Το περασμένο έτος αποτέλεσε κομβικό σημείο για την ευρωπαϊκή αγορά ξενοδοχειακών επενδύσεων, καθώς ο όγκος των συναλλαγών αυξήθηκε κατά 62% σε ετήσια βάση, στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από το 2019, με την Ελλάδα και την Αθήνα να τοποθετούνται στο Top 10 των χωρών και των πόλεων, αντίστοιχα, στις ξενοδοχειακές συναλλαγές στην Ευρώπη, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της HVS.
Οι πράξεις αγοράς και πώλησης τροφοδοτήθηκαν από τη χαλάρωση των επιτοκίων και την αφθονία κεφαλαίων από ιδιώτες επενδυτές, κυρίως για συμφωνίες μεγάλων χαρτοφυλακίων, με αποτέλεσμα ο συνολικός όγκος των συναλλαγών για το έτος να ανέλθει σε 17,4 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 6,7 δισ. ευρώ σε σχέση με τα επίπεδα του 2023.
Τα ξενοδοχεία σε ολόκληρη την Ευρώπη πέτυχαν μέση τιμή 29 εκατ. ευρώ, αυξημένη κατά 5% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, με τη μέση τιμή ανά δωμάτιο να φτάνει τα 215.300 ευρώ, αυξημένη κατά 9% σε σχέση με το 2023 και περίπου 5% υψηλότερη από το 2019.
Στην κορυφή και πάλι Ην. Βασίλειο και Λονδίνο
Το Ηνωμένο Βασίλειο αναδείχθηκε στην πρώτη θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών όσον αφορά τη συνολική δραστηριότητα ενεργητικού με βάση τον όγκο, συγκεντρώνοντας το 36% των συμφωνιών, ακολουθούμενο από την Ισπανία (15%), τη Γαλλία (12%) και την Ιταλία και τη Γερμανία (με μερίδιο 6% έκαστη).
Η Ελλάδα τοποθετήθηκε στην έβδομη θέση, συγκεντρώνοντας το 4% των συναλλαγών, το ίδιο ποσοστό με την Ιρλανδία, ύψους 639 εκατομμυρίων ευρώ, αυξημένες κατά 15%.
Ενώ το Λονδίνο, το Παρίσι και η Μαδρίτη βρέθηκαν στην κορυφή του πίνακα όσον αφορά τη συναλλακτική δραστηριότητα των πόλεων, με την Αθήνα να τοποθετείται στην έβδομη θέση στη σχετική κατάταξη.
Η ελληνική πρωτεύουσα προσέλκυσε συναλλαγές ύψους 309 εκατομμυρίων ευρώ, αυξημένες κατά 24%, συγκεντρώνοντας το ήμισυ περίπου των συναλλαγών στη χώρα.
“Το Λονδίνο διατήρησε τη θέση του ως η πόλη με τις περισσότερες συναλλαγές στην Ευρώπη, με συναλλαγές ύψους 3 δισεκατομμυρίων ευρώ, που αντιστοιχούν στο συνολικό ποσό των πέντε επόμενων πιο παραγωγικών πόλεων. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις μεγάλες συναλλαγές χαρτοφυλακίου, ενισχύοντας το καθεστώς του Λονδίνου ως βασικού παγκόσμιου επενδυτικού κόμβου”, σχολίασε ένας εκ των συγγραφέων της έκθεσης και συνεργάτης της HVS, Gauthier Champlong.
“Σάρωσαν” οι επενδυτές ιδιωτικών κεφαλαίων
Οι επενδυτές ιδιωτικών κεφαλαίων αποδείχθηκαν ο πιο ενεργός τύπος επενδυτή το 2024, αγοράζοντας και πουλώντας περιουσιακά στοιχεία αξίας σχεδόν 8,6 δισεκατομμυρίων ευρώ -αύξηση άνω του 300% σε σχέση με το 2023, ακολουθούμενοι από τους ιδιοκτήτες-διαχειριστές που πραγματοποίησαν συναλλαγές αξίας 7,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, αυξημένες κατά 90% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Ο όγκος των συναλλαγών σε μεμονωμένα περιουσιακά στοιχεία ανήλθε σε 10,5 δισεκατομμύρια ευρώ, χάρη στις μειώσεις των επιτοκίων σε όλες τις ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες και τις ισχυρές συναλλαγές σε ξενοδοχεία, που τροφοδότησαν την επενδυτική διάθεση.
Το Παρίσι ήταν η αγορά πόλης του 2024 με τη μεγαλύτερη ρευστότητα σε μεμονωμένα περιουσιακά στοιχεία, με τους Ολυμπιακούς Αγώνες να πυροδοτούν μεγάλο μέρος της δραστηριότητας ύψους 1,4 δισ. ευρώ. Ορισμένες από τις μεγαλύτερες συμφωνίες στη γαλλική πρωτεύουσα αφορούσαν το Mandarin Oriental, το Pullman Tour Eiffel και το Hilton Opera.
Το Λονδίνο κατέλαβε τη δεύτερη θέση όσον αφορά τον όγκο των συναλλαγών μεμονωμένων περιουσιακών στοιχείων, με συμφωνίες που έφτασαν το 1 δισ. ευρώ, ακολουθούμενο από τη Μαδρίτη, τη Βενετία και την Αθήνα. Αξιοσημείωτες συμφωνίες στο Λονδίνο αφορούσαν το Six Senses στο Bayswater και το The Standard στο King’s Cross.
Ο όγκος των συναλλαγών χαρτοφυλακίου ανήλθε σε 6,8 δισ. ευρώ το 2024, σημαντικά αυξημένος σε σχέση με τα επίπεδα του 2023. Περίπου οι μισές από τις συναλλαγές χαρτοφυλακίου πραγματοποιήθηκαν σε δευτερεύουσες πόλεις, ιδίως στην Ισπανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και το Βέλγιο. Το Λονδίνο κατέγραψε τον υψηλότερο όγκο συναλλαγών χαρτοφυλακίου με 1,9 δισ. ευρώ, ακολουθούμενο από το Άμστερνταμ με 240 εκατ. ευρώ.
“Καθώς προχωράμε προς το 2025, η διαθεσιμότητα και το κόστος χρηματοδότησης θα παραμείνουν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των επενδυτών ξενοδοχείων. Με τα επιτόκια να αναμένεται να μειωθούν περαιτέρω, οι κεφαλαιαγορές ενδέχεται να παρουσιάσουν αναζωπύρωση της ρευστότητας, ενισχύοντας περαιτέρω τον όγκο των συναλλαγών σε όλες τις βασικές ευρωπαϊκές αγορές”, είπε ένας εκ των συγγραφέων της έκθεσης και αναπληρωτής διευθυντής της HVS, Matthias Hecht.
Και πρόσθεσε: “Ενώ οι προκλήσεις αναχρηματοδότησης εξακολουθούν να υφίστανται, οι τράπεζες και οι εναλλακτικοί πιστωτές έχουν επιδείξει μεγαλύτερη ευελιξία στην αναδιάρθρωση του χρέους και τα ξενοδοχεία εξακολουθούν να υπερέχουν στην προτίμηση των επενδυτών, έναντι άλλων κατηγοριών ακινήτων”.