σε ένα ιδιαίτερο σκηνικό για τον κλάδο του Τουρισμού, με την υπερφορολόγηση να αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό του, οι αφίξεις καταγράφουν θετικό πρόσημο, ενώ, αντίθετα, προβληματισμός προκύπτει για την πορεία των εσόδων. Ποια είναι η άποψή σας και ποιες οι προβλέψεις σας γενικότερα για την πορεία του κλάδου;

– Το σκηνικό που περιγράφετε είναι το αποτέλεσμα ωρίμανσης της αγοράς, η οποία πέρασε από μία πτωτική φάση, που ξεκίνησε το 2008 και κορυφώθηκε το 2012, με τα ελληνικά ξενοδοχεία να έχουν απωλέσει το μισό των εσόδων τους της περιόδου του 2008, σε μία έντονα ανοδική, η οποία διήρκησε από το 2012 μέχρι το 2015. Την τετραετία, μάλιστα, 2012-15, τα νούμερα στο πεδίο των αφίξεων ξεπέρασαν κατά πολύ τις προβλέψεις της McKinsey στη μελέτη της για την ελληνική οικονομία, του 2011, την οποία επικαιροποιεί ο Σ.Ε.Τ.Ε.. Στην παρούσα φάση, λοιπόν, η αγορά έχει ωριμάσει και, πλέον, οι αφίξεις παύουν να είναι το ζητούμενο.

Εδώ και καιρό έχουμε τονίσει ως Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων ότι, θα πρέπει να πάψουμε να επιχαίρουμε για τα νούμερα των αφίξεων και πως χρειάζεται μια πιο ποιοτική ανάλυση των δεδομένων. Στο σημείο αυτό, βέβαια, οφείλω να ομολογήσω ότι τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία στην Ελλάδα είναι πολύ περιορισμένα και δεν μας επιτρέπουν πιο αξιόπιστες προβλέψεις.

Δεν σας πείθουν τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος; Το ρωτάω επειδή γενικά υπάρχει μια αμφισβήτηση γύρω από τα στοιχεία της ΤτΕ.

– Δεν θα μπω σε αυτή τη διαδικασία να αμφισβητήσω τα στοιχεία  της Τραπέζης της Ελλάδος, τα οποία προέρχονται από στατιστική έρευνα. Ο δε τρόπος υπολογισμού των στοιχείων είναι διαχρονικός, ενώ αποτελεί και ευρωπαϊκή πρακτική, αφού η ΤτΕ χρησιμοποιεί την ίδια μεθοδολογία που χρησιμοποιούν όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., τα οποία τηρούν παρόμοια στοιχεία και κάνουν παρόμοιες αναλύσεις. Θεωρώ, λοιπόν, ότι οι όποιες αποκλίσεις έγκεινται στα όρια του στατιστικού λάθους.

Το θέμα είναι ότι δεν διαθέτουμε επαρκή ποιοτικά στοιχεία, με βάση τα οποία να μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί ενώ υπάρχει αύξηση των αφίξεων, η οποία για το σύνολο της χρονιάς μπορεί να ξεπεράσει το ένα εκατομμύριο, δεν υπάρχει ανάλογη αύξηση των εσόδων.

money&tourismΤελικά, πως προβλέπεται να ολοκληρωθεί η φετινή, τουριστική χρονιά και ποιες οι πρώτες εκτιμήσεις για το 2017;

– Το 2016 θα κλείσει με αύξηση των αφίξεων γύρω στο 1 εκατομμύριο, ενώ τα έσοδα, είτε θα παραμείνουν στα ίδια με πέρυσι επίπεδα, είτε θα παρουσιάσουν μια μικρή μείωση.

Για το 2017 όποια πρόβλεψη κι αν κάνουμε στην παρούσα φάση θα είναι παρακινδυνευμένη, αφού η πορεία του τουρισμού μας εξαρτάται από τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας, και, κυρίως, από τις εξελίξεις στην Τουρκία.

Μία σειρά από χώρες, με πρώτη την Τουρκία, αλλά και η Αίγυπτος, η Τυνησία τέθηκαν εφέτος εκτός «παιχνιδιού». Την ίδια στιγμή η τρομοκρατία, η οικονομική κρίση και μια σειρά ακόμη από παράγοντες επηρέασαν αρνητικά τον τουρισμό στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Ποιες είναι οι επιπτώσεις αυτής της κατάστασης στον ελληνικό Τουρισμό, δεδομένου ότι το 2017, με εξαίρεση τις προκρατήσεις από την Αγγλία προς την Ελλάδα, που εμφανίζουν αυξητικές τάσεις, το τοπίο δείχνει θολό;

– Σε όλους αυτούς τους αστάθμητους παράγοντες, στους οποίους αναφερθήκατε, προστίθεται και η απόφαση εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που παρότι προς το παρόν δεν έχει αρνητικές συνέπειες στον ελληνικό Τουρισμό, δημιουργεί έναν επιπλέον «πονοκέφαλο» στην ελληνική, τουριστική και ξενοδοχειακή βιομηχανία.

Πράγματι, οι προκρατήσεις από τη βρετανική αγορά προς τη χώρα μας εμφανίζουν αυξητικούς ρυθμούς, ενώ οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις.

Κάποια αρχικά στοιχεία δείχνουν εξακολουθητική μείωση του τουρισμού στην Τουρκία, εκτιμώ, όμως, ότι οι γείτονές μας, χρησιμοποιώντας κάθε τρόπο και με βασικό «όπλο» τους την ευέλικτη, λόγω του νομίσματός τους, τιμολογιακή πολιτική, το 2017 θα ανακτήσουν μέρος του χαμένου μεριδίου τους.

Από την άλλη, η Βόρεια Αφρική δείχνει να εισέρχεται και πάλι στο «παιχνίδι», προτάσσοντας, κι αυτή με τη σειρά της, ως ελκυστικό παράγοντα τη φθηνή τιμή. Την ίδια στιγμή εμείς δεν έχουμε κανένα περιθώριο άσκησης ευέλικτης τιμολογιακής πολιτικής, εξαιτίας του αυξημένου συντελεστή Φ.Π.Α., που επηρεάζει άμεσα τη διαμόρφωση του τουριστικού πακέτου.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με την έλλειψη επενδύσεων εκσυγχρονισμού, εξαιτίας της απουσίας επενδυτικού νόμου τη διετία 2015-16 (εδώ σας θυμίζω ότι με βάση τη μελέτης της Mckinsey θα έπρεπε κάθε χρόνο να γίνονται επενδύσεις 3 δισ.), που είχε σαν επίπτωση στο θέμα της ποιότητας να παρατηρείται μια στασιμότητα, δημιουργούν ένα εκρηκτικό «μίγμα» για την πορεία του ελληνικού τουρισμού και των τουριστικών-ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Επιχειρήσεις, οι οποίες, σε υψηλό ποσοστό βρίσκονται αντιμέτωπες με έναν πραγματικό εφιάλτη, τα «κόκκινα» δάνεια.

Γιατί οι υψηλής ποιότητας τουρίστες, τους οποίους απώλεσε πέρυσι η Τουρκία, επέλεξαν την Ισπανία και όχι την Ελλάδα;

– Η Ισπανία διαθέτει ένα πολύ καλό τουριστικό προϊόν, σε συνδυασμό με την αποτελεσματική, διαχρονική και σωστά οργανωμένη στρατηγική, την οποία ακολουθεί στον τουρισμό. Κάτι που εμείς ως χώρα ανακαλύψαμε μόλις τελευταία, ενώ μόλις πρόσφατα ξεκίνησε να συνεργάζεται και ο δημόσιος με τον ιδιωτικό τομέα. Θέματα τα οποία η Ισπανία έχει επιλύσει εδώ και δεκαετίες.

Το διαχρονικό πρόβλημα της Ελλάδας στον τουρισμό είναι η έλλειψη ενιαίας στρατηγικής, με συνέχεια και συνέπεια. Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια, η οποία θα πρέπει να συνεχιστεί, προκειμένου να καταφέρουμε να ανταγωνιστούμε χώρες που σε αυτόν τον τομέα έχουν παράδοση, όπως είναι η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία.

Μάλιστα, η Ισπανία, έχοντας οργανωθεί στο θέμα της βιομετρικής βίζας, όταν επήλθε η ρήξη στις σχέσεις Ρωσίας-Τουρκίας, κατάφερε να προσελκύσει το μεγαλύτερο μέρος των Ρώσων τουριστών. Την ίδια στιγμή, στη χώρα μας έφτασε Ιούνιος μέχρι να καταφέρουμε να βρούμε λύση, με όλες τις αρνητικές συνέπειες για τον τουρισμό μας.

Εισπράττετε γκρίνια στο εσωτερικό του τουρισμού, τόσο σε επίπεδο επιχειρηματιών, όσο και φορέων;

– Αυτό είναι επίπτωση της οικονομικής κρίσης στην οποία βρίσκεται η χώρα εδώ και μια επταετία. Επταετής ύφεση συνεπάγεται κατάρρευση της οικονομίας, σε όλα τα επίπεδα, ασχέτως εάν ο τουρισμός στη χώρα μας επιδεικνύει ανθεκτικότητα. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι πρόκειται και για φυσιολογική συνέπεια, ενώ κάτι ανάλογο από πλευράς χρονικού διαστήματος δεν ενθυμούμαι να έχει συμβεί σε άλλη δυτική οικονομία.

Έχοντας μελετήσει τη δυτική οικονομία, ποια είναι η εκτίμησή σας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας;

– Η οικονομία μας βρίσκεται σε οριακό σημείο. Δεν μπορεί να συνεχίσει άλλο η ύφεση. Εάν άμεσα δεν εισέλθει η χώρα σε ρυθμούς ανάπτυξης -κι εδώ σας υπενθυμίζω τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι οποίες προβλέπουν ανάκαμψη μέσα στο 2017, με ποσοστό το οποίο θα πλησιάσει στο 3%, κάτι που δεν ξέρω εάν είναι εφικτό-, ο Τουρισμός δεν θα συνεχίσει να σημειώνει θετικό πρόσημο.

Ο τουριστικός κλάδος τα τελευταία χρόνια έτεινε «χείρα φιλίας», θα λέγαμε, προς το πολιτικό πεδίο με τις θέσεις του στις εργοδοτικές εισφορές και σε μία σειρά από ζητήματα. Eκ του αποτελέσματος κρίνοντας, θα λέγαμε ότι, μάλλον, βρισκόταν σε κατάσταση αυταπάτης. Συμφωνείτε;

– Όχι δεν θα συμφωνήσω, δεν πρόκειται για αυταπάτη από την πλευρά του τουριστικού τομέα. Το όλο θέμα έγκειται στη λανθασμένη εντύπωση των κυβερνήσεων και, εν γένει, της Πολιτείας, εδώ και δεκαετίες, ότι ο Τουρισμός μπορεί να λειτουργήσει στον «αυτόματο πιλότο» και πως ό,τι κι αν συμβεί, επειδή η Ελλάδα είναι μια όμορφη χώρα, με καθαρές θάλασσες και υπέροχο κλίμα, μπορεί να αποτελεί, διαχρονικά, ελκυστικό, τουριστικό προορισμό. Αυτό ήταν μία αυταπάτη, η οποία για κάποια χρόνια λειτούργησε.

Ο τουρισμός δεν ήταν βασική δραστηριότητα στην Ελλάδα, διατηρώντας ένα μικρό μόνο κομμάτι του ΑΕΠ, οπότε, στο πλαίσιο αυτό, η στενή συνεργασία μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα δεν ήταν απαραίτητη.

Η κρίση απέδειξε ότι δεν είναι ακριβώς έτσι, ότι ο τουρισμός δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τη συνεργασία του δημόσιου τομέα. Ήρθε λοιπόν, η αρχή της στενότερης συνεργασίας.

Θα το ονόμαζα ρεαλισμό και προσαρμοστικότητα κ. Δεριζιώτη. Όχι «χείρα φιλίας»…

Εάν δεν πάμε σε αλλαγή του δημοσιονομικού πλαισίου, στο οποίο κινείται ο κλάδος, που θα κυμανθεί το πεδίο των διεκδικήσεών σας απέναντι στην κυβέρνηση;

– Έχουμε καταστήσει σαφές ότι διαθέτοντας ένα μη ανταγωνιστικό προϊόν δεν υπάρχουν προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης του ελληνικού Τουρισμού. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι, οι επιβαρύνσεις στον κλάδο ήταν αναπόφευκτες, λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας, δεν θα δεχθούμε αυτές οι επιβαρύνσεις να παραμείνουν ως δεδομένο. Εάν δεν επιτευχθούν άμεσα οι δημοσιονομικοί στόχοι και δεν αρχίσει η αποφορολόγηση της Οικονομίας, οι συνέπειες θα είναι δυσάρεστες.

Εφέτος λειτουργήσαμε έξι ολόκληρες μονάδες υψηλότερα σε σχέση με τις ανταγωνιστικές χώρες. Το ίδιο θα κάνουμε και το 2017. Το 2018, όμως, με την καθιέρωση του τέλους διανυκτέρευσης, είναι δεδομένο ότι δεν θα μπορούμε να είμαστε ανταγωνιστικοί ώστε να προσελκύσουμε τον τουρίστα. Και για ποιο λόγο, άλλωστε, να έρθει εδώ και να μην πάει στην Τουρκία, όπου του προσφέρεται ανάλογη ποιότητα υπηρεσιών με μικρότερο κόστος;

Υπάρχει καταιγισμός κριτικής ότι, με τον παρόντα αναπτυξιακό νόμο ελάχιστες επιχειρήσεις μπορούν να ενταχθούν στις ενισχύσεις του, άρα οι επενδύσεις θα είναι περιορισμένες. Συμφωνείτε με αυτή την άποψη, ποιο είναι το πλαίσιο στο οποίο θα πρέπει να γίνουν αλλαγές και υπάρχει συνεργασία με το υπουργείο Οικονομίας;

– Η κριτική από μόνη της που επιδέχεται ο νέος αναπτυξιακός νόμος, αποδεικνύει ότι κάθε άλλο παρά επικοινωνία και συνεργασία υπήρξε για τη δημιουργία του, αφού το αποτέλεσμα μιας συνεργασίας θα ήταν σίγουρα διαφορετικό.

Είναι σαφές ότι, στη διαδικασία θέσπισης του νέου νόμου οι αρμόδιοι δεν έλαβαν υπόψιν τις θέσεις και τις προτάσεις του τουριστικού τομέα και της αγοράς. Δεν νομίζω ότι μπορούν να υπάρξουν σημαντικές βελτιώσεις.

Αυτό σημαίνει ότι, θα πορευθούμε με χρηματοδοτικό «εργαλείο» τον υπάρχοντα επενδυτικό νόμο, ο οποίος, με βάση την υφιστάμενη κατάσταση της οικονομίας, κάθε άλλο παρά ενισχυτικός είναι απέναντι στις επιχειρήσεις.

«Κόκκινα» δάνεια. Από την πλευρά τους οι τράπεζες διαρρέουν κάποιες φήμες, σε μια προσπάθεια διαφύλαξης των συμφερόντων των μελών τους. Την ίδια στιγμή βέλη εκτοξεύονται προς τον τουρισμό για υπερβολικό δανεισμό, ενώ είναι σαφές ότι ο δανεισμός αφορά λίγες και συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Παράλληλα, κάποιες επιχειρήσεις εξακολουθούν και λειτουργούν υγιώς, χωρίς δάνεια, ενώ κάποιες άλλες είναι κυριολεκτικά «πνιγμένες» σε αυτά. Ποια είναι η θέση σας;

– Η Π.Ο.Ξ. κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το θέμα των «κόκκινων» δανείων εδώ και χρόνια. Υπάρχουν, μάλιστα, δηλώσεις μου από το 2012, οι οποίες αναφέρονταν σε αφελληνισμό της ξενοδοχειακής αγοράς, αφού πιστεύω ότι, το συγκεκριμένο ζήτημα υποκρύπτει σοβαρή απειλή για τον κλάδο.

Εδώ και χρόνια είχαμε εκφράσει την ανησυχία ότι, ενώ υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις, οι οποίες δείχνουν βιώσιμες, με τον τρόπο που γίνεται ο χειρισμός των δανείων τους από τις τράπεζες και σε συνδυασμό με την έλλειψη θεσμικού πλαισίου, κινδυνεύουν, από τη μια μέρα στην άλλη, τα δάνειά τους να μετατραπούν σε «κόκκινα». Δυστυχώς, δεν διαψευστήκαμε. Έτσι, σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, το 40% των δανείων του Τουρισμού χαρακτηρίζονται ως «κόκκινα».

Στην πραγματικότητα είναι «κόκκινα»;

– Με αυτή καθεαυτή έννοια του όρου μπορεί και να είναι. Από εκεί κι έπειτα κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή, αφού υπάρχουν επιχειρήσεις με «κόκκινα» δάνεια, οι οποίες είναι βιώσιμες και κάποιες άλλες όχι. Το θέμα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί συνολικά. Δεν μπορεί όλα τα δάνεια να μπαίνουν σε ένα καλάθι. Δεν μπορεί να πωλούνται έτσι απλά σε ξένα funds, χωρίς να έχουν προηγηθεί άλλες διεργασίες. Αυτή θα πρέπει να είναι η τελευταία επιλογή από πλευράς τραπεζών.

Στη σημερινή κατάσταση που βρίσκεται η χώρα, είναι αδιανόητο να πωλείται μέρος του τουριστικού τομέα, έναντι «πινακίου φακής», σε ξένους, ευκαιριακούς επενδυτές, τη στιγμή που πολλοί Έλληνες επιχειρηματίες, εξακολουθητικά, επενδύουν σε ένα καθεστώς υπερφορολόγησης, ύφεσης της οικονομίας και δίχως χρηματοδοτικά «εργαλεία». Και για να μην παρεξηγηθώ, σαφώς και τάσσομαι και προσωπικά, αλλά και σαν Π.Ο.Ξ., υπέρ των ξένων επενδύσεων και μακάρι να καταφέρουμε να προσελκύσουμε ξένους επενδυτές, αφού αυτό θα σημάνει αυτόματα ότι η χώρα έχει εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά. Επιχειρηματίες, όμως, οι οποίοι θα επενδύσουν με τους ίδιους όρους που επενδύει ο Έλληνας επιχειρηματίας και όχι με προνομιακούς όρους, ούτε παίρνοντας μια επιχείρηση στο 10% της αξίας της, επειδή έχει χαρακτηριστεί ως «κόκκινη».

Παρά την έντονη φημολογία περί εξαγορών, κ.λπ., κ.λπ., επενδύσεις δεν γίνονται…

– Πράγματι κι αυτό επιβεβαιώνει τα λεγόμενά μου, αλλά και τους φόβους μου ότι ο τουριστικός τομέας, ως νέος Δούρειος Ίππος, κινδυνεύει με «κατάληψή» του, αυτή τη φορά, από ξένους, ευκαιριακούς επιχειρηματίες-επενδυτές…

Άρα θεωρείτε ότι δεν γίνονται business μεταξύ ξένων επενδυτών κι Ελλήνων ξενοδόχων, αλλά οι πρώτοι, σαν «κοράκια», περιμένουν την κατάλληλη στιγμή, ώστε να «αρπάξουν» από τους ξενοδόχους τις επιχειρήσεις.

– Ενδεχομένως, κι έτσι να αντισταθμίσουν το πρόβλημα που υπάρχει στην απόσβεση μιας επένδυσης σε βάθος δεκαετίας-δεκαπενταετίας, με το σημερινό φορολογικό καθεστώς, με την αλλαγή των συντελεστών κάθε λίγο, την αβεβαιότητα, κ.λπ..

Το προσφυγικό σας φοβίζει;

– Πάρα πολύ. Είναι μια ωρολογιακή βόμβα για την Ελλάδα, για την οικονομία της, την κοινωνική της συνοχή και, δυστυχώς, είναι ένα θέμα το οποίο δεν εξαρτάται αποκλειστικά από εμάς. Η Τουρκία, ανά πάσα στιγμή, μπορεί να πάψει να συμμορφώνεται με τη συμφωνία που έχει συνάψει με την Ε.Ε. και να λειτουργήσει το θέμα ως μοχλό πίεσης προς όφελός της. Από την άλλη, δεν έχει γίνει αποτελεσματική διαχείριση του θέματος, τόσο σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης, όσο και τοπικών αυτοδιοικήσεων. Είναι ένα θέμα το οποίο δημιουργεί συνεχώς εντάσεις και θα συνεχίσει να δημιουργεί όσο δεν αντιμετωπίζεται σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης.

Οι συνέπειες, μάλιστα, στην εικόνα της χώρας και κατ’ επέκταση στις τουριστικές ροές από το εξωτερικό, το πρώτο τετράμηνο του 2016, ήταν εξαιρετικά αρνητικές.

Sharing economy. Ποια είναι η άποψή σας για το συγκεκριμένο θέμα και ποιες οι προτάσεις σας, ούτως ώστε να πάψει να έχει αρνητικό αντίκτυπο στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, αλλά και την οικονομία της χώρας;

– Ο τουριστικός τομέας έχει καταθέσει συγκεκριμένη πρόταση με τη μορφή νομοθετικής παρέμβασης προς την κυβέρνηση για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί το συγκεκριμένο θέμα. Είναι σαφές ότι η κατάργηση της διάκρισης τουριστικής και αστικής μίσθωσης, πέρυσι το Kαλοκαίρι, δημιούργησε ένα τεράστιο πρόβλημα κι αυτή τη στιγμή υπάρχει ουσιαστικά μία «γκρίζα» δραστηριότητα, η οποία αφενός δεν είναι παράνομη, αφετέρου δεν υπάρχει ρύθμισή της. Δηλαδή, σήμερα ο καθένας μπορεί να νοικιάζει το διαμέρισμά του, ασκώντας ανταγωνιστική δραστηριότητα απέναντι στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, μην αποδίδοντας φόρους στο δημόσιο.

Καταρχάς, η συγκεκριμένη δραστηριότητα πρέπει να ονοματιστεί, αυτοί που την ασκούν να καταγραφούν σε κάποιο μητρώο, προκειμένου το κράτος να μπορεί να ασκεί τους απαραίτητους ελέγχους και να διασφαλίζει ότι αποδίδονται οι ανάλογοι φόροι. Παράλληλα, θεωρώ απαραίτητο να υπάρξει φορολόγηση στην «πηγή», διότι δεν γίνεται ένα ξενοδοχείο ή ένα ενοικιαζόμενο δωμάτιο να πληρώνει ΦΠΑ 13% στη διαμονή και 24% στις υπόλοιπες υπηρεσίες και κάποιος άλλος να ασκεί την ίδια δραστηριότητα με μηδενική επιβάρυνση.

Συνεχώς υπάρχουν εξαγγελίες περί επικείμενων νομοθετικών παρεμβάσεων, χωρίς, ωστόσο, μέχρι στιγμής, να έχει γίνει κάτι. Κάθε μέρα που περνάει είναι σε βάρος του ελληνικού δημοσίου, το οποίο, σύμφωνα με μελέτη που εκπόνησε η Grant Thornton για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου, χάνει περίπου 300 εκατ. ευρώ ετησίως από φόρους, ποσό το οποίο αυξάνεται συνεχώς.

Έχετε διαπιστώσει περιφερειακά σαν Π.Ο.Ξ. μεγάλα ξενοδοχεία να μετατρέπουν τη δραστηριότητά τους;

– Όχι μεγάλα ξενοδοχεία. Σίγουρα, όμως, ιδιοκτήτες μικρών ξενοδοχείων κι άλλων καταλυμάτων σκέφτονται σοβαρά το ενδεχόμενο αλλαγής της δραστηριότητάς τους.

Τι άλλαξε στην Αθήνα και, τελευταία, παρατηρείται αυξημένη τουριστική κίνηση;

– Δεν άλλαξε κάτι, απλά ο τουρισμός στην Αθήνα τα χρόνια αυτά της κρίσης είχε υποστεί μεγάλη καθίζηση, με αποκορύφωση το 2012. Η εικόνα της πόλης, από το 2008, είχε πληγεί σημαντικά, παραπέμποντας, πολλές φορές, σε εικόνα πόλης που βρίσκεται σε εμπόλεμη ζώνη, στη Μέση Ανατολή. Περίπου 80 ξενοδοχεία έκλεισαν στην Αθήνα από το 2008 κι έπειτα.

Επί προεδρίας μου στην Ε.Ξ.Α.Α.Α. είχα πει πως όταν επέλθει ανάκαμψη του αθηναϊκού τουρισμού, η αγορά θα παρουσιάσει υπεραπόδοση, καθώς είχε συμπιεστεί πάρα πολύ, κι αυτό ακριβώς έγινε. Ακόμη, όμως, και σήμερα, έπειτα από μια τετραετία ανάκαμψης του αθηναϊκού τουρισμού, τα μεγέθη των ξενοδοχείων της Αθήνας δεν έχουν σχέση με  τα αντίστοιχα μεγέθη του 2008.

Υπάρχει μια περιοχή γύρω από την πλατεία Συντάγματος και κάποιες ακόμη περιοχές, όπως ευρύτερα της λεωφόρου Συγγρού, της Μιχαλακοπούλου, κ.λπ., τα ξενοδοχεία των οποίων εμφανίζουν καλές πληρότητες, κ.λπ., και άλλες περιοχές, όπως γύρω από την πλατεία Ομονοίας, οι οποίες εξακολουθητικά αποτελούν «νεκρές ζώνες».

Ο προορισμός αυτή τη στιγμή δείχνει να ακολουθεί μία καλή, τουριστική πορεία. Οφείλουμε, όμως, να υπογραμμίζουμε ότι με το κλείσιμο 80 ξενοδοχείων στην πόλη, η προσφορά περιορίστηκε. Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι η αγορά θα ισορροπήσει όταν στο ξενοδοχειακό προϊόν της πόλης προστεθούν οι κλίνες που έχουν αφαιρεθεί και η ζήτηση εξακολουθήσει να είναι στα σημερινά επίπεδα.

Να υποθέσω ότι δεν σας φοβίζει το μαζικό άνοιγμα ξενοδοχείων στην Αθήνα;

– Όχι δεν με φοβίζει, αν και στην παρούσα φάση δεν υφίσταται μαζικό άνοιγμα ξενοδοχείων. Λειτουργούν κάποια ξενοδοχεία στη θέση άλλων που έκλεισαν και αυτό είναι ένα θετικό γεγονός, όμως δεν πρόκειται για προσθήκη επιπλέον κλινών.

Είστε αισιόδοξος για τις εξελίξεις στον τομέα των αεροδρομίων;

– Είναι πολύ θετική η εξέλιξη της ιδιωτικοποίησης του management των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, όμως τα όποια αποτελέσματα θα φανούν μετά από χρόνια. Εύχομαι και τα υπόλοιπα αεροδρόμια να μπουν σε διαδικασία ιδιωτικοποίησης.

Θα διεκδικήσετε την προεδρία του Σ.Ε.Τ.Ε.;

– Στον Σ.Ε.Τ.Ε είμαι μέλος του διοικητικού συμβουλίου του από το 2002 και τα τελευταία πέντε χρόνια Α’ αντιπρόεδρος. Όλη αυτή την περίοδο, έχουμε καταβάλει μια μεγάλη προσπάθεια μέσα σε δύσκολες συνθήκες κρίσης, να διαχειριστούμε με τρόπο αποτελεσματικό τα συμφέροντα του κλάδου. Τίποτα δεν μας «χαρίστηκε». Πρόθεσή μου είναι να συνεχίσω να δουλεύω και να προσφέρω για τον ελληνικό τουρισμό και την οικονομία της χώρας. Οι προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μπροστά μας είναι πολύ μεγάλες.

Ασκείται κριτική στον Σ.Ε.Τ.Ε. ότι είναι ιδιαίτερα «συγκαταβατικός» απέναντι στην Πολιτεία για τη στάση της στον τουριστικό τομέα. Ποια είναι η δική σας άποψη;

– Διαφωνώ κάθετα και αυτό αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος. Ο Σ.Ε.Τ.Ε. εκφράζει στο σύνολό του τον τομέα, υπό τη «σκέπη» του οποίου βρίσκονται μια σειρά από κλάδοι, με διαφορετικά προβλήματα ο καθένας. Τα αποτελέσματα του τουρισμού τα τελευταία χρόνια και όσα επετεύχθησαν, είναι αποτέλεσμα της ασκούμενης πολιτικής του Σ.Ε.Τ.Ε..

Χρέος, ωστόσο, ανάδειξης των προβλημάτων των επιμέρους κλάδων έχουν οι φορείς εκπροσώπησης των κλάδων αυτών. Και θεωρώ ότι και σε αυτό το σημείο γίνεται καλή δουλειά.

Τα προβλήματα στην ευρύτερη περιοχή μας επηρεάζουν την πορεία της Κρουαζιέρας, που τα τελευταία χρόνια αποτελεί σημαντικό «αιμοδότη» του ελληνικού Τουρισμού. Πως πιστεύετε ότι θα εξελιχθεί το 2017 για την ελληνική κρουαζιέρα;

– Εξαιτίας των προβλημάτων που παρατηρούνται στην ευρύτερη περιοχή, και, κυρίως, στην Τουρκία, αρκετές εταιρίες κρουαζιέρων έχουν επαναπροσδιορίσει τα προγράμματά τους, αντικαθιστώντας την Τουρκία, αλλά και ελληνικούς προορισμούς που αποτελούσαν συνδυαστικούς σταθμούς μετεπιβιβάσεων με τη γειτονική χώρα, με άλλους προορισμούς, γεγονός το οποίο θα επιφέρει μία πτώση στην αγορά της κρουαζιέρας, στη χώρα μας, το 2017.

Eάν ήσασταν μία ημέρα υπουργός Τουρισμού τι θα σπεύδατε να υπογράψετε;

– Τι να πρωτο-προλάβεις σε μία μόνο ημέρα! Χρειάζεται ένα εύλογο χρονικό περιθώριο για να καταφέρει κανείς να ασκήσει πολιτική. Το μεγαλύτερο, ωστόσο, ζητούμενο είναι να μπορέσει κανείς να διαμορφώσει μία στρατηγική που να έχει χρονικό ορίζοντα πέραν της πενταετίας. Στην πολιτική, δυσυχώς, κυριαρχεί το εφήμερο. Ο τουρισμός χρειάζεται μακροχρόνιο σχεδιασμό και όχι «εκλάμψεις» της μιας ημέρας.

Συμμερίζεστε την άποψη για καθιέρωση μόνιμης θέσης γενικού γραμματέα ή υφυπουργού Τουρισμού ή κάτι ανάλογο;

– Ο Ε.Ο.Τ. είναι ένα σημαντικό εργαλείο προώθησης και προβολής του ελληνικού Τουρισμού. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρώ αυτονόητο ο γενικός γραμματέας να μην αλλάζει κάθε φορά που αλλάζει ο υπουργός, ώστε να μην αλλάζει και η ακολουθούμενη πολιτική. Η διοίκηση πρέπει να έχει μονιμότητα, όχι με αυτή καθεαυτή την έννοια της λέξης. Στην προκειμένη περίπτωση θεωρώ απαραίτητο να θεσπιστεί μία θέση, πενταετούς, για παράδειγμα, θητείας. Βεβαίως, χρειάζεται σκέψη για το ποια θα ήταν αυτή η θέση με τη διαχρονικότερη λειτουργία, η οποία θα μπορούσε να συμβάλλει στην κατεύθυνση καθιέρωσης μιας μακροπρόθεσμης στρατηγικής στον τουρισμό.

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *