gitsakis

Αλλαγή τουριστικού μοντέλου | Το παράδειγμα της Ίου και το στοίχημα της Χαλκιδικής και της Βόρειας Ελλάδας

ΓΝΩΜΗ

του Ιωάννη Γκιτσάκη (*)

Το φαινόμενο του μαζικού βαλκανικού τουρισμού χαμηλής οικονομικής ποιότητας στη Βόρεια Ελλάδα αποτελεί ίσως το πιο «καυτό» ζήτημα για να προσπαθήσει κάποιος να εκφέρει μία άποψη, η οποία θα είναι αντίθετη στην υπάρχουσα κατάσταση που έχει παγιωθεί ιδίως την τελευταία δεκαετία. Μία κατάσταση που αποτελεί ουσιαστικά «παράπλευρη απώλεια» της οικονομικής κρίσης που έπληξε τη χώρα μας, η οποία ανάγκασε πολλούς επαγγελματίες του τουρισμού να υποδεχθούν «με ανοιχτές αγκάλες» τους βαλκάνιους τουρίστες, εξαιτίας της οικονομικής δυσχέρειας των Ελλήνων τουριστών ή της μειωμένης προσέλευσης τουριστών από χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης.

Η πρώτη μου απόπειρα, πριν από δύο χρόνια, να περιγράψω το φαινόμενο και να προτείνω ορισμένες λύσεις για την αντιμετώπισή του προκάλεσε αρνητικά σχόλια. Ότι δεν έχουμε δικαίωμα να αποκλείσουμε κανέναν τουρίστα που θέλει να επισκεφτεί την Ελλάδα, ότι δεν μας περισσεύει κανένας τουρίστας, ότι η Βόρεια Ελλάδα στηρίζεται στο βαλκανικό τουρισμό και χωρίς αυτόν θα καταστραφεί, ότι δεν έχουμε τις τουριστικές υποδομές για πιο ποιοτικό τουρισμό και, εν κατακλείδι, ότι μέχρι εκεί μπορούμε και επομένως θα πρέπει να είμαστε και ευχαριστημένοι που έχουμε και αυτόν τον τουρισμό που έχουμε. Να είμαστε ικανοποιημένοι δηλαδή που η Βόρεια Ελλάδα έχει μετατραπεί ουσιαστικά σε περιοχή «κοινωνικού τουρισμού» για βαλκάνιους τουρίστες χαμηλής οικονομικής δυνατότητας.

Κάποιοι λοιπόν μπορεί να είναι ικανοποιημένοι με αυτή την κατάσταση, εγώ όμως όχι. Γι’ αυτό και θα επιμείνω. Στη δική μου αντίληψη, η Βόρεια Ελλάδα δεν είναι «καταδικασμένη» να ακολουθεί το υπάρχον μοντέλο του μαζικού βαλκανικού τουρισμού.

Η Χαλκιδική μπορεί και πρέπει να είναι ένας προορισμός «πέντε αστέρων».

Το Porto Carras, το Sani Resort, το Miraggio Thermal Spa Resort  και το νέο 5στερο AMMOA Luxury Hotel & Spa Resort του ομίλου Zeus International στην παραλία του Αγίου Ιωάννη μας δείχνουν ποιο θα πρέπει να είναι το τουριστικό μέλλον της Χαλκιδικής.

Χαλκιδική – Η παραλία του Αγίου Ιωάννη

Το ίδιο ισχύει και για άλλους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας, όπως είναι ιδίως η Θάσος και η Σαμοθράκη, αλλά και γενικότερα ολόκληρο το παραθαλάσσιο μέτωπο από τη Χαλκιδική ως τον Έβρο. Κομβικής σημασίας για την ανάπτυξη της περιοχής αυτής είναι το σχεδιαζόμενο project «Alexandrou Chora» στο Costa Ofrynio,  που φιλοδοξεί να γίνει το «Costa Navarino» της Βόρειας Ελλάδας, δηλαδή ένα project που δημιουργεί νέο τουριστικό προορισμό.

Μάλιστα, στον ίδιο χώρο σχεδιάζεται και η κατασκευή ενός μεγάλου θεματικού πάρκου διεθνών προδιαγραφών για τον Μέγα Αλέξανδρο (Alexander Theme Park), με τρισδιάστατα κινούμενα εκθέματα, το οποίο εκτιμάται ότι θα προσελκύει ετησίως περισσότερους από 100.000 επισκέπτες. Είναι μία πρόταση την οποία έχω καταθέσει και εγώ, σε σχετικό άρθρο μου το 2019, με τίτλο «Δρόμοι Ανάπτυξης – Θεματικά πάρκα – MythLand, AlexanderLand».

Τέλος, η κοντινή απόσταση του «Alexandrou Chora» από τον αρχαιολογικό χώρο της Αμφίπολης και τον επιβλητικό τύμβο Καστά αναμένεται να δημιουργήσει έναν ενιαίο τουριστικό, ιστορικό και πολιτιστικό προορισμό, που μπορεί κυριολεκτικά να απογειώσει την τουριστική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής.

Και βεβαίως, το ίδιο ισχύει και για ένα από τα πιο αδικημένα νησιά της Ελλάδας, τη Λευκάδα, ένα νησί με μοναδικές για τα δεδομένα της Ευρώπης παραλίες, που θυμίζουν περισσότερο Καραϊβική παρά Μεσόγειο, αλλά και με το μύθο και τη φήμη του Αριστοτέλη Ωνάση και του Σκορπιού να τη συνοδεύει και να τη διαφημίζει σε κάθε γωνιά του κόσμου. Με αυτά τα δεδομένα, η Λευκάδα και τα γύρω μικρότερα νησιά θα έπρεπε να αποτελούν τους ακριβότερους τουριστικούς προορισμούς της Μεσογείου, προσελκύοντας διασημότητες, οικονομικούς μεγιστάνες και όλο το διεθνές jet set. Αντί αυτού, η ευκολία της οδικής πρόσβασης στο νησί έχει οδηγήσει στο να κατακλύζεται από βαλκάνιους τουρίστες, με το καταστροφικό αποτύπωμα του μαζικού τουρισμού να έχει αρχίσει να γίνεται ιδιαίτερα αισθητό. Ελπίζω πως το νέο τουριστικό project που υλοποιείται στο Σκορπιό θα καταφέρει να αναστρέψει την υπάρχουσα σήμερα κατάσταση και να μετατρέψει τη Λευκάδα και τη γύρω περιοχή σε δημοφιλή τουριστικό προορισμό διεθνούς εμβέλειας. Τα ίδια ισχύουν και για τη γειτονική Πάργα και την ευρύτερη περιοχή, η οποία επίσης πλήττεται (και αδικείται) από το φαινόμενο του μαζικού βαλκανικού τουρισμού.

Επανερχόμενος στο κεντρικό θέμα του άρθρου, θα επιχειρήσω να τεκμηριώσω την άποψή μου, ότι το υπάρχον τουριστικό μοντέλο της Βόρειας Ελλάδας είναι αναστρέψιμο. Την άποψη ότι η σημερινή κατάσταση που επικρατεί στους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας δεν είναι η αναπόφευκτη «μοίρα» της περιοχής, την οποία είναι «καταδικασμένη» να αποδεχθεί ως μοναδική λύση.

Η αλλαγή τουριστικού μοντέλου δεν είναι κάτι απλό και εύκολο, ούτε όμως και κάτι ανέφικτο. Θα αναφερθώ στην περίπτωση της Ίου, την οποίο θεωρώ ως το πιο χαρακτηριστικό και επιτυχημένο παράδειγμα αλλαγής τουριστικού μοντέλου. Πράγματι, τη δεκαετία του 1980, το νησί της Ίου προσέλκυε εντελώς «περιθωριακό» (ας μου επιτραπεί ο χαρακτηρισμός) τουρισμό. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως όταν ρώτησα κάποιους φίλους για το νησί στις αρχές της δεκαετίας του 1990, μου είπαν στην καλύτερη περίπτωση να πάρεις μαζί σου μαχαίρι!

Ίος

Σταδιακά όμως τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Η Ίος εκμεταλλεύτηκε αυτό το «party mood» και μετατράπηκε σε μια μικρή Μύκονο. Ένα νησί της διασκέδασης, που συγκέντρωνε (και συγκεντρώνει) νεολαία από όλο τον κόσμο: Ευρώπη, Αμερική και Αυστραλία. Η τουριστική εικόνα του νησιού άλλαξε πλήρως μέσα σε μια δεκαετία. Και την επόμενη δεκαετία το νησί ανέβηκε ένα ακόμα επίπεδο. Πολυτελή ξενοδοχεία και boutique hotels έκαναν την εμφάνισή τους και η Ίος άρχισε να προσελκύει και ποιοτικό (ακριβό) τουρισμό. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι από τις 8 μεγάλες τουριστικές επενδύσεις που εγκρίθηκαν πέρσι τον Ιούλιο από τη Διϋπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων, οι τρεις είναι στο νησί της Ίου.  Σήμερα, λοιπόν, η Ίος έχει όλες τις προϋποθέσεις για να μετατραπεί σε μια νέα Μύκονο και σε αυτό αναμένεται να συμβάλει και η κατασκευή αεροδρομίου στο νησί, κάτι που κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί πριν από 20 χρόνια.

Αντίστοιχη αλλαγή τουριστικού μοντέλου πραγματοποιήθηκε και στα Κουφονήσια. Από νησί των γυμνιστών και του ελεύθερου κάμπινγκ των προηγούμενων δεκαετιών, το Άνω Κουφονήσι έχει αλλάξει σήμερα ριζικά εικόνα και μετατρέπεται σε δημοφιλή (και ακριβό) τουριστικό προορισμό για Έλληνες και ξένους τουρίστες. Παρόμοια αλλαγή επιχειρείται και στους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της αγγλικής νεολαίας, όπως ο Κάβος της Κέρκυρας, το Φαληράκι της Ρόδου, η Χερσόνησος και τα Μάλια της Κρήτης. Οι τοπικοί φορείς και οι επαγγελματίες του τουρισμού προσπαθούν να απαγκιστρωθούν από το παρωχημένο τουριστικό μοντέλο των νεαρών Βρετανών (και όχι μόνο) τουριστών, που αντιμετωπίζουν τη χώρα μας ως partyland, με τα γνωστά σε όλους αποτελέσματα.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι, ότι η Βόρεια Ελλάδα και οι δημοφιλείς τουριστικοί της προορισμοί (Χαλκιδική, Θάσος, Σαμοθράκη, Καβάλα κ.ά.) δεν είναι καταδικασμένοι να ακολουθούν «μοιρολατρικά» το υπάρχον τουριστικό μοντέλο του μαζικού βαλκανικού τουρισμού χαμηλής οικονομικής ποιότητας. Η ελληνική αλλά και η διεθνής εμπειρία αποδεικνύει ότι η αλλαγή τουριστικού μοντέλου αποτελεί εφικτό και υλοποιήσιμο στόχο. Η αλλαγή αυτή βεβαίως δεν μπορεί να γίνει από τη μία μέρα στην άλλη. Θα γίνει σταδιακά και σε βάθος τουλάχιστον δεκαετίας. Κάποια στιγμή όμως θα πρέπει να γίνει η αρχή. Προτού η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη.

Το πρώτο στάδιο βεβαίως για την αλλαγή του τουριστικού μοντέλου είναι η αναγνώριση του προβλήματος από τις τοπικές αρχές και τους επαγγελματίες του τουρισμού. Η αναγνώριση ότι η σημερινή κατάσταση του «άναρχου» υπερτουρισμού οδηγεί μεσοπρόθεσμα στην υποβάθμιση και στην καταστροφή των τουριστικών προορισμών της Βόρειας Ελλάδας. Αυτό είναι και το δυσκολότερο στάδιο, καθώς υπάρχουν πολλοί που «βολεύονται» με την υπάρχουσα κατάσταση και αντιδρούν σε κάθε πρόταση αλλαγής του υπάρχοντος τουριστικού μοντέλου. Ευτυχώς που τα σχετικά δημοσιεύματα που επισημαίνουν το πρόβλημα και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ειδικά για τη Χαλκιδική, ολοένα και πληθαίνουν.

Χαλκιδική – Οι διάσημες Καβουρότρυπες τον Ιούλιο του 2007, πριν τη βαλκανική «επέλαση»

Το δεύτερο στάδιο ανήκει καθαρά στην Πολιτεία (Κυβέρνηση και Υπουργείο Τουρισμού), αλλά και στις τοπικές και περιφερειακές αρχές, οι οποίες, σε συνεργασία με τους επαγγελματίες του τουρισμού των περιοχών που επιβαρύνονται υπέρμετρα από το μαζικό βαλκανικό τουρισμό, όπως λ.χ. ο νομός Χαλκιδικής, θα πρέπει να καθορίσουν το επιθυμητό οικονομικό «προφίλ» του βαλκάνιου τουρίστα και ακολούθως να λάβουν τα κατάλληλα «αποτρεπτικά» μέτρα. Σε κάποια από αυτά, τα οποία εφαρμόζονται, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες ή προορισμούς που έχουν υψηλό αριθμό τουριστών, έχω αναφερθεί σε παλαιότερο άρθρο μου. Αναφέρω ως παράδειγμα τον έλεγχο των παράνομων τουριστικών καταλυμάτων, τα οποία τα διαχειρίζονται Βαλκάνιοι υπομισθώνοντάς τα σε ομοεθνείς τους, τον περιορισμό του φαινομένου των διαφορετικών τιμών για Έλληνες και Βαλκάνιους τουρίστες (μεμονωμένους ή μέσω βαλκανικών τουριστικών πρακτορείων) στα περισσότερα τουριστικά καταλύματα, την αύξηση των διοδίων τελών στις πύλες εισόδου της χώρας για αυτοκίνητα και τουριστικά λεωφορεία τρίτων χωρών, τη θέσπιση κάρτας διοδίων (βινιέτας) για τα αλλοδαπά οχήματα που εισέρχονται στη χώρα μας, ως αντιστάθμισμα της χρήσης του μη εθνικού οδικού δικτύου από οχήματα που δεν καταβάλλουν τέλη κυκλοφορίας στην Ελλάδα, τον περιορισμό του φαινομένου της εισόδου στη χώρα μας τροφίμων, ποτών, τσιγάρων κλπ. σε μεγάλες ποσότητες από υπηκόους τρίτων χωρών, τη θέσπιση ενός τέλους περιβαλλοντικής επιβάρυνσης τουριστικών περιοχών για κάθε αλλοδαπό τουρίστα τρίτης χώρας που εισέρχεται οδικώς στην Ελλάδα, τη θέσπιση ενός τέλους εισόδου και παραμονής σε τουριστική περιοχή (checkpoint) για κάθε αλλοδαπό όχημα κ.ά.

Τα παραπάνω μέτρα ή όποια άλλα αντίστοιχα μέτρα αποφασίσουν να λάβουν οι αρμόδιες αρχές σε συνεργασία με τους επαγγελματίες του τουρισμού της Βόρειας Ελλάδας, μπορούν να οριοθετήσουν και να περιορίσουν σημαντικά τη σημερινή έκταση του προβλήματος. Η αναγκαιότητα αλλά και η ορθότητα των προτεινόμενων μέτρων επιβεβαιώνεται και σε πρόσφατη μελέτη που εκπονήθηκε για λογαριασμό του ΙΝΣΕΤΕ, με τίτλο «Τα megatrends του παγκόσμιου τουρισμού», η οποία αναφέρεται και στο πρόβλημα του υπερτουρισμού, επισημαίνοντας ότι «η προβλεπόμενη “έκρηξη” στις μετακινήσεις / ταξίδια σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα αναμένεται να δημιουργήσει τουριστική συμφόρηση σε αρκετούς δημοφιλείς προορισμούς τα επόμενα έτη, με σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον, την κοινωνία και τον πολιτισμό». Για την αντιμετώπιση προβλήματος αυτού προτείνεται «η επιβολή ειδικών φόρων / προστίμων για την αποτροπή του φαινομένου και τη συγκέντρωση εσόδων για την αντιμετώπιση του», καθώς και η πρόβλεψη ειδικών μέτρων «μείωσης της κυκλοφορίας και ρύθμισης της προσφοράς καταλυμάτων και των δραστηριοτήτων σε δημοφιλείς περιοχές».

Το επόμενο, τρίτο στάδιο θα είναι η αλλαγή του τουριστικού μοντέλου της περιοχής. Πράγματι, ο περιορισμός του αριθμού των τουριστών χαμηλής οικονομικής δυνατότητας θα οδηγήσει πολλούς ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων χαμηλής ποιότητας στην απόφαση να τα αναβαθμίσουν. Θα οδηγήσει ιδιοκτήτες γειτονικών καταλυμάτων στην απόφαση να συνεργαστούν για τη δημιουργία ενός μεγαλύτερου boutique hotel. Θα οδηγήσει υποψήφιους επενδυτές στην αναζήτηση παλαιών τουριστικών καταλυμάτων, προκειμένου να τα μετατρέψουν σε σύγχρονα ξενοδοχειακά συγκροτήματα υψηλών προδιαγραφών. Και βεβαίως το Κράτος θα πρέπει παράλληλα να θεσπίσει τα κατάλληλα οικονομικά και φορολογικά κίνητρα και εργαλεία για τη χρηματοδότησή τους. Οι αλλαγές αυτές θα έχουν τη μορφή χιονοστιβάδας. Στην αρχή θα είναι περιορισμένες. Σταδιακά, όμως, και παράλληλα με την προσέλκυση ποιοτικότερου τουρισμού, οι αλλαγές αυτές θα αρχίσουν να αυξάνονται εκθετικά και θα οδηγήσουν τελικά σε σημαντική ποιοτική αναβάθμιση των τουριστικών υποδομών και υπηρεσιών στους δημοφιλείς προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας.

Το τέταρτο και τελευταίο στάδιο είναι η προσέλκυση ποιοτικού τουρισμού. Η τεχνογνωσία υπάρχει στη χώρα, συνεπώς δεν χρειάζεται να αναφέρω κάτι παραπάνω. Θα περιοριστώ μόνο στην αναγκαιότητα ανοίγματος του τουρισμού της Βόρειας Ελλάδας σε νέες τουριστικές αγορές εκτός Ευρώπης (Ρωσία, Κίνα, Αυστραλία, Καναδά, Ινδία, Σιγκαπούρη, Νότια Κορέα, Ιαπωνία, Ταϊβάν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, Κατάρ, Μπαχρέιν, Κουβέιτ κ.ά.), οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν μεγάλες «δεξαμενές» προσέλκυσης ποιοτικών τουριστών, όπως έχω αναπτύξει και στο άρθρο μου με τίτλο «The day after Tomorrow – Η επόμενη ημέρα του ελληνικού τουρισμού».

Στον τομέα αυτό, η Σαντορίνη και η Μύκονος μας δείχνουν το δρόμο, υλοποιώντας στοχευμένες δράσεις προβολής και προώθησης των δύο νησιών στις Αραβικές χώρες.  Ένας σχεδιασμός, που ήδη αποδίδει καρπούς, όπως π.χ. οι νέες απευθείας πτήσεις της FlyDubai  και της Etihad Airways  από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προς τα δύο αυτά ελληνικά νησιά. Στην ίδια κατεύθυνση και η Πάρος, η οποία επιχείρησε ένα επιτυχημένο άνοιγμα προς τους τουριστικούς επαγγελματίες της Μέσης Ανατολής και «επιβραβεύτηκε» με ένα νέο τουριστικό πακέτο της Qatar Airways Holidays προς το νησί, εκμεταλλευόμενη τις υπάρχουσες απευθείας πτήσεις της εταιρίας προς τη Μύκονο και τη Σαντορίνη.

Από κοντά ακολουθεί και η Ρόδος, η οποία επιχειρεί άνοιγμα στην τουριστική αγορά της Κίνας, ενώ φέτος συνδέθηκε για πρώτη φορά και με την πρωτεύουσα των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων με απευθείας πτήσεις της WizzΑir. Η ίδια εταιρία δρομολόγησε επίσης νέες απευθείας πτήσεις από το Abu Dhabi για τη Μύκονο και τα Χανιά της Κρήτης. Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται σήμερα και ο ΕΟΤ, επιχειρώντας άνοιγμα στις Αραβικές χώρες.

Το παράδειγμα των παραπάνω νησιών θα πρέπει να το ακολουθήσουν και οι δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί της Βόρειας Ελλάδας και ιδίως η Χαλκιδική και η Θάσος. Αλλά και η Θεσσαλονίκη, η οποία φαίνεται να επιχειρεί ένα νέο τουριστικό άνοιγμα προς τις Αραβικές χώρες και την Ασία . Με το σωστό σχεδιασμό και την κατάλληλη προβολή, η οικονομική «πίτα» από το άνοιγμα στις νέες αυτές τουριστικές αγορές θα μπορούσε να διαμοιραστεί και στους τουριστικούς προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας. Σε αυτό αναμένεται να συμβάλει και το νέο αναβαθμισμένο αεροδρόμιο Μακεδονία της Θεσσαλονίκης , το οποίο θα μπορεί να εξυπηρετήσει πάνω από 10 εκατομμύρια επιβάτες. Αλλά και ο σχεδιασμός της παραχωρησιούχου εταιρίας Fraport Greece για την προσέλκυση νέων αεροπορικών εταιριών και νέων δρομολογίων εξωτερικού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.  Ήδη μάλιστα προχωρά ο σχεδιασμός για την απευθείας αεροπορική σύνδεση της Θεσσαλονίκης με το Dubai.

Καμία περιοχή της Ελλάδας και κανένας τουριστικός προορισμός της χώρας μας δεν είναι «καταδικασμένος» σε μια μορφή μαζικού τουρισμού χαμηλής οικονομικής ποιότητας, η οποία αποτελεί κατάλοιπο της οικονομικής κρίσης ή ενός στρεβλού τουριστικού μοντέλου παλαιότερων δεκαετιών. Τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν, με χαρακτηριστικότερο αυτό της Ίου, αλλά και η διεθνής εμπειρία από άλλους προορισμούς, αποδεικνύουν ότι η αλλαγή τουριστικού μοντέλου αποτελεί εφικτό και υλοποιήσιμο στόχο. Αυτό ισχύει και για τους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της Βόρειας Ελλάδας και ιδίως για τη Χαλκιδική. Ο περιορισμός του φαινομένου του μαζικού βαλκανικού τουρισμού, η αναβάθμιση των τουριστικών υποδομών και των προσφερόμενων τουριστικών υπηρεσιών και η προσέλκυση ποιοτικού τουρισμού, ιδίως από χώρες εκτός Ευρώπης, αποτελούν στόχους που μπορούν να υλοποιηθούν σε βάθος δεκαετίας. Αρκεί μόνο να το πάρουμε απόφαση και να γίνει αρχή. Προτού η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη και η υποβάθμιση του τουριστικού προϊόντος της Βόρειας Ελλάδας ολοκληρωτική.

* Ο κ. Ιωάννης Γκιτσάκης (twitter @gitsakis) είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης με ειδίκευση στις Συμβάσεις Παραχώρησης και ΣΔΙΤ, Διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου και Σύμβουλος τουριστικών επιχειρήσεων και επενδύσεων

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *