Σκέψεις και προτάσεις για την τουριστική ανάπτυξη, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού

ΓΝΩΜΗ

του Κώστα Δενδρινού (*)
27 Σεπτεμβρίου 2021. Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού. Αυτή τη μέρα θα ήθελα να ήμουν στο νησί μου με τους αγαπημένους μου όμως υπάρχει κάτι που το βρίσκω πάντα μπροστά μου στα 30 και πλέον χρόνια επαγγελματικής πορείας που λέγεται commitment και δεν μου το επιτρέπει. 

Commitment, τι απλή αλλά γεμάτη ουσία λέξη. Η δέσμευση δηλαδή για την εκπλήρωση των στόχων και η αφοσίωση στην υλοποίηση τους.

Ήταν καλοκαίρι του 1951 όταν ξεκίνησε τη λειτουργία του το Club Med στη μαγευτική, τότε, παραλία της Δασσιάς. 70 χρόνια πλέον από την έναρξη της οργανωμένης τουριστικής δραστηριότητας στην Κέρκυρα ανατρέχοντας πίσω στην ιστορία μας θα δούμε ότι όλοι οι “προστάτες”  που κυριάρχησαν στο νησί δημιούργησαν ένα μωσαϊκό έργων και υποδομών με Ιταλικές, Βρετανικές και Γαλλικές επιρροές.  Έργα που προστάτεψαν, ανέπτυξαν και ανέδειξαν την Κέρκυρα τα οποία αντέχουν, παρά την εγκατάλειψη, μέχρι σήμερα. Είχαν σχέδιο και επέδειξαν δέσμευση και αφοσίωση στην υλοποίηση του.

Το ψήφισμα της Ένωσης προήλθε από τις επαναστατικές ενέργειες των Επτανήσιων και τις διεργασίες των 5 μεγάλων δυνάμεων, Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αυστρία και Πρωσία, οι οποίες οδήγησαν στη συνθήκη του Λονδίνου το Νοέμβριο του 1863 και με βάση αυτήν στη αποχώρηση των Βρετανικών  πολιτικών και στρατιωτικών αρχών την 21η Μαϊου 1864 και την παράδοση των Επτάνησων στην Ελλάδα. Είχαν σχέδιο και επέδειξαν δέσμευση και αφοσίωση στην υλοποίηση του.

Η ιστορία βέβαια της Ένωσης, οι αγώνες, οι αντιπαλότητες, οι διαπραγματεύσεις με τους “προστάτες”, οι χειρισμοί των ευρωπαϊκών δυνάμεων αλλά και οι άμεσες αλλά και μακροχρόνιες συνέπειες της Ένωσης του 1864, αποτελούν αντικείμενο μελέτης και θεώρησης με τις απόψεις να διίστανται και σίγουρα δεν είναι αυτό που θα πρέπει να μας απασχολεί σήμερα. Αυτό που σίγουρα θα πρέπει να αναδειχθεί είναι η έλλειψη δέσμευσης και αφοσίωσης σε ανύπαρκτο σχεδιασμό απο παράγοντες που κυριάρχησαν στην τοπική αυτοδιοίκηση της Κέρκυρας  από εκείνη την εποχή, ειδικότερα όμως από το 1951 και μετά.

Δημοτικές και Νομαρχιακές Αρχές που δεν κατανόησαν ποτέ τις αρχές και προϋποθέσεις της τουριστικής ανάπτυξης στην οποία όδευε το νησί από την δημιουργία του Club Med και του  Corfu Palace τη δεκαετία του ’50, το Miramare και το Castello τη δεκαετία του 60, το Grand Hotel Glyfada, το Kontokali Palace, ο Αστέρας και άλλα ξενοδοχεία θρύλοι που οδήγησαν με επιτυχία το άρμα της τουριστικής μας ανάπτυξης σε ένα αχαρτογράφητο τότε πεδίο οικονομικής δραστηριότητας για τα Ελληνικά δεδομένα.

Τοπικές αρχές που δεν μελέτησαν τις τουριστικές τάσεις  τη δεκαετία του ‘80 και την πορεία ωρίμανσης αυτών, που δεν παρακολούθησαν την πορεία των ανταγωνιστικών προορισμών του ‘90, τις ανάγκες που δημιούργησε η μαζική κατανάλωση αλλά και τις επιπτώσεις,  που δεν αντιλήφθηκαν την διαφοροποίηση του τουρισμού ως ιδιαίτερου κλάδου της οικονομικής δραστηριότητας, φθάνοντας στη σημερινή εποχή στην οποία η μοναδική οικονομική δραστηριότητα της Κέρκυρας αντιμετωπίζεται αποσπασματικά, δίχως στρατηγική και το τουριστικό μας προϊόν δίχως μελέτη και διαχείριση.

Ο κύκλος ζωής του τουριστικού προϊόντος, με το οποίο έχει συνδεθεί απόλυτα και αποκλειστικά η τοπική οικονομία, πέρασε απο την ανάπτυξη και την ωριμότητα στην παρακμή και αυτή η παρακμή δεν είναι προϊόν της σημερινής κρίσης. Είναι αποτέλεσμα έλλειψης στρατηγικής και ταυτότητας. Και αν η έλλειψη στρατηγικής αφορά αποκλειστικά τη διαχείριση του προιόντος η έλλειψη ταυτότητας αφορά το σύνολο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής δραστηριότητας στο νησί. Η προβολή της δυστυχίας μας δηλώνει ότι δεν έιμαστε ταυτισμένοι με το εαυτό μας με αυτό που απογίναμε για το οποίο όμως δεν κάνουμε τίποτα να αλλάξει και το χειρότερο, δεν περιμένουμε τίποτα να αλλάξει. Παρακολουθούμε ως θεατές τις εξελίξεις επιλέγοντας, ως υπερήφανοι χρήστες της τεχνολογίας τις λάθος πηγές ενημέρωσης και αδυνατούμε να σκεφτούμε σφαιρικά σε μια παγκόσμια κλίμακα έξω από το μικρόκοσμο μας παραμένοντας παθολογικά προσηλωμένοι στο μοναδικό, γνήσιο, αληθινό, αληθινό, ιερό  τόπο καταγωγής μας και ότι συνδέεται με αυτόν. Έναν τόπο στον οποίο η έλλειψη δέσμευσης στο στόχο και αφοσίωσης στην υλοποίηση του είναι τόσο εμφανής όσο και τα σκουπίδια του.

Ανάφερα πιο πριν τη λέξη ανάπτυξη.  Η πρόοδος δηλαδή, η δημιουργία, το μεγάλωμα και συνήθως όταν μιλάμε για ανάπτυξη έχουμε στο μυαλό μας τις επενδύσεις. Επενδύσεις, πόσο εύκολη λέξη να την πεις πόσο δύσκολη έννοια να την κατανοήσεις. Η δέσμευση κεφαλαίων, ιδίων ή δανεικών, πάνω σε συγκεκριμένο project για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα η οποία αν επιτύχει αποφέρει πρόσθετα κεφάλαια στον επενδυτή αν όμως αποτύχει επιφέρει την απώλεια των δεσμευμένων κεφαλαίων και την κίνηση νομικών, δυσάρεστων πάντα, διαδικασιών.

Οι επενδύσεις κάθε μορφής σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα, ιδιωτικές ή δημόσιες οδηγούν στην ανάπτυξη, στην αύξηση δηλαδή της παραγωγής παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών και στην αύξηση της δυνατότητας ικανοποίησης των ατομικών και κοινωνικών αναγκών, με την πάροδο του χρόνου, στο εσωτερικό μίας οικονομίας. Και εδώ ακριβώς είναι το ζητούμενο. Η αξιολόγηση των ατομικών και κοινωνικών αναγκών, καθώς και ο βαθμός της ικανοποίησης των, διαφέρει στις τοπικές κοινωνίες ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες με αποτέλεσμα την εναντίωση κάποιων τοπικών ομάδων σε επενδύσεις που κατά την δική τους κοινωνική αντίληψη δεν ικανοποιούν καμία ανάγκη αντιθέτως ζημιώνουν αυτό που οι ίδιοι αντιλαμβάνονται ως κοινό καλό.

Καλώς ή κακώς η Κέρκυρα είναι ένας τουριστικός προορισμός και μάλιστα κορυφαίος στον οποίο η τοπική ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα, πρέπει να είναι μία συνεχής διαδικασία – και μάλιστα χωρίς τέλος – κατά την οποία το ίδιο το προϊόν, αλλά και η τοπική κοινωνία, περνάει μέσα από φάσεις μετασχηματισμού , με κύριο άξονα την βελτίωση και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου σε όλους τους τομείς : οικονομικούς , πολιτικούς , κοινωνικούς , πολιτιστικούς. Αυτό σημαίνει πως κατά τον σχεδιασμό της τοπικής ανάπτυξης δεν είναι αρκετή μια παρέμβαση σε έναν μόνο τομέα της τοπικής κοινωνίας , παραμερίζοντας τους υπόλοιπους. Θα πρέπει να πραγματοποιούνται ταυτόχρονες παρεμβάσεις σε όλους τους τομείς έτσι ώστε να πολλαπλασιάζεται το θετικό αποτέλεσμα των παράλληλων δράσεων στο σύνολο του τόπου και κάθε παρέμβαση να αποτελεί συμπληρωματική ενέργεια κάποιας άλλης παράλληλης ή ευρύτερης δράσης.

Ταυτόχρονα, η τοπική ανάπτυξη δεν πρέπει να αναφέρεται μόνο στην οικονομική μεγέθυνση και δεν εννοείται μόνο ως οικονομική τοπική ανάπτυξη που εκφράζεται με οικονομικές ή τεχνο-οικονομικές μεταβολές. Η έννοια της ανάπτυξης πρέπει να είναι και ποιοτική, όχι μόνο ποσοτική, και να στηρίζεται κατά κύριο λόγο στο ενδογενές ανθρώπινο δυναμικό και στους τοπικούς πόρους και να οδηγεί στην αναβάθμιση των σχέσεων τοπικής κοινωνίας και παραγόμενου προϊόντος καθώς  και σε αναβάθμιση των υποδομών και λειτουργιών στο εσωτερικό της τοπικής κοινωνίας.

Η ολοκληρωμένη τοπική ανάπτυξη πρέπει να πηγάζει από το εσωτερικό της ίδιας της τοπικής κοινωνίας συνδυάζοντας τα ανθρώπινα και φυσικά στοιχεία της σε μια οργανωμένη διαδικασία στην οποία παίζουν ρόλο , πέρα από τους φυσικούς πόρους και το κεφάλαιο , οι θεσμοί , οι οργανισμοί (δημόσιοι, δημοτικοί, κοινοτικοί, ιδιωτικού δικαίου), οι φορείς της τοπικής κοινωνίας (συνδικάτα, επιμελητήρια , συνεταιρισμοί) , οι τοπικοί παράγοντες , η τοπική πρωτοβουλία , οι τοπικές επιχειρήσεις , η ανθρώπινη αναζήτηση στον τομέα του πολιτισμού , η ποιότητα της επικοινωνίας των ατόμων.

Η ανάπτυξη όμως του τουρισμού δεν προσμετράται μόνο σε επένδυσες αλλά ούτε και σε αφίξεις και έσοδα αλλά και στην ικανότητα του προορισμού να διαχειριστεί τόσο την ανάπτυξη όσο και την κρίση και πως όλα τα προϊόντα έτσι και το τουριστικό ακολουθεί το γνωστό product life cycle.

Όλα τα χρόνια που ασχολούμαι με το αντικείμενο του Τουρισμού στην Ελλάδα, παρακολουθώ χρόνο με το χρόνο την απαξίωση του προϊόντος στους βασικούς τουριστικούς μας προορισμούς  οι οποίοι λειτουργούν δίχως σχεδιασμό, και χάραξη  βραχυπρόθεσμης  και μακροπρόθεσμης στρατηγικής. Η κακή διαχείριση των προορισμών αυτών, από την τοπική αυτοδιοίκηση έχει ως αποτέλεσμα την συρρίκνωση του ακαθάριστου τοπικού προϊόντος, με άμεση επίπτωση, στο κατά κεφαλήν εισόδημα των κατοίκων, στους  βασικούς   τουριστικούς προορισμούς.

Θεωρώ ότι πρόκειται, για ένα αναποτελεσματικό, απαρχαιωμένο, αναχρονιστικό και ερασιτεχνικό μοντέλο διαχείρισης,  από ανθρώπους απαίδευτους στον τομέα της τουριστικής πολιτικής, το οποίο πρέπει να δώσει πλέον τη θέση του, σε αυτούς που κατέχουν τη γνώση, όσο κι αν αυτό, εκ των πραγμάτων, αναδείξει τη γύμνια των διοικήσεων από όλους τους τοπικούς άρχοντες, και ειδικότερα της Κέρκυρας, τα τελευταία τουλάχιστον 30 χρόνια.

Στην Ελλάδα των 30 πλέον εκ. τουριστών, που δίνουν σχεδόν 20 % συμμετοχή στο ΑΕΠ, έφτασε λοιπόν η ώρα, που πρέπει να αναδείξουμε την ανεπάρκεια του πολιτικού λόγου, έναντι της τεχνοκρατικής προσέγγισης στην ανάπτυξη του τουριστικού μας προϊόντος.

Πέραν όμως των διαπιστώσεων, στις οποίες κατά γενική ομολογία αρεσκόμαστε ως λαός, ο γόνιμος διάλογος για την επίλυση χρόνιων προβλημάτων και παθογενειών επιβάλλει την υποβολή συγκεκριμένων και υλοποιήσιμων προτάσεων.

Προτείνω λοιπόν τα εξής:

  1. Πέραν της προώθησης του τουριστικού μας προϊόντος, να δοθεί επιτέλους βαρύτητα  στην διαχείριση του δημιουργώντας  τεχνοκρατικά στελεχωμένους Οργανισμούς Διαχείρισης Προορισμού, όπως κάνουν 855 τουριστικοί προορισμοί σε ολόκληρο τον κόσμο. Να δώσουμε έτσι ένα οριστικό τέλος στην ερασιτεχνική αντιμετώπιση του τουριστικού προϊόντος από την από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Δυστυχώς το μοντέλο που πρότεινε πρόσφατα η κυβέρνηση δεν συμβαδίζει με τις σύγχρονες πρακτικές και προσθέτει ακόμα έναν κρατικοδίαιτο Φορέα-Οργανισμό στους τόσους που ήδη υπάρχουν και το μοναδικό destination που θα μπορέσει να αναδείξει είναι την αποτυχία.
  2. Να αναπτύξουμε δίκτυο Τουριστικής εκπαίδευσης από παγκοσμίως πιστοποιημένες σχολές τουριστικού και ξενοδοχειακού management με αναγνωρισμένους τίτλους πτυχιακών και μεταπτυχιακών σε κατευθύνσεις marketing, finance και tourism planning.
  3. Την σύσταση μόνιμων επιστημονικών  ομάδων συμβούλων ,ένα κεντρικό «στρατηγείο»,  στο Υπουργείο Τουρισμού που θα ερευνά, θα αναλύει και θα προτείνει τη χάραξη βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης στρατηγικής, η οποία δεν θα αλλάζει με την αλλαγή κυβέρνησης και υπουργών και θα έχει αγαστή συνεργασία με τους τοπικούς Οργανισμούς Διαχείρισης Προορισμού.
  4. Την ανάπτυξη συνεργιών για να επιτύχουμε επιτέλους τη σύνδεση του πρωτογενούς τομέα αλλά και των παραδόσεων μας με τον Τουρισμό. Να δημιουργηθεί δηλαδή μία πλατφόρμα η οποία θα αποτελέσει το όχημα εκμετάλλευσης και ανάδειξης του τοπικού μας πλούτου, ιστορίας και παράδοσης μέσω της τουριστικής δραστηριότητας και κατά συνέπεια ανάπτυξης της οικονομικής δραστηριότητας έξω από τα ασφυκτικά πλαίσια της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού.
  5. Να πάψει πλέον η πρακτική της τοποθέτησης Υπουργών Τουρισμού από πολιτικούς που ουδεμία σχέση έχουν με το αντικείμενο. Πρώην μοντέλα, πρώην ηθοποιοί, διπλωμάτες, επαγγελματίες πολιτικοί, αργόσχολοι κλπ. καρπώθηκαν την εντυπωσιακή αλλά συγκυριακή ανάπτυξη των μεγεθών του Ελληνικού Τουρισμού  δίχως να προσθέσουν στο μαγευτικό πρωτογενές υλικό την απαραίτητη προστιθέμενη αξία που απαιτεί ο ανταγωνισμός.

Το βασικότερο στοιχείο για την επιτυχία του εγχειρήματος είναι ο στρατηγικός σχεδιασμός. Τόσο σε κεντρικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Η υιοθέτηση ενιαίας στρατηγικής εντοπισμού και ενεργοποίησης όλων των τοπικών ανθρώπινων πόρων υποκινώντας στο μέγιστο δυνατό σημείο την ατομική πρωτοβουλία και την συλλογική συμμετοχή. Μιλάμε για ένα είδος ενδογενούς τοπικής ανάπτυξης,  της οποίας βασική προϋπόθεση για την επιτυχία είναι η ύπαρξη ηγετικής ομάδας που μπορεί να μελετήσει, να σχεδιάσει, να οργανώσει, να υλοποιήσει, να παρέμβει και να αλλάξει θετικά τις εξελίξεις στον χώρο της τοπικής οικονομίας.

Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι να αποθεώνουμε την εμφάνιση μικρών ή μεγάλων τοπικών επενδυτικών κινήσεων ούτε βεβαίως να κάνουμε μνημόσυνο στη μιζέρια πατώντας πάνω στη νοσταλγία που χάνεται για πάντα γιατί οι λαοί έχουν μέλλον όταν δημιουργούν την ιστορία και όχι όταν την μνημονεύουν.

Το μεγάλο ζήτημα είναι το έλλειμμα μας σε ηγεσία και όραμα και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να προβληματίζει καθημερινά όλους του Κερκυραίους.

Είναι ζήτημα πλέον επιβίωσης.

(*) O Κώστας Δενδρινός μετράει 34 χρόνια καριέρας στο χώρο των ξενοδοχείων εκ των οποίων τα 25 ως Γενικός Διευθυντής σε Ομίλους όπως η Grecotel και Mitsis, σε γνωστά ξενοδοχεία της Ελλάδας όπως το Corfu Palace, Grecotel Kos Imperial, Mitsis Roda Beach, Potidea Palace.
Έχει διατελέσει επίτιμος πρόξενος της Ελβετίας στην Κέρκυρα και είναι συνιδρυτής, μαζί με τον Κώστα Τσουμάνη, της Επιστημονικής Εταιρίας Τουρισμού Κέρκυρας η οποία έχει εκδώσει μελέτες και προτάσεις σχετικά με την ταυτότητα, την προώθηση και τη διαχείριση του τουριστικού μας προϊόντος.
Απ;o το 2016, ζei και εργάζεται στη Σαουδική Αραβία ως CEO στο επενδυτικό fund Al Fozan Holding.

Tagged
Προσθήκη σχολίου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *