Βιωσιμότητα ή «Θάνατος»: Ο ρόλος και η Μεθοδολογία των DMMO στην βιώσιμη και αειφόρο ανάπτυξη προορισμών

ΓΝΩΜΗ

του Γιώργου Λυκαύγη (*)
Σε μια εποχή όπου η περιβαλλοντική και κοινωνική συνείδηση συνεχώς αυξάνεται, είναι αναπόφευκτο σχεδόν όλες οι συζητήσεις και συγγράματα για τουριστική ανάπτυξη να έχουν ως κύριο σημείο την βιωσιμότητα.  Οι DΜMOs θεωρούν όλο και περισσότερο τους εαυτούς τους ως θεματοφύλακες των προορισμών, και για να διαπρέψουν σε αυτόν τον ρόλο, η αξιοποίηση και ερμηνεία των δεδομένων είναι ζωτικής σημασίας. Αυτό όχι μόνο βοηθά το πρωταρχικό τους λειτουργημα αλλά παρέχει επίσης μια ευκαιρία επανατοποθέτησης ως κέντρα εμπειρογνωμοσύνης για τους ταξιδιώτες.  Η μετάβαση από το μάρκετινγκ και τη διαχείριση στη στρατηγική είναι ένα ζωτικό βήμα για να διασφαλίσουν οι DMΜOs συνεχιζόμενη επιρροή και συνάφειά τους σε μια ραγδαία αλλαγή του τουριστικού τοπίου.

Το 2023 το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (World Economic Forum) δημοσίευσε μια έρευνα η οποία ανέδειξε ότι άνω του 75% των ταξιδιωτών θέλουν να κάνουν κράτηση σε βιώσιμο προορισμό / κατάλυμα και ότι το 43% των ταξιδιωτών είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα λεφτά για να ταξιδέψουν «βιώσιμα».  Ο CEO της Booking.com, Glenn Fogel, είπε ότι «Τα ταξίδια μπορούν να είναι μια δύναμη για το καλό και οι ίδιοι οι ταξιδιώτες αποδεικνύονται ότι είναι εκείνοι που κάνουν την αλλαγή του σήμερα, υιοθετώντας πιο βιώσιμες ταξιδιωτικές συνήθειες και αναζητώντας υπεύθυνες εμπειρίες».

Ενώ το 2020 και με την έλευση της πανδημίας του Covid-19 υπήρξε μια πεποίθηση ότι ένα από τα κατάλοιπα της πανδημίας θα ήταν η εξάλειψη του φαινόμενου του υπερτουρισμού (παρόλες τις πολυπληθείς ερμηνείες ή αντιδράσεις ως προς την υπάτρξη ή έκταση αυτού), ήρθε το 2022 και 2023 να δείξουν ότι όχι μόνο η ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας θα συνεχίση την ανοδική της πορεία αλλά θα υπάρξει και αλματώδης ανάπτυξη για τα επόμενα χρόνια.  Αυτό φυσικά εγείρει δύο (2) σοβαρότατα ζητήματα.  Πρώτον, εάν το φαινόμενο του υπερτουρισμού θα αναβιώσει χωρίς αναχαίτηση, και Δεύτερον, πως η ανάπτυξη θα γίνει με μηδαμινό ή ακόμη και αρνητικό πρόσημο προς την βιωσιμότητα του προορισμού.

H αιχμή του δόρατος της βιωσιμότητας ενός προορισμού είναι οι DMMO οι οποίοι βασίζονται σε μαθηματικά μοντέλα και προσομοιώσεις σεναρίων για να προβάλουν και να αναπτύξουν τον προορισμό τους.  Τα στοχευμένα δεδομένα τα οποία ΠΡΕΠΕΙ να έχουν στα χέρια τους οι DMMO είναι το κλειδί για να κατανοήσουν ΤΙ πρέπει να πράξουν, ΠΟΤΕ πρέπει να το πράξουν και φυσικά ΠΩΣ πρέπει να το εκτελέσουν.  Οι DMMO είναι το κλειδί για την επίτευξη στρατηγικού σχεδιασμού ο οποίος θα επιτεύξει την ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για συνεχή ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας (και κατ’επέκταση της τοπικής οικονομίας) και της υποχρέωσης να προφυλαχτεί το περιβάλλον, ο πολιτισμός και να μην υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνία.

Επειδή οι όροι Βιωσιμότητα και Αειφορία είναι πλέον μέρος της τουριστικής (και όχι μόνο) καθημερινότητας πρέπει πρώτα να τους ερμηνεύσουμε γιατί η κατανόηση τους είναι κομβικής σημασίας.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΙΩΣΙΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ

Ο αειφόρος & βιώσιμος τουρισμός είναι μια ολιστική προσέγγιση του τουρισμού που στοχεύει στην ελαχιστοποίηση των αρνητικών περιβαλλοντικών, κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων ενώ ταυτόχρονα μεγιστοποιώντας τις θετικές επιπτώσεις σε έναν προορισμό. Ο βιώσιμος τουρισμός βασίζεται στις αρχές της ισότητας, της διατήρησης της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, και τον  σεβασμό για τις τοπικές κοινωνίες.  Στοχεύει να επιτύχει μια ισορροπία προς όφελος τόσο των «προσωρινών κατοίκων» (οι τουρίστες) και του τοπικού πληθυσμού.

Στον πυρήνα του, ο βιώσιμος τουρισμός εστιάζει στην προώθηση μιας ισορροπίας μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης, της κοινωνικής ευημερίας και του περιβάλλοντος, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι η τουριστική βιομηχανία είναι ανθεκτική και προσαρμοσμένη στις αλλαγές.

Η βιωσιμότητα είναι μετρήσιμη και υπάρχουν αρκετοί μέθοδοι μέτρησης τις οποίες μπορεί ο DMMO να χρησιμοποιήσει για να αναπτύξει, διορθώσει και χαράξει τον Στρατηγικό του Σχεδιασμό τόσο μακροπρόθεσμα όσο και βραχυπρόθεσμα.

Στον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού (UNWTO) χρησιμοποιούμε τα SDGs (Sustainable Development Goals).  Δεκαεπτά διαφορετικοί αλλά αλληλένδετοι στόχοι προς την βιωσιμότητα και αειφορία οι οποίοι όμως στοχεύουν μέσω της τοπικής κοινωνίας αφού ο δρόμος προς την βιωσιμότητα περνά μέσα απο την βελτίωση της ποιότητας ζωής των μόνιμων κατοίκων με ιδιαίτερη έμφαση στην παιδεία και ισότητα καθώς και στην ατομική / κοινωνική ευθύνη προς την παραγωγή και κατανάλωση.

Εδώ πρέπει να υπάρξει και μια σημείωση για να αναδείξουμε την ΔΥΣΚΟΛΙΑ που θα βιώσουν όλοι οι προορισμοί για να πετύχουν πραγματική και όχι εικονική (πολιτική) βιωσιμότητα.  Ο δρόμος για την πραγματική βιωσιμότητα του προορισμού (τον οποίο θα κληρονομήσουν οι επόμενες γενεές) ναι μεν αποτελείται από 17 στόχους ΑΛΛΑ οι στόχοι για να επιτευχθούν χρειάζονται ορισμένα βήματα.  Ο 17ος στόχος που είναι οι ορθές πρακτικές για την παραγωγή και κατανάλωση αποτελείται με την σειρά του από 485(!!!) διαφορετικές πολιτικές τις οποίες ο προορισμός καλείται να ακλολουθήσει και να επιβάλει.

Συμπεραίνουμε επομένως ότι όταν χρησιμοποιούμε τις λέξεις βιωσιμότητα και αειφορία πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και να κατανοούμε πλήρως το νόημα, την προσπάθεια και τον βαθμό δυσκολίας που θα συναντήσει ο κάθε προορισμός.

Η επόμενη έγκυρη μέθοδος είναι το ETIS (European Tourism Indicator Systems), μια εξαιρετική εργαλειοθήκη αποτελούμενη από πρακτικές διαχείρισης προορισμού, συστήματα παρακολούθησης προορισμού καθώς και πηγή συλλογής πληροφοριών για την χάραξη πολιτικής.

Έγκυρες και ακριβείς μετρήσεις για την απόδοση βιωσιμότητας του προορισμού μπορούμε να δούμε μέσα από τα εργαλεία που μας δίνουν και τα GSTC (Global Sustainable Tourism Criteria) ούτως ώστε να μετρήσουμε την απόδοση μας όσον αφορά την περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική ευθύνη την οποία έχουμε χαράξει σαν μέρος της ευρύτερης στρατηγικής βιωσιμότητας του προορισμού.

Το ιδιώνυμο GSTC (Global Sustainable Tourism Council) “επιχειρεί” βάση τεσσάρων πυλώνων –

Βιώσιμης διαχείρισης, Κοινωνιοοικονομικών μετρήσεων, Πολιτιστικών μετρήσεων και Περιβαλλοντικών επιπτώσεων του τουρισμού.  Τα κριτήρια GSTC είναι η ελάχιστη απόδοση των προορισμών και ακόμη μια απόδειξη του πόσο δύσκολος είναι ι δρόμος για πραγματική βιωσιμότητα.

Οι προορισμοί που στοχεύουν στον βιώσιμο και αειφόρο τουρισμό πρέπει να κατανοήσουν το ΠΩΣ ο τουρισμός τους επηρεάζει και ότι για την επίτευξη του παραπάνω στόχου είναι απαραίτητο να υπάρχει σαφής κατανόηση της επίδρασης του τουρισμού σε έναν προορισμό.

Η χρήση δεδομένων είναι το αξιόπιστο και αποτελεσματικό εργαλείο που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι προορισμοί για να καταπολεμήσουν το μείζον ζήτημα του υπερτουρισμού (όσο και αν οι απόψεις περί της υπαρξης του ή της έκτασης του διίστανται).  Αυτή η προσέγγιση βάσει δεδομένων επιτρέπει τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων για το μέλλον, και προωθεί τη χρήση διαφόρων καθοριστικών πλαισίων και πιστοποιήσεων.

Το ερώτημα είναι ΠΩΣ μπορεί ένας προορισμός να χρησιμοποιήσει τα ροή δεδομένων για να πετύχει την βοιωσιμότητα του και γιατί ο DMMO είναι ο κατάλληλος αρωγός για να πετύχει τον στόχο αυτό?  Οι προσεγγίσεις που βασίζονται σε δεδομένα δίνουν προτεραιότητα στην ποιότητα ζωής των μόνιμων  κατοίκων του προορισμού και ελαχιστοποιούν τις αρνητικές επιπτώσεις του υπερτουρισμού ενώ μακροπρόθεσμα δημιουργούν πραγματικά βιώσιμους προορισμούς.  Ο DMMO ως ο σύμβουλος διαχειριστής του προορισμού μετρά, αναλύει και παρακαλουθεί την απόδοση βιωσιμότητας και επιτρέπει με αυτό τον τρόπο να δει μοτίβα και τάσεις στις επιδόσεις του.  Αυτό βοηθά στην λήψη  αποφάσεων και καθοδηγούν την ανάπτυξη νέων λύσεων για βελτίωση της βιωσιμότητας.

Μία από τις κρίσιμες τεχνικές που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι DMMO για τη μέτρηση και την παρακολούθηση της βιωσιμότητας του προορισμού τους είναι οι ποσοτικοί δείκτες που μετρούν τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές, και οικονομικές αποδόσεις.  Αυτές οι μετρήσεις συπεριλαμβάνουν το ενεργειακό αποτύπωμα, χρήση νερού και παραγωγή απορριμμάτων. Παρακολουθώντας αυτές τις μετρήσεις με την πάροδο του χρόνου, οι DMMO μπορούν να προσδιορίσουν τις τάσεις στην απόδοση βιωσιμότητας και τους τομείς που χρήζουν βελτίωσης.

Οι DMΜO μπορούν να χρησιμοποιούν τα παραπάνω δεδομένα εξαγάγοντας τις ποιοτικές τιμές  μέσο των εργαλείων ανάλυσης δεδομένων.  Αυτά τα εργαλεία μπορεί να περιλαμβάνουν λογισμικά όπως συστήματα γεωγραφικών πληροφοριών (GIS), πλατφόρμες Business Intelligence και φυσικά πλατφόρμες και εργαλεία οπτικοποίησης δεδομένων.  Αυτά τα εργαλεία μπορούν να βοηθήσουν τους DMΜO να αναλύσουν μεγάλο όγκο δεδομένων από τα παρατηρητήρια, τους φορείς, τις εταιρείες κοινής ωφέλειας και με αυτόν τον τρόπο να προσδιορίσει μοτίβα και τάσεις και να δημιουργεί οπτικοποιήσεις οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επικοινωνία της απόδοσης βιωσιμότητας του προορισμού στους εμπλεκόμενους με κύριο λόγο στους πολίτες.

Έχοντας αναλύσει τα εξαγώγιμα δεδομένα ο DMMO δημιουργεί τις βάσεις για Μοντέλα Πρόβλεψης Επισκεπτών / Επισκεψιμότητας (Visitor Forecasting Models).  Έχοντας, για παράδειγμα, την επισκέψιμότητα ανά ώρα της μέρας στα διάφορα τουριστικά αξιοθέατα ο DMMO μπορεί να γνωμοδοτήσει στους εμπλεκόμενους για να περιορίσει μέσω «spreading» τις αρνητικές επιπτώσεις της υπερεπισκεψιμότητας (μην ξεχνάμε ότι το φαινόμενο που πολλοί ονομάζουν υπερτουρισμός δεν πλήττει αποκλειστικά προορισμούς αλλά και μεμονωμένα αξιοθέατα).  Ένα εξαιρετικό παράδειγμα είναι η διαχείριση επισκεπτών από το μουσείο Van Gogh σαν μεμονωμένο αξιοθέατο ή η Βενετία ως προορισμός.

Όπως αναφέραμε και στην αρχή του πονήματος οι DMMO είναι το κλειδί για την επίτευξη στρατηγικού σχεδιασμού ο οποίος θα επιτεύξει την ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για συνεχή ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας (και κατ’επέκταση της τοπικής οικονομίας) και της υποχρέωσης να προφυλαχτεί το περιβάλλον, ο πολιτισμός και να μην υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνία.  Ο DMMO θα είναι ο συντονιστής μεταξύ των πολιτκών αρχών, των επιχειρηματικών  φορέων και της τοπικής κοινωνίας ούτως ώστε ο σχεδιασμός ο οποίος θα εκτελεστεί να είναι ΚΟΙΝΗΣ ευρύτερης  αποδοχής ενώ την ίδια ώρα όλοι οι εμπλεκόμενοι να κατανοήσουν τις θέσεις και αρχές των υπολοίπων.

Ένα κοινό σημείο καθ’όλη την συζήτηση περί τουριστικής ανάπτυξης και βιωσιμότητας είναι η χρήση δεδομένων.  Στον UNWTO χρησιμοποιούμε την βάση στατιστικών δεδομένων ως το σημείο αναφοράς για να αναπτύξουμε στρατηγικές οι οποίες είναι παντελώς βιώσιμες.

Ας δούμε ένα εξαιρετικό παράδειγμα ενός προορισμού ο οποίος κατάφερε μέσω δεδομένων να αναχαιτίση τις αρνητικές επιπτώσεις του τουρισμού ενώ παρατηρούμε ότι οι ίδιες πρακτικές μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε όλους τους τύπους προορισμών.  Το Άμστερνταμ έχει αντιμετωπίσει σοβαρές προκλήσεις που σχετίζονται με τον υπερτουρισμό, κάτι που οδήγησε στον υπερπληθυσμό, τη συμφόρηση και τις αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των κατοίκων του.  Για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων, το Άμστερνταμ έχει εφαρμόσει διάφορες στρατηγικές που αξιοποιούν  δεδομένα για την εξισορρόπηση του τουρισμού.  Η πρώτη προσέγγιση είναι η ανάλυση δεδομένων για καλύτερη κατανόηση των προτύπων (δηλαδή κατηγορίες / είδη) επισκεπτών και συμπεριφορές αυτών  και να χρησιμοποιήσουν αυτές τις πληροφορίες για την ανάπτυξη στοχευμένων παρεμβάσεων που μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων του τουρισμού.

Για παράδειγμα, η πόλη έχει χρησιμοποιήσει δεδομένα από συσκευές GPS και μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να εντοπίσει τις πιο πολυσύχναστες τουριστικές περιοχές και έχει εφαρμόσει μέτρα όπως π.χ έλεγχος των εισροών και διαχείριση της κυκλοφορίας για να μετριαστεί η πίεση σε αυτά τα σημεία.  Το ταξίδι του Άμστερνταμ προς τη βιωσιμότητα συμπεριλάμβανε και καινούργιες στρατηγικές MARKETING & ΔΙΑΦΗΜΙΣΗΣ για να δημιουργηθούν περισσότερες βιώσιμες τουριστικές προσφορές που ευθυγραμμίζονται καλύτερα με τους τουρίστες και τις ανάγκες των κατοίκων.  Αυτό περιλάμβανε τη χρήση δεδομένων από ιστότοπους κριτικών και μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να στοχεύσουν δημοφιλείς τουριστικές δραστηριότητες και να συνεργαστούν με τους τοπικές επιχειρήσεις και οργανισμούς ούτως ώστε να αναπτύξουν νέα και καινοτόμα τουριστικά προιόντα που υποστηρίζουν καλύτερα την τοπική κοινωνία.  Τέλος, το Άμστερνταμ χρησιμοποίησε επίσης πληροφορίες δεδομένων για να βοηθήσει στην οικοδόμηση ισχυρότερων σχέσεων μεταξύ τουριστών και κατοίκων και να δημιουργηθούν περισσότερες ευκαιρίες για να επωφεληθούν οι κάτοικοι από τον τουρισμό. Για παράδειγμα, η πόλη έχει χρησιμοποιήσει δεδομένα από μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τον εντοπισμό περιοχών όπου αναζητούν οι τουρίστες για πιο αυθεντικές και καθηλωτικές εμπειρίες και στη συνέχεια δούλεψε με τους φορείς των μόνιμων κατοίκων για να αναπτύξουν νέους και καινοτόμους τρόπους για να προσφέρουν βιώσιμες ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ προς όφελος τόσο των τουριστών όσο και των ιδίων.

Τα επιμέρους οφέλη μιας προσέγγισης του τύπου του Αμστερντάμ για προορισμούς όπου ο τουρισμός είναι εποχικός (βλέπε  νησιώτικη Ελλάδα) είναι η ανάπτυξη στρατηγικών για την επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου με την ΣΜΙΞΗ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΟΤΗΤΩΝ (Αγροτουρισμός, Γαστρονομικός τουρισμός κτλ) κάτω από την ομπρέλλα των CBTs (Community Based Tourism – Τουρισμός Τοπικής Κοινωνίας) όπου ο επισκέπτης μπορεί πραγματικά να βιώσει μια διαδραστική εμπειρία σχεδιασμέμη ειδικά για αυτόν.

Ένα όμορφο παράδειγμα είναι η τουριστική περιοχή της Oaxaca στο Μεξικό, η οποία πλέον είναι σημείο αναφοράς αφού το τουριστικό προιόν έχει δημιουργηθεί από την αρχή με τον DMMO να έχει πρωτοστατήσει για να εκτελεστεί ο Στρατηγικός σχεδιασμός στο ακέραιο και με τους στόχους να είναι μετρήσιμοι και κατανοητοί στους τοπικούς εμπλεκομένους.  Η Περιφερειακή κυβέρνηση αναγνώρισε τη σημασία της διατήρησης της μοναδικής πολιτιστικής της κληρονομιάς ως σημαντικό τουριστικό πόλο έλξης πέραν του τουρισμού «παραλίας».  Η χρήση δεδομένων από έρευνες επισκεπτών, αναλύσεις μέσων κοινωνικής δικτύωσης και άλλες πηγές, εντόπισε μια τάση αυξανόμενου αριθμού τουριστών  να εκδηλώνουν ενδιαφέρον για να βιώσουν τον αυθεντικό πολιτισμό των Oaxacan.  Τότε ο DMMO ανέπτυξε ένα σχέδιο πολιτιστικού τουρισμού που περιλάμβανε τη δημιουργία ενός πολιτιστικού κέντρου για την προβολή της ιστορίας και έθιμα των λαών Zapotec και Mixtec, καθώς και η αποκατάσταση των παραδοσιακων κτιρίων και την ανάδειξη των ντόπιων τεχνιτών και των χειροτεχνιών τους. Ακόμη πιο σημαντικό ήταν η υλοποίηση μιας πρωτοβουλίας κατάρτισης για ξεναγούς για να διασφαλίσει ότι θα μπορούσαν μοιράζονται με ακρίβεια και σεβασμό την πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής στον επισκέπτη.  Επιπλέον, η τοπική αυτοδιοίκηση συνεργάστηκε με τους ηγέτες των κοινοτήτων και φορέωνργανώσεις για τη συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού στην ανάπτυξη και τη διαχείριση του πολιτιστικού τουρισμού. Αυτό εξασφάλισε ότι το σχέδιο ευθυγραμμίστηκε με τόσο με τις αξίες και τους στόχους της κοινότητας όσο με την ανάγκη δημιουργίας   θέσεων εργασίας στην τουριστική βιομηχανία.  Η χρήση δεδομένων και εστίαση στον πολιτιστικό τουρισμό (διατήρηση της πολιτιστικής ταυτότητας) ώθησε τον προορισμό να εξισορροπήσει τις ανάγκες και των δύο – τουριστών και της τοπικής κοινωνίας. Αυτό όχι μόνο βοήθησε στην προσέλκυση περισσότερων επισκεπτών στην περιφέρεια αλλά και συνέβαλε στην προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης και στη διατήρηση της μοναδικής πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής.

Ο ρόλος των DMMO έχει πλέον αλλάξει και η βιωσιμότητα αποτελεί πλέον βασικό μέρος τους. Οι DMMO διευρύνουν τις αρμοδιότητές τους για να αντιμετωπίσουν τις τρεις διαστάσεις της αειφορίας: κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική, καθώς και την ανάγκη για μια πιο εξελιγμένη προσέγγιση.    Ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος του τουρισμού φέρνει κριτική τόσο σε διεθνές όσο και σε τοπικό επίπεδο. Οικονομικά μιλώντας, ο τουρισμός είναι σημαντική πηγή πλούτου αφού στην Ελλάδα (πχ) αποτελεί άμεσα ή έμμεσα το 25% του ΑΕΠ της χώρας ενώ σε πολλές Περιφέρειες το ποσοστό είναι άνω του 50%.  Τα DΜMO είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση της ισορροπίας σε αυτό το πλαίσιο, τη διαχείριση του τουρισμού, την μείωση της εποχικότητας και την διύλιση των στρατηγικών διανομής για τη διασφάλιση ότι τα οικονομικά οφέλη του τουρισμού είναι βιώσιμα.

Τα βασικά μας συμπεράσματα:

  • Ο DMMO συντονίζει όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για να τους ενημερώσει και να τους ευαισθητοποιήσει.
  • Τα υπάρχοντα εργαλεία, όπως το Πρότυπο Πρασίνων Προορισμών ή τα κριτήρια GSTC χρησιμοποιούνται για την καθοδήγηση του σχεδιασμού και προγραμματισμού.
  • Η στρατηγική βιώσιμου προορισμού πρέπει να παρακολουθήτε ανελλιπώς και να εξοπλίστή με επαρκή «κεφάλαια» για να είναι γόνιμη. Τα αποτελέσματα πρέπει να μοιραστούν με όλους τους εμπλεκομένους και με τους ταξιδιώτες.
  • Θεωρούμε τη βιωσιμότητα του προορισμού ως άσκηση διαχείρισης ποιότητας και όχι ως στοιχείο μάρκετινγκ!!!

(*) Ο κ. Γιώργος Λυκαύγης, είναι Ειδικός Στρατηγικού Σχεδιασμού

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *