tasios

Ο τουρισμός μπορεί, η Ελλάδα θέλει;

ΓΝΩΜΗ

του Γ. Τάσιου

Για μια ακόμη σεζόν,  ο ελληνικός τουρισμός δείχνει τη δυναμική του. Δείχνει στην πράξη και όχι στα λόγια που είναι για όλους εύκολα, τι μπορεί να κάνει για τη χώρα. Δημιουργεί θέσεις εργασίας, δημόσια έσοδα, τζίρους για τους επαγγελματίες και τις επιχειρήσεις σχετιζόμενων άμεσα ή έμμεσα κλάδων με τον τουρισμό. Μπαίνει στην υπηρεσία και άλλων τομέων της ελληνικής οικονομίας, όπως για παράδειγμα του πρωτογενή τομέα και γίνεται έτσι  όχημα για την εξωστρέφεια τοπικών ποιοτικών προϊόντων.

Όμως ο τουρισμός δεν λειτουργεί στο κενό αλλά μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο οικονομικό, κοινωνικό και (γεω)πολιτικό περιβάλλον. Η επόμενη επιτυχία και η συνέχιση της μεγάλης προσφοράς του τουρισμού, η συμμετοχή του οποίου πλέον στο ΑΕΠ ξεπερνάει το 25%, δεν είναι επόμενος σταθμός σ’ ένα προκαθορισμένο δρομολόγιο. Μπορεί να υπάρχει η εντύπωση πως “ο τουρισμός πάει τραίνο” αλλά ο ουρανός δεν βρέχει επιτυχίες κι αυτό κάποια στιγμή πρέπει να το καταλάβουμε όλοι.

Το κλειδί της επιτυχίας στον τουρισμό είναι το “value for money”, το ν’ αξίζει τα λεφτά της μια επίσκεψη στην Ελλάδα. Αλλά ο στόχος αυτός θα επιτυγχάνεται όλο και πιο δύσκολα πλέον, στο βαθμό που δεν συνειδητοποιήσουμε συνολικά ως χώρα πως ο τουρισμός πρέπει να καταστεί εθνική προτεραιότητα.  Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε θεμελιώδη ζητήματα τα οποία πρέπει να απαντηθούν για να διατηρήσουμε ψηλά την πραγματική αξία του προϊόντος μας και να ανταπεξέλθουμε στον παγκόσμιο ανταγωνισμό του “value for money”.

Πρώτον, το  ελληνικό ξενοδοχείο είναι φορτωμένο με δυσθεώρητα φορολογικά βάρη και παντελώς εκτεθειμένο στον αθέμιτο ανταγωνισμό μέσα από τις πλατφόρμες βραχυχρόνιων μισθώσεων. Οι αριθμοί μπορεί να ευημερούν αλλά η επιχειρηματική επιβίωση είναι ξενοδοχείου έχει καταστεί ήδη γρίφος για δυνατούς λύτες. Τα περιθώρια ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος στη σχέση τιμής και ποιότητας υπηρεσιών πρακτικά εκμηδενίζονται.

Δεύτερον, οι υποδομές πλην της ξενοδοχειακής φιλοξενίας χρήζουν άμεσης αναβάθμισης καθώς είναι σε φθίνουσα πορεία. Αν το στοίχημα του τουριστικού μέλλοντος περνάει μέσα από την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου και την προσέλκυση τουριστών μεγαλύτερων οικονομικών δυνατοτήτων, αυτό δεν θα γίνει με κάποιο μαγικό τρόπο. Απαιτεί σύγχρονες υποδομές που να ακολουθούν τις παγκόσμιες τάσεις της τουριστικής εμπειρίας. Όταν ακόμα συζητάμε για μαρίνες και γήπεδα του γκολφ κατανοεί κανείς πως κάνουμε βήματα σημειωτόν μέσα σ’ ένα κόσμο που τρέχει με ιλιγγιώδεις ταχύτητες πλέον κι αυτό θ’ αποβεί εξαιρετικά αρνητικό.

Τρίτον, την ώρα που η οικονομία διψάει για επενδύσεις και ο τουρισμός συνιστά πεδίο προσέλκυσης έντονου ενδιαφέροντος, μια τουριστική επένδυση δεν παύει ν’ αποτελεί ακόμη και σήμερα έναν “Γολγοθά” που θα πρέπει ν’ ανέβει ο επενδυτής. Χωρίς χωροταξικό σχεδιασμό, χωρίς καθαρούς και σταθερούς κανόνες που να ισχύουν για όλους, με πολυνομία και γραφειοκρατία αποθαρρύνεται το επενδυτικό ενδιαφέρον και χάνεται η ευκαιρία για να ένα επενδυτικό “μπουμ” με πολλαπλασιαστικά οφέλη. Εν τω μεταξύ, οι άμεσα ανταγωνίστριες χώρες προσφέρουν τουριστική εμπειρία “πάνω στο κύμα” ενώ ο Έλληνας ξενοδόχος σκέφτεται το “μπλέξιμο” αν απλά θελήσει να φτιάξει έναν ακόμη χώρο αναψυχής για τους πελάτες του.

Τέταρτον, η επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα μετά και το τυπικό τέλος των μνημονίων θα πρέπει να οδηγήσει σε μια νέα εποχή τις σχέσεις του τραπεζικού συστήματος με τον τουρισμό. Αξιοποιώντας τις εμπειρίες, καλές και κακές του παρελθόντος αλλά και τις μεγάλες ευκαιρίες του παρόντος και του μέλλοντος, θα πρέπει να χτιστούν ξανά σχέσεις εμπιστοσύνης και διαφάνειας, σχέσεις που θα εξασφαλίζουν αξιοκρατικά ρευστότητα στο ελληνικό ξενοδοχείο που είναι όρος για τη διαρκή αναβάθμισή του.

Πέμπτον, δεν υπάρχει ακόμη δυστυχώς επαρκώς ανεπτυγμένη τουριστική συνείδηση ώστε να λαμβάνεται υπόψη η εικόνα της χώρας στα μάτια του επισκέπτη ή του δυνητικού επισκέπτη σε μια σειρά από ζητήματα της καθημερινότητας, από την αποκομιδή των σκουπιδιών μέχρι την πολιτική προστασία σε γεγονότα εκτάκτου ανάγκης.

Όλα τα παραπάνω για να απαντηθούν σωστά απαιτούν μια γενναία συστράτευση για τον τουρισμό, ο οποίος έχει δείξει τι μπορεί να προσφέρει στην Ελλάδα. Αλλά δεν μπορεί να συνεχίσει μόνος του να το κάνει. Είναι η ώρα που και η Ελλάδα από την κορυφή της πολιτικής ηγεσίας μέχρι τη βάση της κοινωνίας θα πρέπει να αναγνωρίσει την αξία της προσφοράς του τουρισμού και να αναλάβει ο καθένας το δικό του κομμάτι ευθύνης. Ας γίνει ο τουρισμός η αφορμή για να ανακαλύψουμε εκ νέου τι σημαίνει “κοινό καλό”,  συνεργασία και άμιλλα,  στη θέση του “παρτακισμού”, του κυνισμού και του φθόνου που μας έφεραν στα χειρότερα. Μπορούμε να φτιάξουμε μια νέα Ελλάδα. Αρκεί ν’ αποδειχθεί έμπρακτα πως αυτή τη μεγάλη αλλαγή  η Ελλάδα τη θέλει.

(*)Άρθρο Προέδρου της ΠΟΞ κ. Γρηγόρη Τάσιου στην εφημερίδα «Μακεδονία της Κυριακής» (9.9.2018)

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *