Βελτίωση κλίματος διαπιστώνουν ΙΟΒΕ και Markit

ΜΟΝΕΥ

Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα ενισχύεται σημαντικά τον Ιανουάριο, καθώς διαμορφώνεται στις 91,6 (από 87,1) μονάδες τον προηγούμενο μήνα, σε επίδοση όμως χαμηλότερη έναντι της αντίστοιχης περυσινής (95,9 μονάδες), όπως επισημαίνει στο μηνιαίο δελτίο του το ΙΟΒΕ.
Η άνοδος αυτή προκύπτει ως αποτέλεσμα των βελτιωμένων προσδοκιών σε όλους τους επιχειρηματικούς τομείς και ιδιαίτερα στις Υπηρεσίες.
Η εικόνα της συνολικής σταθεροποίησης που έχει καταγραφεί τους τελευταίους μήνες στην επιχειρηματική δραστηριότητα δεν ανατρέπεται, αν και οι προσδοκίες κινούνται γενικά σε χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό.

Από την άλλη πλευρά, η καταναλωτική εμπιστοσύνη εξασθενεί, καθώς οι προβλέψεις για τα οικονομικά των νοικοκυριών στο επόμενο 12μηνο επιδεινώνονται σημαντικά. Ουσιαστικά φαίνεται να προεξοφλούνται αρνητικές εξελίξεις στο οικογενειακό εισόδημα, εκτός των άλλων, και λόγω των παρεμβάσεων που αναμένονται στο τομέα της κοινωνικής ασφάλισης.Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βρίσκεται σχεδόν 15 μονάδες χαμηλότερα της αντίστοιχης περυσινής επίδοσης.

Πιο αναλυτικά:
-στη Βιομηχανία, οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες παραμένουν στα ίδια σχεδόν επίπεδα, το ισοζύγιο με τις εκτιμήσεις για τα αποθέματα αποκλιμακώνεται ελαφρώς και οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση περιορίζονται.
-στις Υπηρεσίες, οι αρνητικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων, όπως και οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση αμβλύνονται, ενώ στις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της ζήτησης, το ισοζύγιο βαίνει θετικό για πρώτη φορά μετά τον Δεκέμβριο του 2014.
– στο Λιανικό Εμπόριο, οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις δεν μεταβάλλονται, όμως είναι οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους που κερδίζουν έδαφος, ενώ και οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα υποδηλώνουν χαμηλά για την εποχή επίπεδα και άρα σημαντικές ρευστοποιήσεις.
– στις Κατασκευές, η βελτίωση του κλίματος εκπορεύεται από την ενίσχυση στις προβλέψεις για το τρέχον επίπεδο εργασιών των επιχειρήσεων, αλλά και από την άνοδο του δείκτη προβλεπόμενης απασχόλησης.
– στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, ο δείκτης προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού επιδεινώνεται αισθητά και ο αντίστοιχος των προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση της χώρας οριακά, με τις προβλέψεις για την εξέλιξη της ανεργίας και την εξασθενημένη πρόθεση για αποταμίευση να βελτιώνονται οριακά.

Η Markit

Τα τελευταία στοιχεία της έρευνας υπέδειξαν ότι οι λειτουργικές συνθήκες στον μεταποιητικό τομέα της Ελλάδας παρέμειναν αμετάβλητες.
Παρότι ορισμένα μέλη του πάνελ ανέφεραν οριακές υποχωρήσεις στον όγκο παραγωγής και νέων παραγγελιών, η μείωση εξισορροπήθηκε με την ελαφρά αύξηση του αριθμού των εργαζομένων. Εν τω μεταξύ, οι τιμολογιακές πιέσεις εξασθένησαν τον Ιανουάριο, καθώς υποχώρησαν τόσο οι τιμές χρέωσης όσο και το κόστος εισροών.

Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index® –PMI®) -ένας σύνθετος δείκτης ο οποίος έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας- έκλεισε στις 50.0 μονάδες τον πρώτο μήνα του 2016.
Καταγράφοντας τιμή χαμηλότερη από τις 50.2 μονάδες του Δεκεμβρίου, ο δείκτης υπέδειξε σταθεροποίηση στον τομέα, έχοντας υποστεί απότομη κάμψη κατά τη διάρκεια του 2015.
Οι Έλληνες παραγωγοί αγαθών ανέφεραν οριακή υποχώρηση των επιπέδων παραγωγής κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου. Ανεπιβεβαίωτα στοιχεία υπέδειξαν ότι η μείωση της παραγωγής αποδόθηκε στην έλλειψη ρευστότητας στην αγορά. Η συρρίκνωση της παραγωγής ήταν αποτέλεσμα της περιορισμένης ποσότητας αποθεμάτων ετοίμων προϊόντων που διατηρούν οι κατασκευαστές.
Οι νέες παραγγελίες που έλαβαν οι εταιρείες μεταποίησης στην Ελλάδα μειώθηκαν περαιτέρω κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου. Ο ρυθμός μείωσης επιταχύνθηκε από τον Δεκέμβριο του 2015 παραμένοντας, ωστόσο, μέτριος σε γενικές γραμμές.
Οι όγκοι νέων εργασιών υποχωρούν κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον Σεπτέμβριο του 2014. Οι νέες παραγγελίες εξαγωγών συρρικνώθηκαν επίσης στο ξεκίνημα του έτους. Ωστόσο, ο ρυθμός με τον οποίο μειώθηκαν οι νέες εργασίες από το εξωτερικό εξασθένησε στον ηπιότερο που έχει καταγραφεί σε διάστημα 15 περιόδων της έρευνας.
Δεδομένου ότι τα επίπεδα νέων παραγγελιών υποχώρησαν περαιτέρω, οι Έλληνες παραγωγοί αγαθών εξακολούθησαν να μειώνουν τον όγκο αδιεκπεραίωτων εργασιών κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα. Μέλη του πάνελ συνέδεσαν εν μέρει τη μείωση του όγκου των ανεκτέλεστων εργασιών με την εξασθένηση του κατασκευαστικού τομέα. Παρ’ όλ’ αυτά, η μείωση των εργασιών σε εκκρεμότητα δεν αποθάρρυνε τις εταιρείες να
αυξήσουν τα επίπεδα προσωπικού, τα οποία παρουσίασαν άνοδο για δεύτερο συνεχή μήνα. Επιπλέον, ο ρυθμός με τον οποίο αυξήθηκαν οι θέσεις εργασίας, μολονότι χαμηλός, ήταν ο ταχύτερος που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο του 2007.

Η αγοραστική δραστηριότητα στον μεταποιητικό τομέα της Ελλάδας περιορίστηκε περαιτέρω τον Ιανουάριο. Ως εκ τούτου, τα αποθέματα προμηθειών μειώθηκαν. Τα επίπεδα αποθεμάτων αγορών υποχωρούν κάθε περίοδο της έρευνας από τον Αύγουστο του 2008. Για πρώτη φορά σε διάστημα ενός έτους, οι τιμές εισροών υποχώρησαν στον μεταποιητικό τομέα της Ελλάδας. Ο ρυθμός με τον οποίο μειώθηκε η μέση επιβάρυνση κόστους επιταχύνθηκε στον ταχύτερο που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο του 2009.  Δεδομένου ότι το κόστος εισροών υποχώρησε, οι παραγωγοί αγαθών έκαναν περαιτέρω περικοπές στις μέσες τιμές χρέωσης. Επιπλέον, ο ρυθμός μείωσης ήταν σταθερός. Oι μέσοι χρόνοι παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκαν και πάλι τον Ιανουάριο, επεκτείνοντας την τρέχουσα διαδοχική περίοδο επιδείνωσης της απόδοσης των προμηθευτών σε 14 μήνες.
Ο Samuel Agass, οικονομολόγος της Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI® είπε: «Η πρώτη έρευνα του 2016 για τον Δείκτη PMI υπέδειξε ότι οι λειτουργικές συνθήκες στις εταιρείες μεταποίησης στην Ελλάδα παρέμειναν αμετάβλητες. Οι παραγωγοί αγαθών ανέφεραν μεγαλύτερη σταθερότητα στο περιβάλλον εργασίας τους κατά τη διάρκεια του Ιανουαρίου, υποδεικνύοντας μια κατά κάποιο τρόπο στροφή από την κρίση στην οποία βυθίστηκε ο κλάδος το 2015. Ενθαρρυντικό, για τις επιχειρήσεις, είναι το γεγονός ότι ο αριθμός των εργαζομένων αυξήθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο του 2007, ενώ οι τιμές εισροών μειώθηκαν για πρώτη φορά σε διάστημα ενός έτους.
Ωστόσο, οι όγκοι των εισερχόμενων νέων παραγγελιών εξακολούθησαν να παραμένουν σε πλαίσια συρρίκνωσης. Αντίστοιχα, η παραγωγή κατέγραψε και πάλι μείωση, ενώ περιορίστηκαν περαιτέρω οι όγκοι αδιεκπεραίωτων εργασιών. Αν δεν υπάρξουν σημάδια ουσιαστικής βελτίωσης στους προαναφερόμενους τομείς, είναι απίθανο να σημειωθεί οποιαδήποτε έντονη οικονομική ανάπτυξη τους προσεχείς μήνες», καταλήγει.

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *