mitsis

Η βιογραφία του Κ. Μήτση: Από την κουρελού στην καταξίωση

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Χριστούγεννα του 2014 ο Κώστας Μήτσης βρίσκεται στα Γιάννενα, σε ένα από τα πολυτελή ξενοδοχεία, που δημιούργησε ο ίδιος από το μηδέν.
Κλείνεται μόνος στο γραφείο του και ζητά να μην τον ενοχλήσει κανείς.
Στα χέρια του κρατά ένα μαγνητόφωνο και ξεκινά με τη βαθιά και σχεδόν θεατρική φωνή του να ηχογραφεί τα απομνημονεύματα από την επιτυχημένη αλλά και πολυτάραχη ζωή του.
Τα ονομάζει “Κουρελού” κι αυτό γιατί όταν στα τέλη της δεκαετίας του ’40 ήρθε από το Κρυονέρι Πωγωνίου στην Αθήνα, πάμφτωχο παιδί, έμενε για έξι ολόκληρα χρόνια σε ένα μικρό σπίτι στο Ρουφ. Η τουαλέτα ήταν τούρκικη. Κοινή για 30 άτομα και αντί για πόρτα κρεμόταν μιά κουρελού. “Και η κουρελού είναι αυτό που με συνοδεύει πάντα και τη βλέπω πάντα μπροστά μου και αναλογίζομαι όλη μου τη ζωή, όλη τη διαδρομή, όλο το πέρασμα που σιγά-σιγά έφτασαν τα πράγματα σήμερα να είναι έτσι όπως είναι”, λέει ο λαμπρός επιχειρηματίας, ο οποίος κατάφερε να χτίσει μία αυτοκρατορία, πετυχαίνοντας τα πάντα στους τομείς της κλωστοϋφαντουργίας, της οινοποιίας, του τουρισμού και των εκδόσεων.

Η “Βραδυνή”, η εφημερίδα που ο Κώστας Μήτσης επανεξέδωσε το 1997, έχει στη διάθεσή της και θα δημοσιεύσει τα κυριότερα αποσπάσματα από τα ηχητικά αυτά ντοκουμέντα. “Είμαι 77 ετών, βρίσκομαι στα Γιάννενα, είναι Χριστούγεννα του 2014 και από εδώ που ξεκίνησα τη ζωή μου, ένα χωριό έξω από τα Γιάννενα που λέγεται Κρυονέρι, από εδώ αρχίζω να γράφω τη βιογραφία μου. Η βιογραφία μου θα έχει πάρα πολλά πράγματα. Πολλά λυπητερά, πολλά χαρούμενα, πολλά προβληματικά, πάρα πολλές στιγμές μεγαλοσύνης, πάρα πολλές στιγμές δύναμης και αξιοπρέπειας αλλά το πιο σπουδαίο πράγμα που θα έχει είναι η δημιουργικότητα. Δημιουργικότητα προς όλες τις κατευθύνσεις. Επαγγελματικές, προσωπικές, φιλικές, πολιτικές, όλες μου οι φιλοδοξίες ανακατεμένες μέσα σε αυτή τη ζωή των 60 περίπου ετών, που είναι το κέντρο της ζωής μου”. Στη συνέχεια, αφού αφηγείται τα δεινά της Γερμανικής Κατοχής και του Εμφύλιου Πολέμου, όπως και τις κακουχίες στο μαρτυρικό χωριό του, αναφέρει ότι ο πατέρας του έφυγε κυνηγημένος για την Αθήνα, αφήνοντας πίσω τη γυναίκα του και το μικρό παιδί του. “Μείναμε μόνοι μας, τα καταφέρναμε, τότε δεν είχαμε απαιτήσεις από τη ζωή. Η ζωή μας ήταν πάρα πολύ ταπεινή, πάρα πολύ προσιτή και πάρα πολύ προσαρμοσμένη στην εποχή εκείνη και στην εποχή γενικά του πολέμου και του εμφυλίου πολέμου”, περιγράφει ο Κώστας Μήτσης. Το φαγητό το παρήγαγαν μόνοι τους, το μπάνιο το έκαναν στη σκάφη, στο μοναδικό εξατάξιο δημοτικό φοιτούσαν 80 μαθητές με έναν μόνο δάσκαλο, ενώ, επειδή δεν υπήρχαν δρόμοι στο χωριό, έκαναν αποστάσεις 15 και 20 χιλιομέτρων με τα πόδια ή με γαϊδούρια. Και όλα αυτά σε μία περίοδο που γίνονταν καθημερινά φονικές μάχες μεταξύ στρατιωτών και ανταρτών. Τι σημαίνει ηλεκτρικό ρεύμα το έμαθε όταν σε ηλικία περίπου 8 ετών βρέθηκε με τη μητέρα του στα Γιάννενα, με σκοπό να έρθουν στην Αθήνα για να βρουν τον πατέρα. “Για πρώτη φορά στα Γιάννενα είδα ότι υπάρχει ηλεκτρικό, ότι υπάρχει ρεύμα, ότι μπορείς να πατάς ένα κουμπάκι και να ανάβει ένα φως. Δεν το είχα ξαναδεί ποτέ. Το φως στο χωριό μου ήταν είτε από τη φλόγα των ξύλων του τζακιού, είτε από μία λάμπα πετρελαίου που τη λέγαμε τότε γκάζι. “Βάλε γκάζι στη λάμπα”, έτσι έλεγε η μάνα μου στον πατέρα μου ή αντιθέτως. Δεν είχαμε άλλο φως, με αυτό περνούσαμε τα βράδια. Άλλωστε, τα βράδια, μόλις σκοτείνιαζε, ετοιμαζόμαστε να κοιμηθούμε. Η νύχτα ήταν κομμάτι του ύπνου, δεν ήταν κομμάτι ζωής, δημιουργίας και δουλειάς. Καθώς επίσης και το πρωί ξυπνούσαμε μόλις ακριβώς φώτιζε, μόλις ακριβώς άρχιζε να ροδίζει ο ουρανός και περιμέναμε σε λίγο τον ήλιο, όταν είχε ήλιο, γιατί στην περιοχή μας έξι μήνες το χρόνο βρέχει ή χιονίζει”.
Φτάνοντας στα Γιάννενα, το παιδί που αργότερα κατάφερε να φτιάξει μία πλειάδα από πολυτελέστατα ξενοδοχεία, με εκατοντάδες δωμάτια, άνετα κρεβάτια και αναπαυτικά στρώματα, κοιμόταν επί μία εβδομάδα στο πάτωμα μαζί με τη μητέρα του, κάτω από το κρεβάτι ενός ηλικιωμένου, στο λεγόμενο Χάνι του Κουτσολάμπρου. Ο Κώστας Μήτσης αναφέρει χαρακτηριστικά: “Το δωμάτιο ήταν γεμάτο. Είχε άλλους έξι ανθρώπους και πήγαμε και εμείς και γίναμε οκτώ. Δεν υπήρχε χώρος να κοιμηθούμε. Και επειδή δεν μπορούσαμε και δεν μας αφήνανε να κοιμηθούμε έξω στο διάδρομο, ο μπάρμπα Φώτος, έτσι τον λέγανε, μας έβαλε και κοιμηθήκαμε κάτω από το κρεβάτι του. Έξω από το κρεβάτι του φαίνονταν μόνο τα κεφάλια μας, το σώμα μας, ευτυχώς ήταν λίγο ψηλό το κρεβάτι του, και μας χώραγε και κοιμηθήκαμε από κάτω. Όλο το δωμάτιο ήταν γεμάτο με οκτώ ανθρώπους, σ’ ένα χώρο όπου σήμερα δεν θα μπορούσαν να μείνουν πάνω από 2-3 άτομα”.

Το ταξίδι στην Αθήνα

Στην Αθήνα ταξίδεψαν με ένα λεωφορείο με σπασμένα τζάμια και αφού προηγουμένως η μητέρα του είχε πουλήσει λίγα αυγά για να προμηθευτούν τα εισιτήρια. Η ταχύτητα ήταν 20 με 25 χ.λμ., αναφέρει ο Κώστας Μήτσης, σημειώνοντας ότι χρειάστηκαν 11 ημέρες για να φτάσουν στον προορισμό τους. Όπως λέει, “πρώτον το λεωφορείο ήταν παλιό και πήγαινε πολύ αργά, δεύτερον τη νύχτα σταματούσαμε διότι στο δρόμο γίνονταν συνεχώς μάχες ειδικά μέχρι το Ρίο – Αντίρριο και τρίτον έπρεπε να ‘ναι μέρα, να περάσουν οι ναρκαλιευτικές ομάδες του στρατού να ελέγξουν το δρόμο για νάρκες”. Πολλά οχήματα είχαν τιναχθεί στον αέρα από τις νάρκες και είδαν πολλά τέτοια συμβάντα στη διαδρομή. “Εμείς σταθήκαμε τυχεροί και φτάσαμε στην Αθήνα μετά από 11 ημέρες, σώοι, έστω πεινασμένοι και βρώμικοι”, εξιστορεί ο Κώστας Μήτσης. Φτάνοντας στην Αθήνα ήταν Χριστούγεννα του 1948, όταν ο πατέρας του τους πήγε στο οίκημα στο Ρουφ. “Θυμάμαι σαν τώρα, το σπίτι ήταν στη οδό Πηνειού 18, ένα σπίτι με έξι δωμάτια, με μια μεγάλη αυλή, από τη μία μεριά ήταν τα δωμάτια από την άλλη η αυλή, μες τη μέση της αυλής υπήρχε ένας βόθρος, που μύριζε πάρα πολύ γιατί όλοι οι ένοικοι, που ήταν περίπου 25 με 30 άνθρωποι, είχαν μία κοινή τουαλέτα”. Η τουαλέτα βρισκόταν στην τελευταία γωνία της αυλής και υπήρχαν στιγμές που έπρεπε να περιμένουν ουρά για να μπουν. “Η τουαλέτα δεν είχε πόρτα. Είχανε κρεμάσει μια κουρελού για να μην φαίνονται αυτοί που ήταν μέσα. Βεβαίως ήταν τούρκικη και όποιος πήγαινε έπαιρνε μαζί και το νερό του για το ρίξει όταν θα έφευγε. Για να δούμε αν έχει άνθρωπο μέσα η τουαλέτα, πηγαίναμε απ΄ έξω και χτυπούσαμε το ξύλο της κάσας και αν δεν μίλαγε κανένας, τότε μπαίναμε. Αν μίλαγε, έλεγε “άλλος, άλλος” και φεύγαμε και περιμέναμε. Η πόρτα της τουαλέτας ήταν μια χρωματιστή κουρελού. Τη θυμάμαι σαν τώρα. Και η κουρελού είναι αυτό που με συνοδεύει πάντα και τη βλέπω πάντα μπροστά μου και την αναλογίζομαι όλη μου τη ζωή, όλη τη διαδρομή, όλο το πέρασμα που σιγά-σιγά έφτασαν τα πράγματα σήμερα να είναι έτσι όπως είναι, να είμαστε πολιτισμένοι, να έχουμε του Θεού τα καλά όλα και αυτοί που δεν τα έχουν νομίζω ότι πρέπει να προσπαθήσουν. Δεν υπάρχει περίπτωση να προσπαθήσει κανείς και να μην τα έχει. Μπορεί να μην έχει του Θεού τα καλά όλα, αλλά μπορεί να έχει τουλάχιστον αυτά που είναι απαραίτητα στη ζωή του. Η κουρελού ήταν λοιπόν το ενδεικτικό κομμάτι που έζησα μέσα σε αυτή την αυλή έξι ολόκληρα χρόνια και η μυρωδιά του βόθρου ήταν αυτή πάλι που επί έξι χρόνια κλείναμε τα παράθυρα για να μην μπαίνει μέσα στο δωμάτιό μας”.

Ο Κώστας Μήτσης είναι από τους ανθρώπους που πάλεψαν πάρα πολύ στη ζωή τους. Ποτέ δεν ξέχασε την καταγωγή του, τη φτώχεια και τα δεινά που πέρασε και στα οποία πάντα αναφερόταν, γι’ αυτό και η πορεία του, εκτός από επιτυχίες, ήταν γεμάτη με καλοσύνη και μεγαλοψυχία. Ήταν πάντα κοντά στον ανθρώπινο πόνο, τον οποίο φρόντιζε με κάθε τρόπο να απαλύνει. Πίστευε απόλυτα στην ευθύνη του κάθε ανθρώπου για τη ζωή του, ήταν πολύ αυστηρός αλλά και απαιτητικός από τον εαυτό του. Έβαζε υψηλούς στόχους, κυνηγούσε το όνειρο. Ο δρόμος του για την επιτυχία έμοιαζε με τη διαδρομή για την Ιθάκη. Ήταν γεμάτος δυσκολίες, αντιξοότητες, περιπέτειες και απρόοπτα. Παρ’ όλα αυτά, η Ιθάκη δεν τον πρόδωσε. Η διαδρομή του τον ωρίμασε, τον έκανε να καταλάβει το νόημα της ζωής, έγινε σοφότερος, ενώ τα λόγια και οι προτροπές του για αγώνα και προσπάθεια, δίνουν ελπίδα και κουράγιο στις δύσκολες πάλι εποχές που περνά η χώρα μας.

Την ερχόμενη Κυριακή η “ΒτΚ” θα παρουσιάσει το επόμενο στάδιο από τη ζωή του αείμνηστου επιχειρηματία.

ΠΗΓΗ : http://www.vradini.gr

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *